Η μόδα της «διατροφής των 100 μιλίων», δηλαδή της αποκλειστικής κατανάλωσης προϊόντων που παράγονται σε ακτίνα 100 μιλίων από τον τόπο όπου ζούμε, μπορεί να μοιάζει αφελής και να περιέχει υπερβολές, όπως κάθε μόδα, όμως βασίζεται πάνω σε μια αναγκαιότητα, την προστασία του περιβάλλοντος: «Το αποτύπωμα της μεταφοράς τροφίμων στο περιβάλλον είναι εξαιρετικά μεγάλο, με τις αεροπορικές μεταφορές να είναι αυτές που έχουν τις μεγαλύτερες επιπτώσεις. Εξαιρετικά επιβλαβή είναι και τα ψυγεία μεταφορών, λόγω των ψυκτικών υγρών», επισημαίνει ο Κωνσταντίνος Αμπελιώτης, καθηγητής στο Τμήμα Οικονομίας και Βιώσιμης Ανάπτυξης στο Χαροκόπειο Πανεπιστήμιο.
Τα αυξημένα τροφοχιλιόμετρα (η απόσταση την οποία διανύουν τα τρόφιμα από τον τόπο παραγωγής τους μέχρι το σημείο της τελικής κατανάλωσής τους) βλάπτουν σοβαρά το περιβάλλον, επισημαίνει και η περιβαλλοντική οργάνωση WWF. Εκτός από την έκλυση διοξειδίου του άνθρακα, τα μεγάλα ταξίδια ευθύνονται συχνά για την αμφίβολη φρεσκάδα των τροφών και την απώλεια βιταμινών και άλλων θρεπτικών συσταστικών, καθιστώντας τες σε ορισμένες περιπτώσεις λιγότερο ασφαλείς για την υγεία των καταναλωτών. Υπεύθυνη διατροφή, λοιπόν, δεν είναι μόνο αυτή που καθορίζεται από τις ιδεολογικές μας απόψεις, από το πώς πρέπει να συμπεριφερόμαστε στα ζώα, κ.λπ. Θα πρέπει να συνυπολογίζει και τις συνολικές επιπτώσεις της παραγωγής και της μεταφοράς των τροφίμων που καταναλώνουμε. Καλό είναι να έχουμε υπόψη μας ότι όσο πιο κοντά μας παράγεται ένα τρόφιμο, τόσο μικρότερο αποτύπωμα έχει στο περιβάλλον, αλλά και επίσης τόσο λιγότερα συντηρητικά χρειάζεται. Γιατί άραγε να καταναλώνουμε φακές από τον Καναδά που ταξίδεψαν χιλιάδες χιλιόμετρα για να φτάσουν στην Ελλάδα και να μην προμηθευόμαστε ελληνικά όσπρια; Γιατί να βάζουμε κινόα στις σαλάτες, όταν μπορούμε να χρησιμοποιούμε το γευστικότερο και εξαιρετικά θρεπτικό πλιγούρι; Αυτό, βέβαια, προϋποθέτει να είμαστε διατροφικά αυτάρκεις, κάτι που δεν ισχύει για ορισμένες κατηγορίες τροφίμων. Όμως, και πάλι, πόσο αναγκαία μάς είναι στην πραγματικότητα η κινόα;
- Το 99% της παγκόσμιας παραγωγής κινόα προέρχεται από το Περού και τη Βολιβία.
- Τα τελευταία χρόνια η παραγωγή έχει αυξηθεί κατακόρυφα: το 2017 ανήλθε σε 146.735 τόνους, τη στιγμή που το 2008 ήταν 57.000 τόνοι και το 1992 22.000 τόνοι.
- Η κινόα μεταφέρεται χύμα σε μεγάλες σακούλες και συνήθως συσκευάζεται στις χώρες εισαγωγής (π.χ. Ολλανδία) ή στους τελικούς προορισμούς (Ελλάδα). Στην εικόνα απεικονίζεται το ταξίδι της από τα υψίπεδα του Περού και της Βολιβίας μέχρι ένα μπακάλικο στο κέντρο της Αθήνας. Η κινόα ταξιδεύει περίπου 3.650 χλμ. επί ξηράς και 7.500 ναυτικά μίλια για να φτάσει από την περιοχή των Άνδεων στη Βολιβία μέχρι την Αθήνα. Με φορτηγά μεταφέρεται από τις επαρχίες της χώρας στο λιμάνι Αρίκα της Χιλής και από εκεί μέσω της διώρυγας του Παναμά με στάσεις στο Περού, στο Μαϊάμι, στις Μπαχάμες, στη Φιλαδέλφεια και, τέλος, στο λιμάνι του Ρότερνταμ στην Ολλανδία.
Τι μπορούμε να κάνουμε;
- Καταναλώνουμε φρούτα και λαχανικά στην εποχή τους από κοντινούς παραγωγούς.
- Για όσα προϊόντα υπάρχει εγχώρια παραγωγή, προτιμούμε τα ντόπια.
- Για όσα προϊόντα δεν παράγονται σε κοντινή απόσταση (κινόα, σάλτσα σόγιας, τόφου, κ.λπ.), προσπαθούμε να περιορίσουμε την κατανάλωσή τους.