ΕΛΛΑΔΑ

Γιατί όσοι πεινάνε παίρνουν τα βουνά στη Σύρο;

Οι νέες hot αφίξεις εστιατορίων, μπαρ, ακόμα και οινοποιείου, στον λόφο της Άνω Σύρου και στην ορεινή Απάνω Μεριά δείχνουν μια τάση «αποκέντρωσης» στην πρωτεύουσα των Κυκλάδων.

27.06.2023
Φωτογραφία: Αλέξανδρος Πετράκης
Γιατί όσοι πεινάνε παίρνουν τα βουνά στη Σύρο;

Μην είναι οι κάμποι; Μην είναι τα άσπαρτα ψηλά βουνά; Μην είναι ο ήλιος της, που χρυσολάμπει; Μην είναι τα άστρα της τα φωτεινά; Το wild west του νησιού, η ανεξερεύνητη Απάνω Μεριά του, και η Άνω Σύρος με τα στενά, γραφικά σοκάκια της είναι ό,τι πιο hot αυτή τη στιγμή στη Σύρο. Και αυτό οφείλεται αφενός στην έντονη διαφορά που υπάρχει μεταξύ του κυκλαδίτικου τοπίου της Άνω Σύρου και της ανεξερεύνητης Απάνω Μεριάς σε σχέση με το κοσμοπολίτικο αστικό περιβάλλον της Ερμούπολης, κι αφετέρου στις πολύ ενδιαφέρουσες προσπάθειες που υλοποιούνται τα τελευταία χρόνια στην επάνω μεριά του λόφου. Πάντως η αλήθεια είναι ότι παρά τις πολλές δυσκολίες ακόμα και σε βασικές ανάγκες όπως η υδροδότηση και το τηλεφωνικό δίκτυο, ολοένα και περισσότεροι επιχειρηματίες επιλέγουν τα λιγοστά ορεινά τοπία της Σύρου, και μαζί με αυτούς πολλοί ντόπιοι και επισκέπτες του νησιού ακολουθούν, παίρνοντας κυριολεκτικά τα βουνά, κι ανηφορίζοντας προς τη βόρεια πλευρά του μικρού νησιού για να απολαύσουν προσεγμένο φαγητό, να πιουν νόστιμα κοκτέιλ και να δοκιμάσουν καλοφτιαγμένα κρασιά.

Φωτογραφία: Άγγελος Γιωτόπουλος

Η Άνω Σύρος

Φωτογραφία: Περικλής Μεράκος

Ένας λόφος κι ένα βουνό

Χτισμένη στον αριστερό λόφο όπως κοιτάζουμε τη Σύρο μπαίνοντας με το πλοίο στο λιμάνι, η Άνω Σύρος είναι ένας μεσαιωνικός οικισμός που χτίστηκε ως κάστρο για την προστασία των ντόπιων από την πειρατεία. Στην κορυφή του λόφου βρίσκεται η καθολική μητρόπολη της Σύρου, ο Σαν Τζώρτζης που χτίστηκε στα 1.200, μια πανέμορφη εκκλησία, τρίκλιτη βασιλική με μαρμάρινους κίονες. Στα στενά σοκάκια του οικισμού που θυμίζει πιο πολύ Κυκλάδες από οποιοδήποτε άλλο σημείο του νησιού, ακούστηκαν για πρώτη φορά οι μάγκικες πενιές του σπουδαίου ρεμπέτη μας, Μάρκου Βαμβακάρη.

