Ακυβέρνητο καΐκι η λαχτάρα της πρώτης φράσης. Ευτυχώς, δεν χύθηκε το τσάι στο πληκτρολόγιο, μόνο ο αναπτήρας βράχηκε. Να κόψω το τσιγάρο και να στείλω το κείμενο στον «Γαστρονόμο», πήγε δέκα ο μήνας.
Ένα συνηθισμένο, αβράδιαστο απόγευμα στο καφενείο.
– Εβίβα, Μήτσο! Μα πήγες κι έβαλες τα μελίσσια πάνω στη δημοσιά;
– Εις υγείαν, Βαγγέλη! Στο βάθος της καλαμιάς είναι ο κύκλος με τις κυψέλες. Μακριά απ’ τον δρόμο.
– Ναι, αλλά, όταν περνάω με το αυτοκίνητο, έχει μέλισσες στο τζάμι… Κι άμα με τσιμπήσει καμιά; Μπορεί να είμαι κι αλλεργικός.
– Να κλείνεις τα τζάμια. Κι εγώ, όταν περνάω από χωράφι που ψεκάζουν, κλείνω τα τζάμια. – Και όταν πάω με το παπί; Το δικό σου το παπί έχει τζάμια, ρε Μήτσο;
– Να φοράς το κράνος σου!
– Ζέστη έχει ακόμη, Μητσάρα… Θα σκάσω!
– Μα θα είσαι ασφαλής. Θυμάσαι τον Πέτρο του Θανάση; Από πέτρα έπεσε κι έκανε δυο μήνες να βγει απ’ το σπίτι. Αν φόραγε κράνος, την άλλη μέρα θα ήταν εδώ. Κράνος και σιγά σιγά.
– Γιατί; Άμα πάω αργά, δεν θα πέσουν πάνω μου οι μέλισσες;
– Οι μέλισσες πάνε στον δικό τους δρόμο και στις δουλειές τους. Δεν έχουν ώρα για χασομέρια μαζί σου. Με καμιά 25αριά χιλιόμετρα την ώρα πετάνε. Αν εσύ πας με λιγότερα, ούτε μέλισσα ούτε ζημιά! Εξήντα εκατομμύρια χρόνια φτεροκοπάνε σ’ αυτά τα μονοπάτια, στους δρόμους δεν χωράνε, βρε συ Βαγγέλη;
– Ναι! Όλα τα ξέρουν αυτές!!! Οι σοφές μέλισσες!!!
– Πόσα χρόνια οδηγείς, Βαγγέλη;
– Απ’ τα δώδεκα!
– Όταν συναντάς ασθενοφόρο, δεν κάνεις στην άκρη για να περάσει; Έτσι και με τις μέλισσες… Ούτε παπιά ούτε αγροτικά. Με τα φτερά τους πάνε. Ένα πέρασμα χρειάζονται, μονάχα… μια δίοδο.
– Ε, και δηλαδή πόσο σιγά να πάω; Θα πέσω!
– Οδηγείς μισό αιώνα δίτροχα και θα πέσεις; Διακόσια μέτρα είναι.
– Διακόσια μέτρα τρεις φορές την ημέρα, πήγαινε έλα;
– Ένας μήνας είναι, θα περάσει! Συνάδελφοι γεωργοί είμαστε! Τα μελίσσια ευεργετούν τις καλλιέργειές σου κι εμείς αυτά.
– Τέλος πάντων… Kάνα καλό μέλι θα φάμε;
– Το καλύτερο! Απ’ τα χωράφια σου, απ’ τα λουλούδια σου.
– Τότε πρέπει να μου το δώσεις τσάμπα!
– Να σ’ το δώσω… Αν μου δώσεις εσύ το 24% της παραγωγής σου! Τόσο είναι το παραπανίσιο λόγω των μελισσών μου. Επικονίαση το λέμε αυτό.
