ΤΟΠΙΚΕΣ ΚΟΥΖΙΝΕΣ

Μήλα: Tο πορτρέτο της ελληνικής παραγωγής

Μια αποκαλυπτική συζήτηση με τη δρα Ελένη Τσαντίλη, καθηγήτρια του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών.

10.09.2021
Μήλα: Tο πορτρέτο της ελληνικής παραγωγής

Σύμφωνα με τα στοιχεία της WAPA (Παγκόσμια Ένωση Μήλου και Αχλαδιού), η ελληνική παραγωγή φέτος αναμένεται να φτάσει τους 275.000 τόνους, ελαφρώς μειωμένη σε σχέση με πέρυσι (300.000 τόνους), και θα είναι όψιμη. Για να αντιληφθούμε τις τάξεις μεγέθους, η Πολωνία θα φτάσει τους 2.710.000 τόνους – πέρυσι παρήγαγε 4.810.000 (!) τόνους– και η Ιταλία τους 2.195.000 τόνους. Τους λόγους αυτής της μείωσης εξηγεί η δρ Ελένη Τσαντίλη, καθηγήτρια στο Εργαστήριο Δενδροκομίας και διευθύντρια του Τομέα Δενδροκομίας-Αμπελουργίας του Γεωπονικού Πανεπιστημίου Αθηνών: «Μετά από μια πάρα πολύ καλή χρονιά, όπως ήταν η περσινή, είναι γεγονός ότι τα δέντρα μειώνουν φυσιολογικά την παραγωγή τους. Αυτό, σε συνδυασμό με τον ήπιο φετινό χειμώνα, τον κρύο Μάιο που είχαμε σε ορισμένες περιοχές και το ζεστό καλοκαίρι ευθύνονται για τη χαμηλότερη παραγωγή». Εκτιμά ακόμα ότι η ελληνική παραγωγή είναι καλή ποιοτικά και σε μεγάλο βαθμό καλύπτει την εγχώρια ζήτηση, αν και σίγουρα υπάρχουν περιθώρια βελτίωσης της ποιότητας. Πιο συγκεκριμένα, κρίνει ότι οι παραγωγοί σε τοπικό επίπεδο θα έπρεπε να λειτουργούν με πιο συνεταιριστική λογική, επιλέγοντας από κοινού τις ποικιλίες που δύνανται να καλλιεργήσουν στην περιφέρειά τους, με γνώμονα την κλιμάκωση του χρόνου συγκομιδής, τη διάρκεια συντήρησης και έκθεσης στην εσωτερική αγορά και τις εξαγωγές. Η οργάνωση της διάθεσης του προϊόντος, με ποιοτικά χαρακτηριστικά σύμφωνα με τις προτιμήσεις των αγορών για τις οποίες προορίζεται, θα επιφέρει καλύτερο εισόδημα σε παραγωγούς και εμπλεκόμενους στην «αλυσίδα» του φρέσκου μήλου.

