Ζεστά, αρωματικά και ζαλιστικά κρασιά και αποστάγματα μετουσιώνονται σε grog, glögg και glühwein.
Ο ελληνικός καιρός δεν μας έχει δώσει το δικαίωμα να ονειρευόμαστε λευκά Χριστούγεννα, αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι θα μείνουμε εκτός εορταστικού κλίματος. Και γλυκά θα φτιάξουμε, και το τζάκι -όσοι έχουμε- θα ανάψουμε, και κάτω από το γκι θα φιληθούμε ξανά και ξανά. Οχι, δεν μας ζάλισαν τα ζεστά ποτά που μοσχοβολάνε στα γυάλινα φλιτζάνια μας. Θέλουμε να συγκεντρώσουμε όση καλοτυχία μπορούμε, γιατί μας περιμένουν δυσκολίες τη νέα χρονιά. Μαζεύουμε, λοιπόν, γύρω μας αγαπημένα πρόσωπα και όλοι μαζί πίνουμε τα «ξόρκια»: glühwein, glögg, grog.
Το ζεστό αρωματικό κρασί της Γερμανίας και της Αυστρίας λέγεται glühwein και κατά τη διάρκεια των Χριστουγέννων προσφέρεται στις υπαίθριες αγορές πόλεων και χωριών. Κόκκινο κρασί, μπαχαρικά και φλούδες εσπεριδοειδών είναι τα βασικά συστατικά του. Το glögg είναι σχεδόν το ίδιο με το glühwein και το βρίσκουμε κυρίως στις σκανδιναβικές χώρες και στην Ισλανδία. Η διαφορά βρίσκεται στον τύπο του κρασιού, στην ποσότητα του αλκοόλ και στα αρωματικά που χρησιμοποιούνται για την παρασκευή του. Στη Σουηδία, το glögg, που φτιάχνεται με σταφίδες και αμύγδαλα, σερβίρεται τόσο ως απεριτίφ όσο και ως χωνευτικό, πάντα πολύ ζεστό.
Μια φορά κι έναν καιρό, κάπου ανάμεσα στο 1684 και το 1757 (τόσα ήταν τα χρόνια της ζωής του ήρωα της ιστορίας), υπήρξε ένας Βρετανός ναύαρχος ονόματι Βέρνον. Τα μέλη του πληρώματος, όμως, αναμεταξύ τους τον φώναζαν Old Grog, εξαιτίας του παλτού που δεν έβγαζε σχεδόν ποτέ και που ήταν φτιαγμένο από χοντρό ναπολιτάνικο μετάξι, το οποίο οι Ιταλοί ονόμαζαν grossagrana και οι Αγγλοι grogram – εγώ, πάλι, θυμάμαι τη γιαγιά μου να μιλάει με τη μοδίστρα της για grograin, που προφανώς είναι το ίδιο. Να γυρίσουμε όμως στον ναύαρχο Old Grog, ο οποίος έβλεπε με απόγνωση τους ναύτες του να γίνονται σκνίπα στο μεθύσι με τους ωκεανούς από ρούμι που έπιναν. Εβγαλε λοιπόν ένα φιρμάνι με το οποίο τους υποχρέωνε να αραιώνουν το ρούμι με ζεστό νερό και να του προσθέτουν λεμόνι. Ετσι, αντιμετώπιζε δύο συμφορές ταυτόχρονα: με το νερό περιόριζε τις ποσότητες αλκοόλ και με το λεμόνι το σκορβούτο. Ομως, οι θαλασσοδαρμένοι ναύτες πού να δουν τις καλές προθέσεις του Βέρνον. Οι κοροϊδίες έδιναν κι έπαιρναν και το νερωμένο λεμονάτο ρούμι πήρε το παρατσούκλι του εμπνευστή του. Ιδού, λοιπόν, το grog, το τρίτο ζεστό ποτό της παρέας. Ενώ στην αρχή διαδόθηκε ως γιατρικό για το σκορβούτο, στη συνέχεια οι ιδιότητές του αξιοποιήθηκαν στην αντιμετώπιση άλλων ασθενειών. Εως σήμερα θεωρείται ιδανικό για το κρυολόγημα, για την καταρροή αλλά και για το πεσμένο ηθικό.
Μείξεις και αναμείξεις ζεστών αποσταγμάτων βρίσκουμε σε πολλές ακόμη χώρες όπου το χειμωνιάτικο κρύο είναι τσουχτερό. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Πολωνία, όπου η ζεστή βότκα αποκτά άλλες αρωματικές διαστάσεις, καθώς εμπλουτίζεται με φύλλα μέντας και κόκκους πιπεριού. Επίσης, στον Καναδά, το ρούμι, το τζιν ή το ουίσκι διαλύονται σε ζεστό νερό μαζί με λεμόνι και ένα κουταλάκι μέλι.
Σίγουρα, κανένα από τα παραπάνω ποτά δεν θεωρείται ευκολόπιοτο. Παρότι αραιώνονται με νερό, στην κατάχρηση θα μας τον κάνουν τον πονοκέφαλο. Ωστόσο, μέρες που είναι, ένα-δυο ποτήρια παρέα με συγγενείς και καλούς φίλους θα ζεστάνουν παγωμένες μύτες, κρύα χέρια και τυχόν «δροσερές» καρδιές.