– Δεν θα βρω άκρη μαζί σου… Φέρε κάνα δυο κιλά όταν τρυγήσεις. Εβίβα! Ευχαριστώ για το κέρασμα.
– Εις υγείαν! Όταν ψεκάσεις βράδυ και με λιγότερα δηλητήρια, θα σου κάνω και το τραπέζι.
– Πολλά δεν ζητάς, ρε Μήτσο;
– Λίγα ζητάω. Εσύ ζήτα από τον γεωπόνο τα λιγότερο τοξικά. Εδώ θα είμαστε, να λέμε «εις υγείαν» και να τρώμε νοστιμιές.
– Δεν μας λείπει το φαγητό, Μητσάρα! Ποτέ δεν μας έλειψε σ’ αυτά τα αλώνια.
– Ναι, Ευάγγελε. Εμείς οδηγούμε τα τρακτέρ, εμείς θερίζουμε ό,τι τρώμε, εμείς θερίζουμε ό,τι σπέρνουμε! Το φαγητό και ο χρόνος δεν μας έλειψαν ποτέ!
18.43
– Να σας ρωτήσω κάτι;
– Φυσικά. – Είναι ατιμία να μπολιάζεις το γράψιμο με στρατηγική;
– Τι εννοείτε ατιμία;
– Να νομίζουν οι αναγνώστες ότι γράφω ένα κείμενο για τη γεωργία, ενώ εγώ το γράφω για εκείνους τους πολλούς, που μπορούν να έχουν καλύτερη τροφή μόνο και μόνο αν αρχίσουν να νοιάζονται γι’ αυτήν. Τόσο απλά! Η καθαρή γεωργία και το καθαρό φαγητό των πολλών συνδέονται σε μια μαγική ισοδυναμία. Κοιτάζουμε την ομορφιά της, μα δεν βλέπουμε τη σύνδεσή της, γιατί μπαίνουν το ένα μέσα στο άλλο και μοιάζουν σαν ένα. Όχι δύο ίδια. Σαν ένα!
– Πώς νιώθετε γι’ αυτή την ατιμία;
18.49
– Αιωρούμαι… Θέλω να πιαστώ, αλλά μετεωρίζομαι… Μια ψηλά, να βλέπω τη σκιά του αλόγου, μια μέσα του, να ψηλαφώ τις πληγές του. Πρέπει να ’ναι καλά μασκαρεμένος ο Δούρειος! Η γεωργία δεν θα αλλάξει από τους γεωργούς. Είναι πολύ κουρασμένοι απ’ τους χορούς του καιρού. Πολύς ο καιρός! Πολλά και τα ρίσκα! Σε ποιο πόδι να στηριχτούν; Στο αριστερό ή στο δεξί; Κι αν πατήσουν την ντάμα; Ακίνητοι… Αρκούνται, βρέξει χιονίσει, στο στρωμένο τραπέζι της κουζίνας τους. Γιατί να στρώσουν το καλό, της τραπεζαρίας; Μεταξύ τους είναι…
18.51
…Μια δίοδο για τους καλεσμένους χρειάζεται η γεωργία. Μια δίοδο για να βγουν από τον περίκλειστο κάμπο τους κι οι γεωργοί. Ξώπορτα μεγάλη! Όχι πορτόνι που δεν χωρά ούτε η ουρά του αλόγου να χορέψει…
– Θα σας ξαναρωτούσα πώς νιώθετε την ατιμία, αλλά ο χρόνος μας τέλειωσε για σήμερα! Θα σας δω την άλλη Παρασκευή, στις 19.00.
*«Δουλεία διόδου» είναι το εμπράγματο δικαίωμα ελεύθερης διέλευσης μέσω ξένου γειτονικού ακινήτου, όταν δεν υπάρχει άλλη πρόσβαση σε δρόμο.
Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στον Γαστρονόμο Οκτωβρίου, τεύχος 174.