Από τις θετικές εξελίξεις που επισημαίνει είναι η δυνατότητα φύτευσης νέων ποικιλιών (πρώιμων, όψιμων κ.λπ.), τα νέα σχήματα κλαδέματος πυκνής φύτευσης και σύγχρονων καλλιεργητικών φροντίδων, καθώς και οι ευκαιρίες για μεγαλύτερη αυτάρκεια που δίνουν οι νέες τεχνολογίες συντήρησης: «Με τους ψυκτικούς θαλάμους ελεγχόμενης ατμόσφαιρας και παρεμποδίζοντας την ορμόνη που προκαλεί την ωρίμαση με τρόπους ασφαλείς για την υγεία του καταναλωτή, καταφέραμε να βρίσκουμε στην αγορά ελληνικά μήλα ακόμα και μέσα στο καλοκαίρι, με δυνατότητα περιορισμού εισαγωγών. Τέτοιες τεχνολογίες αναπτύσσονται συνεχώς και ήδη παγκοσμίως υπάρχουν νέα δεδομένα, που αναμένεται σύντομα να βρουν εμπορική εφαρμογή. Αυτό βέβαια δεν σημαίνει ότι θα σταματήσουμε να εισάγουμε – ο καταναλωτής πάντα θα θέλει να δοκιμάσει κάποια καινούργια ποικιλία από το εξωτερικό, όπως αυτές που εμφανίστηκαν τελευταία στις αγορές, που δίνουν καρπούς με κόκκινη σάρκα χωρίς να είναι γενετικά τροποποιημένες, π.χ. Redlove (Ελβετία), Kissabel (με συνεργασία 13 χωρών) κ.ά.». Όσον αφορά το εμπορικό ισοζύγιο, «εισάγουμε περί τους 20.000 τόνους ετησίως, κυρίως από τη Χιλή –τους μήνες που δεν έχουμε ελληνική παραγωγή–, και από τις ανταγωνίστριες χώρες μας στην Ευρώπη (Ιταλία, Ν. Γερμανία, Γαλλία, Πολωνία). Παρατηρείται αύξηση των εξαγωγών από τη χώρα (περί τους 90.000 τόνους, τα έτη 2015-16 – Πηγή: FAOSTAT), κατά κύριο λόγο στην Αίγυπτο (33.000 τόνους το 2019), στη Βουλγαρία και στην Αλβανία, ενώ από την 1η Οκτωβρίου 2019 ξεκίνησαν και οι εξαγωγές προς την Ινδία, που είναι πολύ ενθαρρυντικό για τους Έλληνες παραγωγούς», σημειώνει. Η ποιότητα των συγκομισμένων μήλων μας πρέπει να διατηρηθεί, αλλά και να βελτιωθούν οι συν- θήκες που οδηγούν σε υποβάθμιση του προϊόντος μέχρι τις τελικές αγορές (π.χ. κατά τη μεταφορά).

Οι κύριες μηλοπαραγωγικές περιοχές στην Ελλάδα*

-Κεντρική Μακεδονία (115.000 τόνοι)

-Θεσσαλία (85.000 τόνοι)

-Δυτική Μακεδονία (62.000 τόνοι)

-Πελοπόννησος (6.000 τόνοι, εκ των οποίων οι 2.500 αφορούν τα ΠΟΠ μήλα Πιλαφά της Αρκαδίας)

-Ακολουθούν η Αν. Μακεδονία και η Θράκη (5.000 τόνοι), η Δυτική Ελλάδα (4.000 τόνοι) και η Στερεά Ελλάδα και η Κρήτη (από 2.500 τόνους έκαστη)

* Οι ποσότητες είναι κατά προσέγγιση και αφορούν την παραγωγή του 2018.

Ένα παγκόσμιο φρούτο

Τα μήλα αγαπούν τα ψυχρά και υγρά κλίματα και τα βαθιά, γόνιμα, καλά αποστραγγιζόμενα εδάφη. Αντέχουν σε πολύ χαμηλές θερμοκρασίες και χρειάζονται δροσερά καλοκαίρια. Πλέον καλλιεργούνται σχεδόν σε όλο τον κόσμο, ακόμα και σε περιοχές όπου παραδοσιακά δεν ευδοκιμούσαν, όπως λ.χ. στην Ινδία και στον Λίβανο, αλλά στα ορεινά. Από τους μεγαλύτερους παραγωγούς στον κόσμο είναι η Κίνα, η οποία συνεισφέρει το 41% της παγκόσμιας παραγωγής, και οι ΗΠΑ (Πηγή: «The Oxford Companion of Food», 2014).

Στην Ευρώπη, οι κυριότερες παραγωγοί χώρες είναι η Πολωνία, η Ιταλία, η Γαλλία και η Νότια Γερμανία. Στο νότιο ημισφαίριο, μήλα παράγουν και εξάγουν κατά κόρον η Χιλή, η Νότια Αφρική, η Αυστραλία και η Νέα Ζηλανδία.

Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Γαστρονόμος, τεύχος 162.

Βραβεία Ποιότητας

Δες ανά κατηγορία τα βραβεία των προηγούμενων ετών