Λίγο μετά την Άνω Σύρο, και σε ακόμα μεγαλύτερο υψόμετρο, βρίσκεται η Απάνω Μεριά, το βορινό μεγάλο τμήμα του νησιού, που υπήρξε κάποτε βασικός τροφοδότης των ντόπιων, με πολλές και αξιόλογες καλλιέργειες στις πεζούλες, οι οποίες παραμένουν ακόμα να στολίζουν τα άνυδρα και σε μεγάλο βαθμό ακαλλιέργητα και ανεκμετάλλευτα χώματα. Πλέον η αγροτική και κτηνοτροφική δραστηριότητα έχει περιορισθεί πολύ, και όλο το βόρειο τμήμα του νησιού, από την Άνω Σύρο και μετά, είναι ελάχιστα κατοικημένο, με εγκαταλελειμμένες θεμωνιές, αλώνια, πηγάδια. Το τοπίο βέβαια είναι συγκλονιστικό, με όλη την κυκλαδίτικη αγριάδα, ένα ησυχαστήριο περικυκλωμένο από το απέραντο γαλάζιο. Εδώ πάνω ακούς μόνο τον ήχο του ανέμου, των πουλιών και των άγριων ζώων. Στην Απάνω Μεριά επίσης υπάρχει Καταφύγιο Άγριας Ζωής, μονοπάτια, κρυφές παραλίες που προσεγγίζονται μόνο πεζή, καθώς και αρχαιολογικοί χώροι που χρονολογούνται από την έναρξη του πρωτοκυκλαδικού πολιτισμού. Άνω Σύρος και Απάνω Μεριά έχουν γλυτώσει από την επέλαση του τουρισμού, κι αυτό είναι κομμάτι της γοητείας και της αυθεντικότητά τους.

Από την άλλη, η επιχειρηματική δραστηριότητα στην Απάνω Μεριά ήταν μέχρι πρόσφατα μηδαμινή, και μέχρι και πριν από λίγα χρόνια λειτουργούσε μόνο η ταβέρνα Αλώνι στο Παπούρι. Η Άνω Σύρος πάλι, στο παρελθόν ήταν γεμάτη ζωή, καθώς εκεί λειτουργούσαν αρκετές ταβέρνες και καφενεία, κι από τσαγκαράδικα, κουρεία, παντοπωλεία, μέχρι ρεμπετάδικα, που κρατούσαν ζωντανό τον οικισμό μέρα νύχτα. Οι παλιοί που θυμούνται, διηγούνται ότι κλείνοντας τα μαγαζιά στο τέλος της ημέρας, αφήνανε ανοιχτά τα γραμμόφωνα κι η μουσική δε σταματούσε ποτέ. Εδώ και κάποιες δεκαετίες οι δραστηριότητες σταδιακά λιγόστεψαν, τα περισσότερα μικρομάγαζα έκλεισαν, και το μόνο που απέμεινε από εκείνα τα χρόνια, είναι η παμπάλαιη ταβέρνα του Λιλή που άνοιξε το ‘50 από τον Λεονάρδο Ρούσσο, έναν σφάχτη σε χοιροσφάγια όπως ήταν το επίσημο επάγγελμά του, και πλέον εξακολουθεί να λειτουργεί πιστό στην παραδοσιακή κουζίνα, από τον εγγονό του Λιλή, τον Λεονάρδο Ρούσσο τον νεότερο. Πριν από περίπου καμιά διετία είδαμε την Άνω Σύρο να παίρνει μια βαθιά ανάσα και να ζωντανεύει ξανά. Αρκετά καινούρια καλόγουστα μαγαζιά με περιποιημένα τουριστικά αντικείμενα, ρούχα και κοσμήματα άνοιξαν κι ομόρφυναν το κεντρικό σοκάκι του οικισμού, ταυτόχρονα και με ποιοτικά καταστήματα υγειονομικού ενδιαφέροντος. Ένα από τα πρώτα είναι το μικρό και φιλόξενο τσιπουράδικο-παντοπωλείο Maison de Meze που είναι χωμένο μέσα σε μια δροσερή, κυκλαδίτικη αυλή με λουλούδια και πρασινάδες, ενώ ακολούθησαν το νεοσουβλατζίδικο Χύμα και Τσουβαλάτα, το εστιατόριο Hygge, το γνωστό μπαρ των Πετραλώνων η Βραζιλιάνα και το μπαρ Della Suda. Μερικές από τις πιο ενδιαφέρουσες νέες αφίξεις ακολουθούν παρακάτω.

