Οι πάγκοι με τα ψάρια, το πρωινό ξεφόρτωμα, η καζούρα από τους εμπόρους, η ζωντάνια και η κίνηση, τα παλιά ξενυχτάδικα και το φάντασμα των κλειστών καταστημάτων.

Μπαίνεις από την Αθηνάς και πέφτεις πάνω στα ψαράδικα, δύο στρέμματα με ψάρια. Περπατάς προσεκτικά, να μη γλιστρήσεις. Όλοι θέλουν να ψωνίσεις από το μαγαζί τους. Σου λένε πρώτα ένα κομπλιμέντο, για να κερδίσουν την προσοχή. «Με τέτοια μάτια είναι κρίμα να μην πάρεις ένα ψαράκι, κάνει καλό στα ματάκια το ψάρι». Τα ιχθυοπωλεία βρίσκονται στο κέντρο της Δημοτικής Αγοράς και το κάθε μαγαζί έχει τον αριθμό του, το 68 του Σπύρου Κοράκη, το 64 του Λευθέρη, κ.ο.κ. Εκατόν είκοσι ιχθυοπώλες όλοι μαζί, με τους πάγκους τους στη μέση.

Τα κρεοπωλεία έχουν διεύθυνση και αριθμό και βρίσκονται στο «πι» που σχηματίζεται περιμετρικά της ψαραγοράς, στις οδούς Αριστογείτονος, Αρμοδίου, Φιλοποίμενος. Τα ρολά ανοίγουν στις 06.00 και κάτι, αλλά κανείς πια δεν ξεφορτώνει αξημέρωτα. Τα ψυγεία με τα σφάγια έρχονται μετά τις 07.30, από την ιχθυόσκαλα τα φελιζόλ κατά τις 08.00-09.00. Η κίνηση που είχε παλιά μέχρι το ξημέρωμα σταμάτησε σταδιακά, όταν έκλεισαν τα περισσότερα «ξενυχτάδικα», τα εστιατόρια που σέρβιραν φαγητό για τους ξενύχτηδες. «Η τροχαία άρχισε να στήνει αλκοτέστ ακριβώς μπροστά από την Αγορά, στην Αθηνάς.

Έτσι, κάποιος που είχε πιει λίγο παραπάνω δεν ερχόταν να φάει εδώ, για να μην πέσει στο μπλόκο», εξηγεί ένας παλιός μαγαζάτορας. Την εποχή που ο Σκαραμαγκάς ήταν ακόμα μια ρομαντική παραλία, η αγορά άνοιγε τα μεσάνυχτα. Πρώτοι έμπαιναν οι υπεύθυνοι από τις ψαροταβέρνες για να διαλέξουν το εμπόρευμα πρώτης διαλογής. Περίπου στις 04.00 περνούσαν οι καλλιτέχνες που είχαν σχολάσει από τα κέντρα διασκέδασης στις Τζιτζιφιές, έπαιρναν καλό μεροκάματο και δεν τα λυπούνταν για το ψάρι τους. Έτρωγαν ίσως κι έναν πατσά πριν πάνε για ύπνο.

Σήμερα, από τα ξενυχτάδικα έχει μείνει μόνο η «Ήπειρος», ανάμεσα στα κρεοπωλεία. Γειτονεύει με τον Αγγελή, τον μοντέρνο κρεοπώλη της αγοράς, σε μια σούδα λίγο πριν βγεις στην Αιόλου. «Εβδομήντα χασάπικα είμαστε, παλιοί και νέοι. Ο Ευριπιώτης, ο Νιώτης, ο Κουκιαδάκης, ο Πιρλιμπός από τους καλούς. Αυτοί όλοι ζήσαμε μεγάλες δόξες τη δεκαετία του ’60. Τότε ψώνιζαν όλοι από εδώ», θυμάται ο Κλεάνθης Τσιρώνης. Πενήντα πέντε χρόνια μετράει εδώ, είναι σήμερα πρόεδρος των κρεοπωλών. Μπήκε πιτσιρικάς στην αγορά, όπως οι περισσότεροι. «Πρώτα μαθαίνεις την κιθάρα (τη σκούπα δηλαδή), ζυγίζεις, εξυπηρετείς, πρέπει να περάσει καιρός για να πιάσεις μαχαίρι, να ξεκοκαλίσεις, αργότερα να κόβεις το κρέας», εξηγεί. Ο πρώτος μάστορας, αυτός που ξέρει να κόβει δηλαδή, παίρνει καλό μεροκάματο, όμως δύσκολα έρχεται κάποιος σήμερα να γίνει κρεοπώλης στη Βαρβάκειο, εκτός κι αν κληρονομήσει το μαγαζί.

Στα ψαράδικα μπορεί και να είναι πιο εύκολα. Η Έλλη Λευθέρη είναι ψαρομανάβισσα τρίτης γενιάς, αν και μέχρι πριν από λίγα χρόνια εργαζόταν ως γραφίστρια. Κάνει τη δουλειά του παππού της, με σεβασμό. Ο παππούς της, Ιωάννης Λευθέρης, είχε μεγάλη αγάπη στα φοντανάκια, κερνούσε τους πελάτες του κι έτσι του κόλλησαν το ψευδώνυμο «Φοντάν». Το μαγαζί της, στο νούμερο 64, ειδικεύεται στα κατεψυγμένα: από βασιλικά καβούρια και καπνιστό σολομό μέχρι τόνο και χτένια, χταπόδια πέντε κιλών – η ποικιλία μεγάλη και η ίδια ειλικρινής και γλυκύτατη.

Στην πρόσοψη της Δημοτικής Αγοράς θα βρείτε μπαχαροπωλεία και ξηροκαρπάδικα, βότανα, υπερτροφές, χαλβάδες, αιθέρια έλαια και αφεψήματα, βούτυρα ξηρών καρπών και φυτικά γάλατα. Μέρος της Δημοτικής Αγοράς είναι βέβαια και η κάτω πλευρά της Αθηνάς. Στις οδούς Αριστογείτονος και Αρμοδίου βρίσκονται πολλά παντοπωλεία και μανάβικα. Σε αυτή την πλευρά η ζωντάνια είναι κάπως χαμένη, πολλά μανάβικα δεν λειτουργούν, τα ανοιχτά δεν ακολουθούν καμία εποχικότητα, τα παντοπωλεία δεν έχουν προλάβει να «πιάσουν» τη σύγχρονη διατροφή.

Θέλει καλό μάτι, επιλεκτικές αγορές και σίγουρα σημαντική βοήθεια από τους αρμοδίους για να δοθεί μια ανάσα, μια άλλη όψη σε μια αγορά που θα μπορούσε να κοιτάζει κατάματα, να στέκεται ισάξια δίπλα στις αντίστοιχες της Ευρώπης.

Βραβεία Ποιότητας

Δες ανά κατηγορία τα βραβεία των προηγούμενων ετών