Αλισαρόνια Σκούπα φτιαγμένη από λυγαριές.
Αμπασά Το πέρασμα από το ένα αμπέλι στο άλλο.
Ανεμόλοος Το μικρό παράθυρο της κάναβας, για να αερίζεται και να φεύγει η μυρωδιά του κρασιού.
Αφλα Μικρός αγωγός/ειδικό στόμιο, το οποίο βρίσκεται στον πάτο του πατητηριού, για να το συνδέει με το ληνό. Από εκεί τρέχει ο μούστος.
Αφουρα Μεγάλο βαρέλι για κρασί.
Ασύρτικο, Αθήρι, Αηδάνι Οι τρεις βασικές λευκές ποικιλίες στο νησί, με επικρατέστερη το Ασύρτικο.
Βάφτρα Ετσι λένε οι ντόπιοι τη Μανδηλαριά, μία από τις γηγενείς ερυθρές ποικιλίες.
Βεντέμα Η περίοδος του τρύγου και της οινοποίησης. Ξεκινά τον Αύγουστο και τελειώνει τον Οκτώβρη.
Βινσάντο Η παραδοσιακή και ιστορικής σημασίας ονομασία των γλυκών οίνων ΟΠΑΠ Σαντορίνη, από λιασμένα σταφύλια. Παράγεται από τις ποικιλίες Ασύρτικο, Αθήρι και Αηδάνι από τα νησιά Θήρα και Θηρασιά. Το όνομα είναι εμφανώς δηλωτικό της καταγωγής των κρασιών: Vino di Santorini – «κρασί της Σαντορίνης». Κατά μια άλλη θεωρία, προέρχεται από τις λέξεις vino santo, που σημαίνουν «άγιο κρασί».
Βουτσί Παλιά μονάδα μέτρησης, που σήμερα αντιστοιχεί σε ενάμισι μπουκάλι κρασί.
Κάναβα Το σύνολο των κτιριακών εγκαταστάσεων που φιλοξενούσαν όλες τις δραστηριότητες γύρω από το κρασί και ανήκαν σε μια οικογένεια. Οι κάναβες ήταν συνήθως υπόσκαφες, σκαμμένες μέσα στη γη και χτισμένες με πέτρα και λάσπη. Διέθεταν τουλάχιστον δύο πατητήρια, ένα για τα άσπρα και ένα για τα κόκκινα σταφύλια, και χτιστούς πάγκους που στήριζαν τις άφουρες (βαρέλια περιεκτικότητας γύρω στα 1.400 κιλά). Επιπλέον, είχαν το ρακιδιό, έναν ξεχωριστό χώρο, όπου γίνονταν η τσικουδιά και η απόσταξη, και το τοματάδικο, για την επεξεργασία της τομάτας και την παραγωγή πελτέ.
Κάμπανα Τα σταφύλια που έχουν ξεχαστεί πάνω στις αμπελιές μετά τον τρύγο.
Κοφίνι Πλεκτό σκεύος από βέργες λυγαριάς (καλάθι), με κοντά πλαϊνά χερούλια, που εξυπηρετούσε στη συλλογή και τη μεταφορά των σταφυλιών (αλλά και άλλων προϊόντων).
Λιάστρα Μέρος εναπόθεσης των σταφυλιών για να στεγνώσουν στον ήλιο.
Ληνό Υπόγεια δεξαμενή δίπλα στο πατητήρι, με το στόμιό του στο ύψος του δαπέδου του οινοποιείου, όπου συλλέγεται ο μούστος και μεταφέρεται από εκεί στις άφουρες.
Μάγγανο Χειροκίνητο σταφυλοπιεστήριο, με ξύλινο κάδο και βάση.
Μαυρούκα Ετσι λεγόταν το ξηρό κόκκινο κρασί που παραγόταν επί δεκαετίες στο νησί. Οφειλε την ονομασία του στο βαθύ χρώμα του και στην έντονη στυφάδα του.
Μαυροτράγανο Ντόπια ερυθρή ποικιλία που μέχρι πριν από λίγα χρόνια κινδύνευε με εξαφάνιση. Σήμερα, στα χέρια άξιων οινοποιών, δίνει κρασιά υψηλού επιπέδου.
Mέτζο (mezzo) Eνα κόκκινο, λιγότερο γλυκό από το Vinsanto, κρασί.
Μπρούσκο Το κρασί καθημερινής χρήσης. Παραγόταν από υπερώριμα σταφύλια, κυρίως Ασύρτικου και λιγότερο Αθηριού και Αηδανιού, καθώς και από Μανδηλαριά.
Νυχτέρι Η λέξη προέρχεται από τον τρύγο και το πάτημα των σταφυλιών, που παλαιότερα γίνονταν νύχτα. Οι Σαντορινιοί συνήθιζαν να λένε «πάμε να κάνουμε νυχτέρι», εννοώντας τη νυχτερινή εργασία.
Ξενόλοα Οι ξενικές ποικιλίες που έφτασαν στο νησί.
Ξεφετσάζω Καθαρίζω το βαρέλι από τα υπολείμματα του περσινού κρασιού.
Τραβέντζο Η πρωινή σύναξη των γαϊδουρολατών, που μετέφεραν τα σταφύλια και το κρασί (όπως και τα ντοματάκια) στα πλοία.
Φερεντίνι Είδος σουγιά που τον χρησιμοποιούσαν μόνο στον τρύγο.
Διαβάστε περισσότερα στο www.oinoxoos.net