Φωτογραφία: Περικλής Μεράκος

Φωτογραφία: Περικλής Μεράκος

Theosis: το κοκτέιλ μπαρ που οραματίστηκε ο Χρήστος καθώς το βίωνε

Το πρώτο cocktail bar της Άνω Σύρου έγινε προορισμός πριν καν προλάβει να λιώσει ο πάγος στα ποτήρια μας. Το Theosis άνοιξε τις πόρτες του το καλοκαίρι του 2021 στο Τρίστρατο της Άνω Σύρου, στο ισόγειο ενός παλιού σπιτιού με τυπική κυκλαδίτικη αρχιτεκτονική. Ο ιδιοκτήτης, εμπνευστής του, και μπαρτέντερ, Χρήστος Γκόλφης, δημιουργός και πρώην ιδιοκτήτης του μπαρ Kouchico στην Ερμούπολη, αποφάσισε να αφήσει πίσω του την πόλη και να ανεβεί στον λόφο. Δημιούργησε ένα εξονυχιστικά μελετημένο concept, εμπνευσμένο από το νησί και από το κυκλαδίτικο τοπίο. Η νησιωτικότητα αποτυπώνεται στον χώρο, στα προϊόντα του gift shop, στα ποτήρια, στα υλικά, στα κοκτέιλ, παντού. Με λίγα λόγια τα signature κοκτέιλ του, που είναι απολύτως άρτια, χειροποίητα και πεντανόστιμα, δεν είναι οι μοναδικοί λόγοι για να ανηφορίσει κανείς προς τον λόφο της Άνω Σύρου. Το Theosis πέτυχε το στοίχημα με τον εαυτό του πολύ γρήγορα, καταφέρνοντας να μην είναι απλώς ένα ακόμα κοκτέιλ μπαρ σε νησί. Εφέτος στα δεύτερα γενέθλιά του, η Άνω Σύρος έχει περισσότερη κίνηση και δραστηριότητα από ποτέ, και οπωσδήποτε ο Χρήστος έβαλε ένα μεγάλο και ποιοτικό λιθαράκι στην αναβίωση του οικισμού.

Φωτογραφία: Αλέξανδρος Πετράκης

Φωτογραφία: Αλέξανδρος Πετράκης

Φωτογραφία: Αλέξανδρος Πετράκης

Φωτογραφία: Αλέξανδρος Πετράκης

O ιδιοκτήτης και εμπνευστής του theosis Χρήστος Γκόλφης

Τι σε έφερε στην Άνω Σύρο; Εν μέσω κόβιντ έζησα εδώ στην Άνω Σύρο, στο ίδιο οίκημα που μετέπειτα διαμόρφωσα ως κοκτέιλ μπαρ. Πέρασα εδώ χειμώνα και καλοκαίρι, και το αγάπησα το μέρος. Παράλληλα βέβαια παρατήρησα και το επιχειρηματικό κενό του οικισμού, όμως κυρίως με γοήτευσε ενεργειακά η Άνω Σύρος. Την περπάτησα πολύ, όπως και την Απάνω Μεριά, απόλαυσα τα τοπία, και οραματίστηκα το project από πριν. Το πώς θα είναι το μπαρ, τι θα περιλαμβάνει το gift shop, πως θα αναπτύσσεται ο εξωτερικός χώρος στα σκαλάκια της γειτονιάς. Είχα ήδη προαποφασίσει τις πρώτες ύλες που θα χρησιμοποιώ, δηλαδή ό,τι βγάζει η Απάνω Μεριά, τα μέλια, τα θυμάρια, τα φασκόμηλα. Το οραματίστηκα καθώς το βίωνα.

