Διαφέρει αρκετά από τους γείτονές του αυτό το φιλικό και παράλληλα… μη τυπικό μεζεδοπωλείο που έστησε στη Νέα Φιλαδέλφεια ο Δημήτρης Τρυφωνόπουλος με τη βοήθεια του σεφ Μίλτου Αρμένη. Αρκετοί έρχονται από τα βόρεια, ακόμη και από τα νότια της πόλης, για ένα ιδιαίτερο σενάριο που παντρεύει τους μεζέδες και τα τάπας, το αστικό και το λαϊκό, το γνώριμο και το διαφορετικό και ανανεώνει τη σκηνικό της περιοχής. Παρότι ο χώρος μέσα είναι όμορφος, με ζεστό σύγχρονο χαρακτήρα, τώρα είναι η εποχή της μικρής αυλής. Τα τραπέζια εκεί στρώνονται με πολύχρωμους φλοράλ μουσαμάδες, που μαζί με τα χρωματιστά λαμπιόνια που κρέμονται απέναντι ταιριάζουν ωραία με τις ψηλές ταρτιέρες, τα κατσαρολάκια και τις γυάλινες σκαλιστές φοντανιέρες στις οποίες έρχονται σερβιρισμένα όσα φτιάχνουν στην κουζίνα. Του δίνουν ένα χαρούμενο ρετρό τόνο.
Στον κατάλογο βλέπεις σχετικά λιτές περιγραφές (δεν γράφουν πολλά-πολλά), τα πιάτα όμως αποδεικνύονται πιο φαντεζί και πιο πληθωρικά από ότι περιμένεις. Πολλά μπορείς να βάλεις πλάι στη μπίρα, το τσίπουρο ή το κρασί σου. Ο Ελληνοϊσπανός Μίλτος Αρμένης κάθε μέρα φτιάχνει μια διαφορετική τροφαντή τορτίγια − εμείς πετύχαμε μια εκδοχή της σπανιόλικης ομελέτας με σαρδέλα που ήταν νόστιμη, αν και κατ’ εμέ λίγο παραπάνω φορτωμένη. Το κους κους με ψιλοκομμένη πιπεριά, αγγούρι, κρεμμύδι και μους φέτας, σκεπασμένο με σκόνη ντομάτας, που κλείνει το μάτι στην χωριάτικη, είναι πολύ έξυπνη ιδέα, ενώ και η πράσινη σαλάτα με τα ψητά ροδάκινα, την ξινομηζύθρα και το οξύμελι είναι ευχάριστη και καλοκαιρινή.
Η «παρέλαση» συνεχίζεται με συμπαθητικά, ήπια στα μπαχαρικά τους σουτζουκάκια από τόνο, που τα σερβίρουν πάνω σε κρέμα πατάτας με τσιπς πατάτας από πάνω και ωραία, ελαφροψημένα καλαμάρια που παντρεύονται όμορφα με το τσιγαρέλι και τα κρατσανιστά κράκερ ρυζιού. Ξεχωρίζω και τις γαρίδες, που ο σεφ τις τυλίγει με μπόλια και εντεράκια, φτιάχνοντας τα μερακλίδικα θαλασσινο-στεριανά γαρδουμπάκια του μαγαζιού. Αξίζει να τα δοκιμάσετε. Η τυλιγμένη σε κρατσανιστό φύλλο κρούστας φέτα που συνοδεύεται με δύο σάλτσες, μια με ταχίνι και μια με μύρτιλο, παίζει με την αντίθεση αλμυρού και γλυκού, με το τελευταίο να κερδίζει στα σημεία. Το μπιφτέκι από την άλλη, παρότι ζουμερό, ωραία ψημένο, ήταν στην περίπτωσή μας λίγο αλμυρό. Κλείσαμε το σερί με μια… παιχνιδιάρικη γουρουνοκεφαλή, που σιγοψήνεται στον ξυλόφουρνο για 12 ώρες ξεψαχνίζεται και συνδυάζεται με σάλτσα ξιδιού, μουστάρδα ανανά, λεπτοκομμένα στικ πράσινου μήλου και τηγανητό κρεμμύδι (το χρησιμοποιεί αρκετά η κουζίνα) για λίγη τραγανάδα.
Αυτά κι άλλα ανάλογα συνδιαμορφώνουν το στιλ ενός μαγαζιού, που επαναπροσδιορίζει με το δικό του τρόπο την κουλτούρα του μεζέ, θέλοντας να είναι διαφορετικό και ταυτόχρονα οικονομικό και το οποίο, ακριβώς για αυτόν τον λόγο, παίζει στην κουζίνα του πέρα από πρώτες ύλες μικρών παραγωγών και με διάφορα οικονομικά κομμάτια κρέατος, όπως οι μοσχαρίσιες γλώσσες και η ουρά, ή με μικρά ψαράκια − όντως οι περισσότεροι από τους πρωτότυπους μεζέδες κινούνται μεταξύ 4,5 και 8 ευρώ. Για το τέλος, σας επιφυλάσσουν στεγνοτηγανισμένα σπανιόλικα τσούρος (λουκουμάδες) πασπαλισμένα με ζάχαρη, που τα βουτάς σε σοκολάτα και αλμυρή καραμέλα.