Η παρεξήγηση λυνόταν με το ρίξιμο λίγου αλατιού μέσα σε έναν κουβά νερό και από τους δύο εμπλεκομένους, λέγοντας τη φράση «νερό κι αλάτι».
Δεν γνωρίζω αν και πόσο Κομνηνοί είναι οι Στεφανόπουλοι της Μάνης, αλλά αυτό δεν έχει καμία σημασία. Εκείνο που φαίνεται –για τον «Γαστρονόμο»– σημαίνον είναι το ότι οι, έστω αυτοαποκαλούμενοι, Κομνηνοί του Οιτύλου κάθε χρόνο τη δεύτερη μέρα της Λαμπρής συγκεντρώνονται στην όμορφη πολιτεία και ανταμώνουν σε εορταστικό δείπνο γύρω από τη βυζαντινή Τράπεζα, συνεχίζοντας, κατά τον θρύλο, την παράδοση που εγκαινίασε κατά τον 16ο αιώνα ο Στέφανος, απόγονος των Μεγάλων Κομνηνών. Στην Τράπεζα αυτή συνευωχούντο και οι τρεις κλάδοι των Κομνηνών της Μάνης, δηλαδή των Γιαννιάνων, των Θεοδωριάνων και των Φάλτζων. Αυτό συνέβη και φέτος.
Και για να περάσουμε στο κυρίως θέμα μας, ιδού ο κατάλογος των εδεσμάτων:
Πρόφαγον: Σεμίδαλις άρτος, δηλαδή ψωμί από λευκό ψιλοκοσκινισμένο αλεύρι, μάλλον κάτι σαν λαμπροκουλούρα, που τρώγεται νοστιμότερη αν βουτηχτεί σε κρασί (κατά το «Marcelino pan y vino» για μας τους παλαιότερους θεατές του λαϊκού ισπανικού κινηματογράφου της φρανκικής περιόδου). Λαλάγγια ή πλέκτες, οι γνωστές λαλαγγίδες.
Προδόρπια: Μυττωτόν, που σημαίνει πολτός μαύρης μανιάτικης ελιάς με σκόρδο, ελαιόλαδο, ρίγανη και μέλι. Ελαίες μέλενες, το καταλάβατε, μαυρολιές. Εγκζεστα άλικα ωά, ήτοι βρασμένα σφικτά κόκκινα αυγά. Τυρίτσιν, τυράκι σφέλα Μεσσηνίας. Μυζιθρωτόν, μυζήθρα χλωρή με μέλι. Πλακούς τετυρωμένος, που σημαίνει τυρόπιτα ανοιχτή, χωρίς φύλλο. Φυλλίς θρίδακος, μαρουλοσαλάτα θέλει να πει, εμπλουτισμένη όμως (πώς άλλωστε στην ωραία γη της Μάνης) με πορτοκάλι και σύγλινο και επιπλέον με σταφίδες μαύρες, σουσάμι, ξερά σύκα, ξίδι, μέλι και ελαιόλαδο.
Άριστον: Δελφάκιον γαστράτον, θέλει να πει γουρουνόπουλο ψημένο στη λαδόκολλα, αλειμμένο με μέλι και πασπαλισμένο με καρυκεύματα. Λαγάνα τσουχτά, λαζάνια δηλαδή με την απαραίτητη μυτζήθρα, ως συνοδευτικό στο γουρουνάκι του γάλακτος.
Οίνος: Αμπελίτης και για την περίσταση κόκκινο (το αυτοκρατορικό χρώμα γαρ) Aγιωργίτικο Νεμέας.
Δούλκιον (επιδόρπιο): Διπλωτές, ήτοι δίπλες με μέλι και καρύδια. Γαλακτοπλακούς, η γαλατόπιτα. Πριν όμως από την ευωχία της Τράπεζας οι παριστάμενοι προέβαιναν τελετουργικά, όπως και σήμερα άλλωστε, σε συμβολική πράξη πασχάλιας Αγάπης. Διαβάστε πώς περιγράφουν την τελετή οι σημερινοί απόγονοι των Κομνηνών Στεφανόπουλων: «Κατευθύνοντο προς τον “Οίκο”, το κτίριο δηλαδή που ετελείτο η γιορτή. Με την είσοδο γινόταν η “Αγάπη”, δηλαδή η συγγνώμη και συγχώρηση μεταξύ των μελών της οικογενείας που είχαν εμφιλοχωρήσει φιλονικίες και έριδες. Η παρεξήγηση λυνόταν με το ρίξιμο λίγου αλατιού μέσα σε έναν κουβά νερό και από τους δύο εμπλεκομένους λέγοντας την φράση “νερό κι αλάτι”, δηλώνοντας κατ’ αυτόν τον τρόπο την επιθυμία συμφιλίωσης και να λησμονηθούν οι αιτίες της φιλονικίας αλλά και τα πικρά λόγια που έχουν ανταλλαγεί. Δηλαδή να διαλυθούν τα αίτια της φιλονικίας ή τα πικρά λόγια, χωρίς ν’ αφήσουν ίχνη, όπως διαλύεται το αλάτι μέσα στο νερό. Τέλος, ακολουθεί ο αδελφικός εναγκαλισμός και ασπασμός. Ακολούθως καταλαμβάνουν τις θέσεις τους στην Τράπεζα κατά “Συντροφίες” σύμφωνα με τα κλαδιά του κάθε κλάδου».
Αυτά οι απόγονοι των Μεγάλων Κομνηνών στο ωραίο Οίτυλο κάθε άνοιξη σαν και τώρα.