Πως το βιώνεις επιχειρηματικά αλλά και ανθρώπινα; Είναι τελικά αρκετά δύσκολο εγχείρημα, πιο δύσκολο από ότι το περίμενα. Ο ανεφοδιασμός γίνεται με τα χέρια και με μικρά καροτσάκια που να χωράνε στο στενό σοκάκι, αφού αυτοκίνητο ή μηχανή δεν περνάει από εδώ. Αυτό συνεπάγεται μειωμένη ποικιλία και στοχοπροσήλωση σε αυτά τα λίγα που προσφέρουμε. Η αναβίωση της εώς και πρόσφατα ερημωμένης κι απαξιωμένης πιάτσας της Άνω Σύρου, δεν είναι από όλους επιθυμητή. Η επανεκκίνηση της πιάτσας δημιουργεί αναταράξεις που χρειάζεται να τις αντιμετωπίσουμε.
Επιπλέον, μια μεγάλη μου έγνοια και αγωνία, είναι το κατά πόσο ο κόσμος που έρχεται εδώ, μπορεί να αντιληφθεί τη διαφορετικότητα και τις ιδιαιτερότητες ενός εγχειρήματος στην Άνω Σύρο, να τα κατανοήσει και να τα εκτιμήσει. Στα μεγάλα θετικά είναι αυτή η φοβερή ενέργεια του χώρου και του λόφου ολόκληρου, που παραπέμπει πιο πολύ σε νησί από ότι η Ερμούπολη λόγου χάρη. Προσωπικά το απολαμβάνω απίστευτα πολύ.

Ποιο είναι το όραμα και οι προσδοκίες σου; Αυτό που περισσότερο με ενδιαφέρει, είναι να μπορέσω να μεταφέρω στους επισκέπτες του μπαρ, όλη αυτή τη δουλειά που κρύβεται πίσω από τα νόστιμα και ποιοτικά ποτά. Να κατανοήσουν τι είναι αυτό που βιώνουν, και να αισθανθούν πως είναι κι εκείνοι κομμάτι ενός γειωμένο μαγαζιού, που αφηγείται μια ιστορία, με τα χρώματα, τα αρώματα, τις γεύσεις της Σύρου, των Κυκλάδων, του Αιγαίου, τη μυθολογία. Τα πάντα σε αυτό τον χώρο έχουν μια εξήγηση λογική, τυχαίο δεν είναι τίποτα. Αυτή τη διάδραση και την ενέργεια θέλω να τη νιώσει κι ο κόσμος, γιατί τότε η εμπειρία του θα κορυφωθεί.

Αγίου Σεβαστιανού, Πιάτσα, Άνω Σύρος, Τ/22810-88.958

 

Ταβέρνα Πλακόστρωτο: προσπαθώντας να ανταγωνιστούν τη θέα

Εκεί στις εξοχές της Σύρου θυμάμαι από παλιά τους ντόπιους να πηγαίνουν εκδρομές τα Σαββατοκύριακα στα λιγοστά ταβερνάκια της Απάνω Μεριάς. Από τη μια η θέα που σου κόβει την ανάσα, από την άλλη το νόστιμο, παραδοσιακό φαγητό, μαζί αυτά έχουν κρατήσει από το 2001 την ταβέρνα Πλακόστρωτο ζωντανή, κι ας είναι τρόπον τινά μακριά από την Ερμούπολη – σε ένα μικρό νησί όπως η Σύρος, τα δέκα λεπτά οδήγηση θεωρούνται ολόκληρη εκδρομή. Η αλλαγή στην ταβέρνα Πλακόστρωτο έγινε το 2016, που την ανέλαβαν η Λίτσα Μαρκέλλου, ο σύζυγός της Γιώργος και ο αδερφός του Πέτρος Παλαιολόγος, εκ καταγωγής Συριανοί. Η ταβέρνα τότε απέκτησε ακόμα μεγαλύτερη δημοφιλία, και πολύ περισσότερος κόσμος άρχισε να ανηφορίζει προς την Απάνω Μεριά.

