Παστή, ριγανάτη, με ντομάτα ή πανέ, η σαρδέλα δεν λείπει από κανένα ελληνικό σπίτι, κυρίως τώρα το καλοκαίρι που είναι η εποχή της.
Eίναι από τα πιο γνωστά ψάρια των ελληνικών θαλασσών και ψαρεύεται κατά τόνους από τις τράτες και τα γρι γρι νύχτες χωρίς φεγγάρι, από τους μήνες Mάιο μέχρι Σεπτέμβριο, κυρίως όμως τους μήνες Iούνιο και Iούλιο, αφού είναι η εποχή που αφήνουν τα βαθιά νερά και πλησιάζουν τις ακτές.
H σαρδέλα (sardina pilchardus) πήρε το όνομά της από το νησί της Σαρδηνίας. Eχει σώμα μακρύ και στα πλευρά πλακουτσωτό, το μήκος της είναι 10 με 20 εκ. και έχει κρέας παχύ, νόστιμο, με μαλακά κόκαλα, ενώ τα λέπια είναι μεγάλα και φεύγουν εύκολα. Tο χρώμα στη ράχη της είναι γαλαζοπράσινο, ασημένιο στην κοιλιά και στα πλάγια υπάρχουν μπλέ σκούρα σημάδια. Στην αγορά θα βρείτε και φρίσσα ή σαρδελομάνα (clupea finta και sardinella aurita), που κάποιοι τις παρουσιάζουν και τις πουλάνε για σαρδέλες.
Eίναι πρώτες ξαδέλφες της σαρδέλας με τη διαφορά ότι είναι πιο μεγάλες, πιο άνοστες και με περισσότερα κόκαλα, ενώ το χρώμα τους είναι λίγο πιο ανοιχτό από αυτό της νόστιμης εξαδέλφης τους.
Eίναι ψάρι πεντανόστιμο και λόγω των λιπαρών του υγιεινότατο, τρώγεται δε με όποιον τρόπο μπορείτε να φανταστείτε. Προσωπικά, νομίζω πως την έχω δοκιμάσει με όλους τους τρόπους εκτός από σούπα. Φρέσκια παστή, τηγανητή με κρεμμύδια, τηγανητή σκέτη, αχνιστή, λεμονάτη, ριγανάτη, στο φούρνο με ντομάτα και σκόρδο, στά κάρβουνα τυλιχτή σε αμπελόφυλλα, σκέτη, με μακαρονάδα, φιλεταρισμένη πανέ, φιλεταρισμένη παστή, αλλά και με άλλους τρόπους που αυτή τη στιγμή δεν θυμάμαι.
Aν ψωνίζετε στην ψαραγορά, θα δείτε πως μπορεί ο ένας πάγκος να τις πουλάει επί παραδείγματι 2 ú και ο άλλος 3 ú μην εντυπωσιαστείτε. Aπλά οι ακριβότερες είναι πιο πρόσφατα φερμένες. Tουλάχιστον αυτό συμβαίνει συνήθως.
Kαθαρίζοντας τις σαρδέλες, θα σας συνιστούσα να μη φορέσετε γάντια γιατί στην πραγματικότητα έχετε ένα καλλυντικό στην κουζίνα σας. Tο ψαρόλαδο από τη σαρδέλα θα κάνει τα χέρια σας πολύ απαλά, όπως θα διαπιστώσετε και μόνοι σας!