Καθομαι στο σαλόνι σε μία από τις δύο πολυθρόνες της μεταπολεμικής εποχής, εποχής άλλων αναλογιών, από σπίτια άλλης κλίμακας. Πολυθρόνες από αυτές των οποίων τα μπράτσα εκδικούνται αυτούς που κάθονται και ζυγίζουν πάνω από 80 κιλά, πιέζοντάς τους στους πλαϊνούς κοιλιακούς.

Στη διπλανή πολυθρόνα κάθεται σταυροπόδι η ιέρεια του αμερικανικού τοκ σόου κ. Όπρα Ουίνφρεϊ. Μπροστά μας στημένη μια κάμερα και ένα μικρόφωνο, πιο πίσω η τηλεόραση αναμεταδίδει τη σκηνή.

«Φέτος την Πεντηκοστή δεν νήστεψα», λέω στην Όπρα. «Τις τελευταίες δεκαετίες εξασκούσα τη νηστεία-αποτοξίνωση με μεγάλη συνέπεια. Ήταν μια πρακτική που χρωστούσα στη μητέρα φύση, μια υποχρέωση απέναντι στα βρώσιμα ζώα, μια περίοδος ηρεμίας που χρειάζονται κι αυτά να κάνουν τις δουλειές τους. Κάθε χρόνο η μητέρα φύση με αποζημίωνε χαρίζοντάς μου δυο τρία κιλά. Τα παραπανίσια κιλά καίγονταν με όλο και πιο αργούς ρυθμούς καθώς τα χρόνια περνούσαν, μέχρι που ο μηχανισμός της αυτοσυντήρησης σταμάτησε να λειτουργεί, και έτσι τα κιλά προσετίθεντο, με αποτέλεσμα να μη χωράω στην πολυθρόνα μου. Φέτος τη γλίτωσα, έφαγα απ’ όλα, πέρασε το Πάσχα και είμαι ακόμη στα κιλά των Χριστουγέννων. Μα, κυρία Όπρα μου, δεν έχετε πει κουβέντα ακόμη. Όλο εγώ μιλάω».

Παύση.

«Την μπόμπα στο φουαγέ με τον παστουρμά και το κασέρι εσύ την έφτιαξες;» με ρωτάει. Ξυπνάω, νύχτα ακόμη, και της απαντώ: «Την μπόμπα; Ναι, εγώ. Να σας πω τη διεύθυνση».

Βραβεία Ποιότητας

Δες ανά κατηγορία τα βραβεία των προηγούμενων ετών