Ομορφάντρας, πληθωρικός, bon viveur, γοητευτικός συνομιλητής και εμπνευσμένος επιχειρηματίας. «Θεριό ανήμερο» αυτοχαρακτηριζόταν σε θέματα σχετικά με το πάθος για το αντικείμενό του. «Ο Ανέστης Μπαμπατζιμόπουλος δεν υπήρξε μόνο ο οραματιστής, ο καινοτόμος, ο πρωτοπόρος αποσταγματοποιός που υπηρέτησε με ρομαντισμό το όνειρό του και άνοιξε νέους δρόμους στο χώρο, (τα μονοποικιλιακά αποστάγματα και όχι μόνο, είναι δική του έμπνευση), αλλά και ένας πραγματικός “Ζορμπάς” που έζησε με πάθος τη ζωή του. Έφυγε με το παράπονο του μη εξορθολογισμού του θλιβερού καθεστώτος των χύμα τσίπουρων, για το οποίο πάλεψε σκληρά και αυτός για χρόνια, στο πλαίσιο του ΣΕΑΟΠ (Σύνδεσμος Παραγωγών Ελληνικών Αποσταγμάτων και Αλκοολούχων Ποτών). Ανέστη, ο κλάδος της αποσταγματοποιίας, σου είναι ευγνώμων!!!».
Λόγια που αποκτούν άλλη βαρύτητα καθώς είναι γραμμένα σε ανάρτηση στο facebook από τον πιο άμεσο ανταγωνιστή του, τον Κώστα Τσιλιλή της ομώνυμης αποσταγματοποιίας. Συμπυκνωμένα κι εύστοχα περιγράφουν το εκτόπισμα και τη σημαντικότητα αυτής της εμβληματικής προσωπικότητας που έφυγε από τη ζωή πριν από λίγες ημέρες, την παραμονή των Χριστουγέννων.
Ο Ανέστης Μπαμπατζιμόπουλος προερχόταν από ιστορική οικογένεια αποσταγματοποιών της Κωνσταντινούπολης. Ο συνονόματος παππούς του που διακατεχόταν από την ίδια φλόγα, ιδρύει την εταιρεία το 1875 και είναι από τους πιο φημισμένους ρακιτζήδες της Πόλης, με ιδιόκτητα αμπέλια στους Δελλιώνες της Σηλυβρίας. Ασχολιόταν με την παραγωγή αποσταγμάτων (Raki) για εγχώρια κατανάλωση και οίνων για εξαγωγές. Με την ανταλλαγή πληθυσμών, μετακινήθηκε μαζί με την οικογένεια του στη Μακεδονία, όπου συνέχισε την ποτοποιία μεταλαμπαδεύοντας στα παιδιά και στα εγγόνια του την εμπειρία και την τεχνογνωσία του. Από το 1932 η οικογένεια είναι ήδη γνωστή στην Ελλάδα για τα ούζα της.
Από τις αρχές της δεκαετίας του ‘70, ο συνεχιστής της παράδοσης και στιβαρός υποστηρικτής του εμφιαλωμένου αποστάγματος, Ανέστης Μπαμπατζιμόπουλος φυτεύει τον πρώτο δοκιμαστικό αμπελώνα και ιδρύει οινοποιείο και αποσταγματοποιείο στην Αγχίαλο Θεσσαλονίκης. Στα τέλη του 20ου αιώνα ολοκληρώνεται η φύτευση του βιολογικού αμπελώνα -είναι από τους πρώτους που ασχολήθηκαν με τη βιοκαλλιέργεια- στις Πλαγιές του όρους Βερτίσκου, στην Όσσα, όπου στην πορεία χτίζεται, εν μέσω αυτού, ένα νέο οινοποιείο και αποσταγματοποιείο. Τα κρασιά που παράγει το κτήμα έχουν ιδιαίτερο ενδιαφέρον και ο Ανέστης Μπαμπατζιμόπουλος θεωρείται προικισμένος αμπελουργός και οινοποιός. Θα μείνει όμως στην ιστορία κυρίως για την εδραίωση του τσίπουρου και των αποσταγμάτων. Άλλωστε υπήρξε ο πρώτος που χρησιμοποίησε την υπουργική απόφαση που βγήκε το 1988 και επέτρεπε στους Έλληνες ποτοποιούς να αποστάζουν, να παράγουν και να εμφιαλώνουν τσίπουρο. Τι κι αν το πρώτο εμφιαλωμένο τσίπουρο φάνταζε εξωτικό και δεν έτυχε της αποδοχής του τότε καταναλωτικού κοινού; Ο επίμονος αποσταγματοποιός εξακολούθησε όχι μόνο να το εμφιαλώνει αλλά και να υπερμάχεται για την καθιέρωσή του στη συνείδηση του Έλληνα καταναλωτή. Σπουδαία καινοτομία για τα ελληνικά δεδομένα ήταν και η δημιουργία των μονοποικιλιακών, ρωμαλέων αποσταγμάτων σταφυλής, τα οποία παρουσιάστηκαν επίσημα, και με τις ευλογίες της μεγάλης κυρίας του ελληνικού κρασιού, της Σταυρούλας Κουράκου, στη ΔΕΤΡΟΠ του 1992, σηματοδοτώντας την άνθιση των αποσταγμάτων στην Ελλάδα.
Μεταξύ άλλων ο Ανέστης Μπαμπατζιμόπουλος ήταν ιδρυτικό και ιδιαίτερα δραστήριο μέλος της ένωσης οινοπαραγωγών «Οίνοι Βορείου Ελλάδος» ενώ χρημάτισε ο πρώτος της πρόεδρος. Μάλιστα στη θητεία του, για πρώτη φορά τότε στην Ελλάδα, ακούστηκαν επίσημα οι όροι και οι έννοες των «Δρόμων του Κρασιού» και του «οινοτουρισμού» τα οποία ο Ανέστης Μπαμπατζιμόπουλος υπηρέτησε με όραμα και αφοσίωση, αφήνοντας πολύτιμη κληρονομιά.