Φωτογραφία: Αλέξανδρος Πετράκης
Φωτογραφία: Αλέξανδρος Πετράκης

Η θέα, ο τόπος και οι εποχές είναι παντού στον έξω και στον μέσα χώρο της ταβέρνας, και η ομάδα του Πλακόστρωτου έστησε ένα νοικοκυρεμένο, μικρό μενού, έτσι όπως ταιριάζει σε μια ταβέρνα του σήμερα. Καλές πρώτες ύλες, όσο μπορούν τοπικές, εμφιαλωμένα κρασιά, η φέτα είναι φέτα, το ελαιόλαδο διαλεχτό από την Κόρινθο, τα κοκόρια είναι συριανά, το ψωμί προζυμένιο, τα μάραθα άγρια, τα χόρτα μαζεμένα από το βουνό.

Η Συριανή μαγείρισσα Μαρία Αργυρού, ο σεφ Νικόλας Μπραγουδάκης και η συνιδιοκτήτρια του Πλακόστρωτου Λίτσα Μαρκέλλου / Φωτογραφία: Αλέξανδρος Πετράκης

Τι σας έφερε στην Απάνω Μεριά; Για πολλά χρόνια μέναμε στην Κόρινθο, κι όταν κάποια στιγμή που ήμασταν στη Σύρο, ήρθαμε εδώ στην ταβέρνα που λειτουργούσε από τον προηγούμενο ιδιοκτήτη, και καθίσαμε να φάμε, μείναμε κάγκελο με τη θέα. Μας άρεσε τόσο πολύ που ονειρευόμασταν όχι μόνο να πάρουμε και να δουλέψουμε την ταβέρνα, αλλά να είχαμε και το σπίτι μας εδώ πάνω.

Πώς το βιώνετε επιχειρηματικά αλλά και ανθρώπινα; Απολαμβάνουμε την ησυχία, το μοναδικό τοπίο, τη θέα στη θάλασσα και το βουνό, και το πρωί απλώνουμε το χέρι και λες και πιάνουμε τον ουρανό. Όμως παλεύουμε καθημερινά και προσπαθούμε πολύ. Ακόμα και η υδροδότηση δεν είναι δεδομένη. Μια από τις αρκετές δυσκολίες που αντιμετωπίζουμε εδώ, είναι ότι δεν βρίσκουμε άτομα που να θέλουν να έρχονται καθημερινά ως το Σαν Μιχάλη για να εργαστούν. Επίσης μας δυσκολεύει το ότι ο κόσμος δεν μπορεί εύκολα να προσαρμοστεί στη γαλήνια συνθήκη του τόπου, έχει μάθει στην ταχυφαγία και βιάζεται. Όμως αυτός που ξέρει να φάει, ξέρει και να περιμένει. Οπουδήποτε αλλού στο νησί ο κόσμος είναι περαστικός, και δεν είναι ανάγκη να δώσεις ιδιαίτερη προσοχή για να τον κρατήσεις. Εδώ όμως χρειάζεται να προσπαθήσεις παραπάνω για να τον ξαναφέρεις πίσω. Να μην είσαι απρόσωπος. Η επιτυχία δεν είναι μόνο στο ταμείο, αλλά και στα ικανοποιημένα και χαρούμενα πρόσωπα των ανθρώπων. Προχωράμε σιγά σιγά, όπως αρμόζει και στο γαλήνιο περιβάλλον μας, και το χτίζουμε με υπομονή. Μας αρέσει που άνοιξε κι ο συνάδελφος εδώ κοντά (σ.σ. εννοεί την ταβέρνα Λυγερός). Ένας ακόμα λόγος για να κοιτάξει ο κόσμος και την Απάνω Μεριά.

