Το Bed & Breakfast πανδοχείο, με την πρωτότυπη ρετρό-μοντέρνα διακόσμηση και το γεμάτο θετική διάθεση προσωπικό, συνεργάστηκε φέτος με τον σεφ του Extravaganza, Αντώνη Μουστάκη, για να αναβαθμίσει το brunch του. Νοηματική ραχοκοκαλιά του καταλόγου, ο οποίος περιλαμβάνει συνολικά δέκα έξι πιάτα, είναι η παράδοση, υπό την έννοια ότι αντλεί έμπνευση είτε από παλιές συνταγές είτε από κλασικά πιάτα.
Τις αποδίδει με μια ισορροπημένη δημιουργικότητα, που αγνοεί την υπερβολή. Όση ώρα κάθισα στο καφέ του ισογείου, σε μια ξύλινη τραπεζαρία βγαλμένη από αστικό σπίτι της Θεσσαλονίκης του ’50, περιτριγυρισμένος κυρίως από Έλληνες και ξένους φοιτητές που δούλευαν με τους υπολογιστές τους, τα πεϊνιρλί έβγαιναν από την κουζίνα σε ρυθμούς παρέλασης.
Κοίταξα το μενού. Πολλές και ενδιαφέρουσες επιλογές, με κυριότερο στοιχείο τη διαφορετικότητα, δηλαδή δεν ήταν όλα τα πιάτα παραλλαγές με αβγό ή τροποποιημένα τοστ. Από τον τραχανά με το πέστο κολοκύθι–αβοκάντο και το κατσικίσιο τυρί μέχρι την παραδοσιακή σπανακόπιτα, η οποία σερβίρεται με ξεχωριστά τα τρία τραγανά φύλλα από τη γέμιση -εξυπηρετεί πολύ στη «βούτα»-, μπορείς να παραγγείλεις ένα πλήρες γεύμα ανάλογα την όρεξη σου εκείνη τη στιγμή. Δοκίμασα το περέκ, ποντιακής καταγωγής, με ανθότυρο, καπνιστό τυρί Βερμίου, ψητή γλυκοκολοκύθα και τσορίθο, συνοδευόμενο από φρέσκια σαλάτα και ένα ντιπ κρέμας τυριού με μυρωδικά.
Στην όψη έμοιαζε με «μπαμπάτσικη» τορτίγια, το τσορίθο ήταν πολύ διακριτικό μέσα στα υπόλοιπα υλικά, ενώ το καπνιστό τυρί «τσιμπούσε» τη γεύση όσο χρειαζόταν. Χορταστικό, νόστιμο, και πολύ βοηθητικό το ντιπάκι, προσέδιδε την απαραίτητη δροσιά.
Ύστερα από τον δεύτερο καφέ, όπου για αρκετά λεπτά είχε κολλήσει το βλέμμα μου στον σχολικό πολιτικό χάρτη της Ευρώπης που κοσμούσε τον τοίχο απέναντι μου -εντυπωσιακό πόσο γρήγορα ταξιδεύει το μυαλό στον χρόνο-, αποφάσισα να προχωρήσω με ένα γλυκό. Η αυγόφετα από τσουρέκι Θεσσαλονίκης με μους λευκής σοκολάτας, φυστίκι Αιγίνης και γλυκό τριαντάφυλλο, ήταν νοστιμότατη και καθόλου λιγωτική, καθώς το φυστίκι και η αλμυράδα του τσουρεκιού λειτουργούσαν ως αντίβαρα στη γλύκα.
Μάλιστα, η συνταγή του γλυκού τριαντάφυλλου ήταν από τη γιαγιά του Γιώργου Κουρτίδη, ενός εκ των ιδιοκτητών, που η σκούφια της κρατούσε από την Καππαδοκία. «Γενικώς προσπαθούμε να αξιοποιήσουμε τις οικογενειακές μνήμες σε κάθε μας προσπάθεια, είτε αφορά στη διακόσμηση είτε στις συνταγές. Είναι κομμάτι του DNA μας», λέει ο Γιώργος, και μου δείχνει την απέναντι ακριβώς γωνία. Εκεί όπου επεκτάθηκε το Caravan καφέ, βγάζοντας τραπεζάκια στον πεζόδρομο.
Σύντομα, θα διαμορφωθεί με πολλά φυτά ο εσωτερικός χώρος, ενώ ο πρώτος όροφος προορίζεται για χώρους ομαδικής εργασίας, κυρίως για φοιτητές.