Η ανθισμένη μουσμουλιά ή δεσπολιά (από το ιταλ. nespola) ή μεσκουλιά. Μεγάλα αρωματικά, χνουδωτά, υποκίτρινα λουλούδια που ανθίζουν στα πρώτα κρύα και στις πάχνες του χειμώνα. Μπουκέτα που μοσχοβολούν πικραμύγδαλο, γλυκά σαν το μέλι. Μπουκέτα που θα θρέψουν τις μέλισσες και τα άλλα έντομα λίγο πριν ετοιμαστούν για τον χειμώνα που έρχεται, λίγο πριν μπούμε όλοι λίγο ή πολύ σε χειμερία νάρκη. Πέντε πέταλα και πέντε σέπαλα, χάρμα οφθαλμών Μπουκέτα που θα δώσουν καρπούς από τα τέλη Μαρτίου και μετά, μια εποχή που αναζητάς τη γλύκα του φρέσκου καρπού, όταν τα πορτοκάλια βρίσκονται προς το τέλος τους και τα μήλα έχουν πια μαραγκιάσει στα ψυγεία-αποθήκες.

Αρχαίο φυτό η μουσμουλιά, ίσως το αρχαιότερο. Χοντρά δερματώδη φύλλα τα φύλλα της και το καθένα από αυτά ποίηση ζωγραφιστή. Δεν την έχουν αγαπήσει, ούτε τραγουδήσει, όπως άλλα και άλλα δέντρα, σαν τη φουντωτή νεραντζούλα, σαν την κοντούλα λεμονιά ή την κόκκινη μηλίτσα. Την έχουν όμως πονέσει άνθρωποι που σκύβουν στη γη με ταπεινότητα και περισυλλογή.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣΤο κακουλέ, μια βαρκούλαΤο κακουλέ, μια βαρκούλα Αρχαίο φυτό και λίγο ξεχασμένο. Όλο και μακραίνουν οι αναμνήσεις μας. Τα περιτριγυρίζαμε μικροί στο περιβόλι του παππού, μικρά αλεπουδάκια και εμείς. Μόλις εντοπίζαμε το κίτρινο και ζουμερό φρούτο, το ξεφλουδίζαμε φτύνοντας τα κουκούτσια στη γη. Πιάνει αμέσως. Είτε παραχώνοντας ένα από τα πολλά κουκούτσια του στο χώμα είτε αγοράζοντας ένα έτοιμο μπολιασμένο από φυτώριο. Πιάνει παντού και αντέχει στο κρύο, στη ζέστη, στην ξηρασία. Αρκεί να το περιμένεις, να το κλαδεύεις τα πρώτα τα χρόνια, τα επτά της «γρουσουζιάς» του και, αφού το καλοσχηματίσεις και καταφέρεις ένα κωνοειδές σχήμα, να γευτείς τα πρώτα φρούτα σου, στην ταράτσα, στην αυλή και στο πεζοδρόμιό σου.

Πριν μας έρθουν από την εξωτική Ιαπωνία οι σημερινές ποικιλίες της μουσμουλιάς (Eriobotrya japonica), στην αρχαία Ελλάδα ήταν γνωστό ένα παρεμφερές είδος, το μέσπιλο. Μικρός και σκληρός ο αρχαίος καρπός, μεγάλος και χυμώδης ο σημερινός. Και οι δύο με έντονες στυπτικές ικανότητες και πολύτιμες βιταμίνες, όπως η πολύ σπάνια Β17. Στην Ιαπωνία κυκλοφορεί ευρέως και τσάι από φύλλα μουσμουλιάς. Ρίχνει λιπίδια, ζάκχαρα, καθαρίζει γενικά και ειδικά!

Αλλά, για να μη γυρίζω γύρω γύρω από τα μοσχοβολιστά αυτά άνθη και τους ζουμερούς καρπούς, η μουσμουλιά πέρα από όλα είναι όμορφη! Και μπορεί βέβαια να μην κερδίσουμε την αιωνιότητα πίνοντας τσάι από τα φύλλα της, μπορούμε όμως να σώσουμε την ψυχή μας, παρατηρώντας και θαυμάζοντας ένα και μόνο φύλλο της. Για του λόγου το αληθές, ο Rainer Maria Rilke* σε μία από τις επιστολές του από το Παρίσι, το φθινόπωρο του 1907, προς τη γυναίκα του, τη γλύπτρια Clara Westhoff, παρατηρώντας ένα φύλλο, έγραφε:

«Κοίταξε την απόχρωση του πράσινου που έχει μέσα της λίγο χρυσαφί, και το ζεστό καφετί σανταλόξυλο των μικρών κοτσανιών και το σημείο κοπής με το ολόφρεσκο εσωτερικό του σε ανοιχτοπράσινο χρώμα. Αχ, θαυμάζω μέρες τώρα τη λαμπρότητα αυτών των φύλλων και ντρέπομαι αλήθεια που δεν ξεχείλιζα από ευτυχία, όταν μπορούσα να τριγυρίζω μέσα σε όλα αυτά. Είμαστε όμως ολοένα κακοδιάθετοι και απροετοίμαστοι για την κάθε στιγμή, ανίκανοι και διασκορπισμένοι για όλα».

Ήμασταν, φαίνεται, από τότε «διασκορπισμένοι» και «κακοδιάθετοι», αλλά, αν άμποτε καταφέρουμε ένα και μόνο φύλλο να μας δώσει αυτή τη μοναδική χαρά, χωρίς ερμηνείες και παραπομπές, τότε θα ανήκουμε κι εμείς στους εκλεκτούς αυτού του κόσμου.

* Rainer Maria Rilke, «Γράμματα για τον Cézanne», μετάφραση Κωνσταντίνα Ψαρρού, εκδόσεις Ροές, 2010.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣστόφαΟι μασίνες των γιαγιάδων μας

Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Γαστρονόμος, τεύχος 176.

Βραβεία Ποιότητας

Δες ανά κατηγορία τα βραβεία των προηγούμενων ετών