Ποιο είναι το όραμα και οι προσδοκίες σας; Προσπαθούμε να κερδίσουμε τη θέα… να την ξεπεράσουμε με το φαγητό μας. Να το ανεβάσουμε ακόμα περισσότερο, όσο μπορούμε. Εδώ δεν ήρθαμε για να τα κονομήσουμε και να φύγουμε. Το μαγαζί έχει μια ιστορία, την οποία συντηρούμε, και μάλιστα έχουμε καταφέρει να είμαστε σημείο αναφοράς στη Σύρο. Αυτό είναι το έπαθλό μας. Να ακούγεται το μαγαζί, και να ανεβαίνει η ποιότητα και το φαγητό μας ώσπου να πιάσει ταβάνι. Αν ποτέ καταφέρουμε να βρούμε κι ένα σπίτι εδώ πάνω, θα είμαστε διπλά χαρούμενοι.

Σαν Μιχάλης, Απάνω Μεριά, Τ/697-39.80.248

 

Ταβέρνα Λυγερός: κοιτάζεις έξω και ξεχνάς όλα τα άλλα

Μπορεί και να ήμουν η πρώτη πελάτισσα που μπήκε στον Λυγερό˙ τόσο ανυπόμονα το περίμενα. Ο Λυγερός άνοιξε πριν από λίγες ημέρες, την Πρωτομαγιά του ’23. Βρίσκεται κι αυτό στο πιο αραιοκατοικημένο μέρος της πρωτεύουσας των Κυκλάδων, στον μικρό οικισμό Λυγερό, με τα λίγα σπίτια και την πολύ θέα. Στεγάζεται σε ένα μικρό αγροτόσπιτο πάνω από τους γκρεμούς, το οποίο υπήρξε και παλιά ταβερνάκι, ήδη από τη δεκαετία του ’60. Ήταν η καλή του μοίρα να πέσει στα χέρια των φοβερών μαγείρων, Στέλιου Θεοδωράκη και Θοδωρή Κασσαβέτη (εστιατόριο ΦΙΤΑ), οι οποίοι έστησαν ένα χειροποίητο, συγυρισμένο ταβερνομαγειρείο που η ομορφιά του όλη είναι το τοπίο που το περιβάλει. Τις προάλλες κάθισα νωρίς το απόγευμα που είχε απόλυτη ησυχία σε ένα τραπεζάκι άκρη άκρη κάτω από το πεύκο, άνοιξα ένα μπουκάλι Ασύρτικο και παρήγγειλα κεφαλάκι αρνίσιο, φασόλια χυλωμένα στον ξυλόφουρνο και προζυμένιο ψωμί μόλις ξεφουρνισμένο, μαζί με χλωροτύρι κατσικίσιο πηγμένο στην κουζίνα τους το πρωί, με γάλα από το Πλατύ Βουνί. Για να τους δω και να μιλήσουμε πρέπει να πάω ως εκεί. Δεν είναι εύκολη η τηλεφωνική επικοινωνία, το σήμα δεν είναι καλό και τους ακούω διακεκομμένα.

Φωτογραφία: Αλέξανδρος Πετράκης

Φωτογραφία: Αλέξανδρος Πετράκης

Φωτογραφία: Αλέξανδρος Πετράκης

Φωτογραφία: Αλέξανδρος Πετράκης

Τι σας έφερε στην Απάνω Μεριά; Το μαγευτικό τοπίο του ιστορικού οικισμού. Αυτό μας έφερε εδώ, κι αυτό μας κρατάει. Αλλά και η ησυχία, και το ότι μας δίνεται η ευκαιρία να δώσουμε ζωή σε ένα παρατημένο κομμάτι της Σύρου. Κι αυτό είναι σημαντικό challenge.

