Αυτοκίνητο και πεζός μαζί περνούν με δυσκολία από τα στενά σοκάκια που οδηγούν στο κέντρο. Από αυτό το σημείο αρχίζει να πεταρίζει η καρδούλα μου. Ατέρμονη χαρά και ξεγνοιασιά. Το Γαλαξίδι είναι πανέμορφο, ό,τι κι αν συμβολίζει για τον καθένα. Με τη ρομαντική του μελαγχολία και μια ιδιόμορφη ησυχία. Όλες τις εποχές.

Στη στροφή προς τον κεντρικό δρόμο, έξω από τον Μπεμπέλη, με τα στολισμένα τραπεζάκια πάνω στον πεζοδρόμιο και τα παράθυρα ανοιχτά, για να αερίζονται και οι μέσα, έρχονται μυρωδιές θαλασσινές από την κουζίνα. Λίγα μέτρα πιο κάτω, το Κονάκι, με τις τοπικές σπεσιαλιτέ γλυκό του κουταλιού αμύγδαλο και ραβανί με ρύζι.

Φτάνουμε στην παραλία και το πρώτο λιμάνι στη συνοικία της Αγοράς. Εκεί, η πρώτη στάση είναι το Καφενείο, για καφεδάκι με θέα στη θάλασσα, στα βαρκάκια και στα ιστιοπλοϊκά.

Τα μαγαζάκια στη σειρά και τα αναπαλαιωμένα πλινθόκτιστα αρχοντικά από πίσω ακριβώς, με τα ακρόπρωρα στα μπαλκόνια και τον Άγιο Νικόλαο να δεσπόζει στην κορυφή του λοφίσκου, δημιουργούν ένα πανέμορφο νησιωτικό σκηνικό στη στεριά. Στη μέση η θάλασσα, που μοιάζει με λίμνη, και στο βάθος ο Παρνασσός. Στην απέναντι πλευρά της χερσονήσου, ένα πευκοδάσος που φτάνει μέχρι τη θάλασσα.

Ακολουθώντας την υποχρεωτική πορεία του δρόμου, φτάνουμε στον Ναυτικό Όμιλο και στο Ocean. Οι βουτιές των παιδιών φαίνονται από μακριά. Συνέχεια έχει ο Χηρόλακας, το δεύτερο φυσικό λιμάνι με τα παλιά καπετανόσπιτα πάνω στο νερό. Εκεί έρχεται τα πρωινά η τράτα, από όπου η γιαγιά μας και οι Γαλαξιδιώτες προμηθεύονται την ψαριά της ημέρας.

Τελευταία στάση στο Λιοτρίβι. Είναι του 1800, αναπαλαιωμένο και λειτουργεί ως εστιατόριο. Ίσως το ωραιότερο μπαλκόνι στη θάλασσα.

Άφιξη στο σπίτι. Σαν στο σπίτι μας. Χαμόγελα αγαλλίασης. Μαγιό, παπουτσάκια θαλάσσης για τους αχινούς και φύγαμε. Η παραλία είναι σχεδόν ιδιωτική. Ένας κολπίσκος με φυσική σκίαση από μια άγρια, ατίθαση συκιά κολλημένη πάνω στον βράχο. Κάθε καλοκαίρι γίνεται το αντίσκηνό μας για τα μεσημέρια, όπου μεταφέρουμε κατσαρόλες και ταψιά, για να απολαύσουμε το φαγητό μας πάνω στο κύμα. Το μενού σήμερα έχει φρεσκοτηγανισμένα κεφτεδάκια της γιαγιάς, δροσερή ντοματοσαλάτα, η φέτα ξεχωριστά για τους ιδιότροπους, και φρέσκο ψωμί από τον φούρνο στα Μανουσάκια. Παγωμένη μπιρίτσα απαραιτήτως, κι όλο και κάποιος φίλος θα περάσει και το μεσημέρι θα γίνει απόγευμα, και λίγο πριν ο ήλιος δύσει αποχωρούμε, για να πάρει σειρά το δεύτερο μέρος της ημέρας, η νύχτα.

Περπάτημα μέσα από τα καντούνια στη συνοικία της Αγίας Παρασκευής κι εκεί στο πεζοδρόμιο, κάτω από τα δροσερά πλατανόφυλλα, το Άλμπατρος, με τα καλοφτιαγμένα μαγειρευτά του. Ντολμαδάκια, κόκορας κρασάτος και ό,τι άλλο ζητάει η όρεξή σου. Κατεβαίνοντας προς την παραλία, από το γραφικό Κιόσκι έρχονται οι ψαγμένες μουσικές επιλογές του Κωνσταντίνου. Οπωσδήποτε για ποτάκι μετά το βραδινό.

Προορισμός η Μαρίτσα με τις πεντανόστιμες πίτες, τις μακαρονάδες με θαλασσινά, το φρέσκο ψάρι και μια αστική αρχοντιά άλλης εποχής. Από πέρυσι η Μαρίτσα μετακόμισε στην Πέρα Πάντα, σε έναν εξίσου όμορφο χώρο, πιο ήσυχο από τον προηγούμενο, με θέα όλο το Γαλαξίδι.

Δεν ξέρω τι είναι αυτό που μας κάνει να περιμένουμε με ανυπομονησία κάθε χρόνο το καλοκαίρι στο Γαλαξίδι. Είναι οι φίλοι που κάθε χρόνο βρισκόμαστε στα ίδια στέκια, με παιδική ανυπομονησία και χαρά να ξαναπιάσουμε το νήμα από εκεί που το είχαμε αφήσει το προηγούμενο καλοκαίρι; Είναι το ξημέρωμα στις ξαπλώστρες του Ocean με αναπολήσεις και γέλια; Είναι το πέρυσι, το πρόπερσι, το πάντα;

*To άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στον Γαστρονόμο Ιουνίου, τεύχος 158.

Βραβεία Ποιότητας

Δες ανά κατηγορία τα βραβεία των προηγούμενων ετών