Με ούζο ή τσίπουρο, λακέρδα και τουρσάκια ξεκινάει αυτό το ταξίδι στη Σμύρνη του άλλοτε. Για τους Ρωμιούς της Μικράς Ασίας ήταν ιερή η ώρα του μεζέ, που ετοιμαζόταν ευλαβικά, κανονικό τελετουργικό. Να σου η βελούδινη σκορδαλιά με το αμύγδαλο, να σου τα ψητά, κυμινάτα σουτζουκάκια με το γιαούρτι, να σου κι οι λαδεροί, γλυκοφάγωτοι λαχανοντολμάδες με το κουκουνάρι και τις σταφίδες τους. Όσο το μενού ξετυλίγεται σιγά σιγά, συνταγή τη συνταγή, τριγύρω σου έχεις εικόνες της κοσμοπολίτικης πόλης των αρχών του προηγούμενου αιώνα, παλιές ασπρόμαυρες φωτογραφίες που τυπώθηκαν σε διαφάνειες. Μικρά τμήματα ενός αναμνηστικού δελτάριου που έγιναν μεγάλα δίνουν το δικό τους χρώμα στη σάλα του «Βεγγέρα στη Σμύρνη», του pop-up εστιατορίου που έστησαν ο «Γαστρονόμος» και η Mastercard σε συνεργασία με το Μουσείο Μπενάκη, στο κτίριο της Πειραιώς 138. Στόχος όλων να αναβιώσουν τις οικογενειακές γιορτές στα αστικά σμυρναίικα σπίτια του άλλοτε, να επαναφέρουν την αύρα, την ατμόσφαιρα, την απλοχεριά μιας πόλης που το φαγητό το τιμούσε και το γιόρταζε. Να «φωτίσουν» τις μαγειρικές του μικρασιατικού ελληνισμού που, όπου κι αν βρέθηκε, τα γευστικά προικιά του τα είχε μαζί του, φυλακτό.
|
|
Μια «αγκαλιά» θέλησε να φτιάξει ο Σταύρος Παπαγιάννης, συνιδρυτής με τον Γιώργο Κυριαζή τoυ Stage Design Office, ο οποίος σχεδίασε τον χώρο και επιμελήθηκε την art de la table. Ένα περιβάλλον που να σε τυλίγει με εικόνες, ένα ατμοσφαιρικό αλισβερίσι του τότε και του τώρα. Δεν είναι μόνο τα λευκοστρωμένα τραπέζια, τα σερβίτσια, τα ποτήρια. Είναι και τα «σημαδιακά» αντικείμενα στα εσωτερικά «παράθυρα»: μια καράφα, μια κρυστάλλινη πιατέλα με χρυσές λεπτομέρειες, μια σειρά από ασημένια κουταλάκια…


|
|
Ο Τάκης Χριστοφιλέας, συνιδιοκτήτης του Δειπνοσοφιστήριον Catering, που διαχειρίζεται τον χώρο του εστιατορίου του μουσείου, φρόντισε κάθε λεπτομέρεια. Εκείνος είχε την ιδέα όλα αυτά να φιλοξενηθούν εκεί – λίγα βήματα από την είσοδο στην επετειακή έκθεση «Μικρά Ασία: Λάμψη – Καταστροφή – Ξεριζωμός – Δημιουργία» του μουσείου, η οποία ακολουθεί όλη τη διαδρομή του μικρασιατικού ελληνισμού από την ακμή, στους διωγμούς και στην εγκατάσταση των προσφύγων στην Ελλάδα, με σπάνια εκθέματα, φωτογραφίες και συγκλονιστικές προσωπικές μαρτυρίες. Το μενού επιμελήθηκε η σεφ Νένα Ισμυρνόγλου, που έχει ρίζες στη Σμύρνη, στην Πόλη και στην Καππαδοκία. Το πλούμισε με συνταγές που μαγείρευαν και μαγειρεύουν στην οικογένειά της και άλλες που η ομάδα του «Γαστρονόμου» βρήκε ταξιδεύοντας σε όλη την Ελλάδα και καταγράφοντας πρωτογενές υλικό.
|
|
πέρασαν από γενιά σε γενιά, με τη ζεστασιά, την τρυφεράδα του ανταμώματος, που με ένα μικρό «πότισμα» ανθίζει.
Μετά από εκείνους τους μεζέδες έρχονται γαρίδες στον ταβά, παρέα με ρεγκοσαλάτα, και ψάρι παπατζίδικο, «αγκαζέ» με ένα μυρωδάτο πολίτικο πιλάφι. Έρχεται και μουσακάς, παλιά συνταγή, χωρίς μπεσαμέλ, με ντομάτα και κασέρι και τον κιμά του γλυκοφάγωτο. Άλλα γνωστά, άλλα πιο άγνωστα, είναι μέρος μιας κληρονομίας με ρίζες βαθιές στον χρόνο, με αποτύπωμά σε όσα μαγειρεύουμε καθοριστικό – καμιά φορά δεν συνειδητοποιούμε πόσο. Οι πρόσφυγες μπόλιασαν την ελλαδίτικη κουζίνα με γεύσεις, υλικά και συνήθειες. Παγωτό τριαντάφυλλο, αρωματικό και δροσιστικό, λουκούμια και σεκέρ παρέ και ένας γιορτινός πολίτικος χαλβάς, ολόλευκος, κλείνουν ένα δείπνο με την ατμόσφαιρα μιας χρυσής εποχής, με συνταγές πουΒεγγέρα στη Σμύρνη, στο εστιατόριο του Μουσείου Μπενάκη/ Πειραιώς 138, οδός Πειραιώς 138 και Ανδρονίκου. Το εστιατόριο θα λειτουργεί έως τις 18/12. Μενού (με κρασί): 60 ευρώ/άτομο, κρατήσεις στο Τ/6981-692689 και online στο benaki.org/ smyrnirestaurant