Πώς το βιώνετε επιχειρηματικά αλλά και ανθρώπινα; Αρέσει τόσο πολύ στον κόσμο, και όλοι μας λένε τα καλύτερα, κι έτσι είμαστε κι εμείς πολύ χαρούμενοι. Δίνουμε τον καλύτερο εαυτό μας, όλη την αγάπη μας στο φαγητό, και αυτό το εισπράττουμε. Έρχεται και ξανάρχεται ο κόσμος, και παράλληλα έχουμε μια μικρή γειτονιά γύρω μας που μας στηρίζει και μας αγαπάει. Ακόμα και για τις δυσκολίες, όπως το ότι είμαστε εκτεθειμένοι στον καιρό, ή το θέμα της τροφοδοσία που δεν είναι και τόσο εύκολη, βρίσκουμε λύσεις και τα αντιμετωπίζουμε. Πηγαίνουμε οι ίδιοι στην αγορά και ψωνίζουμε, και τώρα που βγαίνουν σιγά σιγά και τα άνυδρα μποστανίσια επικοινωνούμε με τους παραγωγούς, πάμε στα χωράφια τους, τα βλέπουμε, τα διαλέγουμε και τα παίρνουμε. Με αυτό το μαγικό τοπίο γαληνεύεις και μαγειρεύεις με άλλη όρεξη. Κάνεις μια λοξή ματιά, βλέπεις έξω και ξεχνάς όλα τα άλλα. Συν του ότι έχεις δεκάδες ερεθίσματα για να μαγειρέψεις κάτι ή κάπως διαφορετικά. Ο παραδοσιακός ξυλόφουρνος λόγου χάρη είναι ένα από τα ατού που δεν έχεις εύκολα σε ένα αστικό πλαίσιο.

Ποιο είναι το όραμα και οι προσδοκίες σας; Θέλουμε να βλέπουμε χαρούμενα πρόσωπα, να τρώει ο κόσμος καλά και να απολαμβάνει ποιοτικά προϊόντα και αγνό φαγητό χωρίς να του παίρνουμε το κεφάλι. Έχουμε κι ένα αμπελάκι εδώ πίσω, κι έχουμε σκοπό να κάνουμε το δικό μας κρασί, αλλά και τη δική μας μπίρα, σε συνεργασία με τον οινολόγο Νίκο Χατζάκη από το γειτονικό μας οινοποιείο. Και φυσικά θέλουμε να φυτέψουμε και τα δικά μας μποστάνια.

Λυγερό, Απάνω Μεριά, Τ/694-50.37.930

Οινοποιείο Χατζάκη: κρασιά εμπνευσμένα από τον «ιερό βράχο» της Σύρου

Ο οινολόγος Νίκος Χατζάκης μετακόμισε το οινοποιείο του στο Σαν Μιχάλη στην Απάνω Μεριά, τον Απρίλιο του 2022, στον χώρο που μέχρι σχετικά πρόσφατα λειτουργούσε ένα εστιατόριο, στην είσοδο του οικισμού και μόλις 100 μέτρα από την ταβέρνα Πλακόστρωτο. Το οινοποιείο προϋπήρχε βέβαια, και λειτουργούσε από το 2011 στα Τάλαντα, λίγο έξω από την Ερμούπολη, ώσπου ο Νίκος αποφάσισε να πάρει κι αυτός τα βουνά. Από εφέτος το καλοκαίρι θα είναι για πρώτη φορά ανοιχτό στο κοινό που ενδιαφέρεται να κάνει γευσιγνωσίες κρασιών και ξεναγήσεις στον αμπελώνα και στο οινοποιείο. Εκτός από τη Φάμπρικα και το Σαν τα Μάραθα, τα δύο πιο γνωστά, λευκά κρασιά του οινοποιείου, η γκάμα έχει σταδιακά εμπλουτιστεί και με νέες ετικέτες, όλες τους βασισμένες σε τοπικές κυκλαδίτικες ποικιλίες. Τελευταία άφιξη, το Isolation, ένα μπλεντ Ασύρτικου με Σεριφιώτικο, δύο φουλ κυκλαδίτικες ποικιλίες που για πρώτη φορά συνοινοποιούνται σε ένα απολαυστικό χαρμάνι.

