Τον Απρίλιο του 1857, η Βουλή των Ελλήνων ψήφισε νέες δασμολογικές ρυθμίσεις για διάφορα προϊόντα εισαγόμενα στο κρατίδιο. Ανάμεσά τους βεβαίως και τρόφιμα, κυρίως πρώτη ύλη. Το εισαγωγικό – εξαγωγικό εμπόριο, ιδίως από όμορες χώρες, περιλαμβάνει από αρχαιοτάτων χρόνων και τρόφιμα. Και δεν πρόκειται μόνο για τα εκάστοτε παραμεθόρια, αλλά και από μακρινότερες χώρες, για τις γαστριμαργικές ανάγκες των εχόντων και κατεχόντων και των ξένων πρεσβειών. Έτσι, και στο ελληνικό κρατίδιο δεν υπήρχαν προφανώς μόνο οι πενόμενοι αγωνιστές του ’21 και οι απόγονοί τους, αλλά και κάποιοι που μπορούσαν να αγοράσουν, π.χ., «χαβιάριν ή αυγοτάραχον».

Με βάση τους σχετικούς πίνακες των Πρακτικών της Βουλής επιχειρούμε, εδώ στον «Γαστρονόμο», μια περιδιάβαση μεταξύ των εισαγόμενων προϊόντων.

Πρώτο αλφαβητικά το άλας θαλάσσιον ή ορυκτόν, για το οποίο διευκρινίζεται πως απαγορεύεται η εισαγωγή, προφανώς για την προστασία των εν Ελλάδι αλυκών.

Επιτρέπονται όμως ένα σωρό άλλα. Άλειμμα κοινόν Ρωσσοτουρκίας – να υποθέσει κανείς βούτυρο ή κάτι παρεμφερές. Άμυλον (νισεστές) – εμ, πώς θα γίνει η μπεσαμέλ; Και βανίλλη να αρωματίζει τα γλυκά. Και γεώμηλα. Και το γαρούφαλο ή μοσχοκάρφι δεν θα πρέπει να λείπει, αναγκαίο τότε, χωρίς τα ψυγεία, να καλύπτει με άλλα μπαχαρικά τις τυχόν αλλοιώσεις του κρέατος.

Μαζί και ο γλυκάνισος για τα κουλουράκια ή ως πρώτη ύλη ποτοποιίας. Και για τους καλοφαγάδες γλώσσαι καπνισταί, τουρσιά. Αλλά και εισαγωγή ελαίου και σησαμελαίου.

Δεν θα μπορούσε βέβαια να λείπει η ζάκχαρι εις κώνους, εις κόνιν, ολλανδική μαύρη ακαθάριστος, ούτε τα έτοιμα κουφέτα, τα αποκαλούμενα ζακχαρόπλαστα, μαζί με καρπούς κρυσταλλωμένους (φρουί γλασέ), κομπόστες (ρετσέλια), γλυκά κουταλιού και λουκούμια.

Βασικό τρόφιμο τα ζυμαρικά, γι’ αυτό και πόλφος, δηλαδή φιδές και μακαρόνια.

Και για την πρώτη ύλη της ζυθοποιίας, ζυθοβότανον, σπέρμα λουπούλου (λυκίσκου). Και με την μπίρα πηγαίνουν μια χαρά τα κρέατα, γι’ αυτό και εισάγονται βουβάλια, βοδινά και αγελάδες, αλλά και μοσχαράκια ηλικίας έως δύο ετών και αιγοπρόβατα.

Κακάον για θρεπτικό πρωινό και κανέλα για πρόσθετη αρωματική διάσταση. Και ακολουθούν κανελοπίπερον (μπαχάρι), καρδάμωμον (κακουλές), κύμινο να βαλαντώνει.

Μα βέβαια και ο καφές, και το τσάι.

Και για τους μερακλήδες, μπαστιρμά, λουκάνικα, χοιρομέρια και σαλσιτσότα, αλλά και μουστάρδα. Και οκταπόδι ξηρόν (προφανώς από το Τούνεζι, εξαιρετικό «γλειφιτζούρι» να συνοδεύει το ουζάκι), και οστρακόδερμα. Δεν παραλείπονται τα εσπεριδοειδή και άλλα φρούτα, ξερά ή νωπά. Ούτε η όρυζα Ευρώπης ή Τουρκίας, ούτε τα όσπρια – φασίολοι, ερέβινθοι, φακαί, έτνος (φάβα), άρακος. Και για τους προμηθευτές των πλοίων, παξιμάδι, κοινώς γαλέττα.

Απαραίτητα για τα τραπέζια των εχόντων και κατεχόντων τα τυριά Ευρώπης, Ρωσσίας και Τουρκίας και το χαβιάριν, μαύρον ή κόκκινον. Αυτά και άλλα στο ελληνικό κρατίδιο το 1857.

Βραβεία Ποιότητας

Δες ανά κατηγορία τα βραβεία των προηγούμενων ετών