Φωτογραφία: Έβελυν Φώσκολου

Φωτογραφία: Έβελυν Φώσκολου

Φωτογραφία: Έβελυν Φώσκολου

Φωτογραφία: Έβελυν Φώσκολου

Φωτογραφία: Έβελυν Φώσκολου

Τι σε έφερε στην Απάνω Μεριά; Ο χαρακτήρας του τόπου αυτού που είναι συνυφασμένος με τη φύση, τα αμπέλια και τις αγροτικές καλλιέργειες. Εδώ πάνω είμαι πολύ κοντά σε μικρούς παραγωγούς με τους οποίους πάντα συνεργαζόμουν, δίνοντάς τους, ελπίζω, ένα κίνητρο να μην εγκαταλείψουν τον τόπο, να μην ξηλώσουν τα αμπέλια τους και να συνεχίσουν να υπάρχουν και να καλλιεργούν τη γη. Η Σύρος είναι ένα κοινωνικό και σχετικά πυκνοκατοικημένο νησί, κι η Απάνω Μεριά είναι για εμένα ο «ιερός βράχος» όπου η σκέψη και η οπτική μου διευρύνονται.

Πώς το βιώνεις επιχειρηματικά αλλά και ανθρώπινα; Η ηρεμία που μου προσφέρει στην καθημερινότητά μου, η ενέργεια και το τοπίο εδώ στην Απάνω Μεριά, είναι σημαντικές αξίες, όντας σε ένα νησί τουριστικό, ήπια μεν, αλλά τουριστικό. Έχω την ευκαιρία να απομακρυνθώ, να πάρω απόσταση, να εστιάσω στη δουλειά μου και να εμπνευστώ. Θεωρώ δε ότι η ήπια εκμετάλλευση της Απάνω Μεριάς θα έπρεπε να είναι το μοντέλο του τουριστικού προφίλ της χώρας μας. Όσοι ζούμε ή δραστηριοποιούμαστε εδώ θα πρέπει να τη σεβόμαστε και όχι να στοχεύσουμε σε υπερεκμετάλλευση.

Ποιο είναι το όραμα και οι προσδοκίες σου; Σταδιακά και μελλοντικά θα ήθελα να μπορέσω όχι μόνο να εργάζομαι, αλλά και να ζω σε αυτό το μέρος, σεβόμενος πάντα τον χαρακτήρα του. Παράλληλα θα ήθελα να δω αυτό το κομμάτι του νησιού να αναπτύσσεται ήπια όπως παλιά. Με γεωργική και κτηνοτροφική επανεκκίνηση, να δω ξανά μελίσσια και τα εγκαταλελειμμένα χωράφια να πρασινίζουν και πάλι. Το όραμά μου είναι να μπορέσω να τελειοποιήσω τον χώρο του οινοποιείου ώστε να μπορώ να φτιάχνω καλύτερα κρασιά, και παράλληλα αυτό να μπορέσω να τον δείξω και σε άλλους ανθρώπους, ώστε να μοιραστώ μαζί τους την εμπειρία μου. Ακόμα, θα ήθελα όλοι εμείς οι Απανωμερίτες, καινούριοι και παλιοί, να μπορέσουμε να δημιουργήσουμε ένα δίκτυο ανθρώπων που αγαπούν αυτόν τον τόπο, συμβιώνουν αρμονικά, και ίσως και να καταφέρουμε να αναβιώσουμε παρέα, παλιές κοινωνικές δραστηριότητες όπως πανηγύρια και έθιμα που έχουν ξεθωριάσει.

Σαν Μιχάλη, Απάνω Μεριά, Τ/6946-302.920

Φωτογραφία: Έβελυν Φώσκολου
Φωτογραφία: Έβελυν Φώσκολου

Βραβεία Ποιότητας

Δες ανά κατηγορία τα βραβεία των προηγούμενων ετών