Στο χωριό μου, ημιορεινό στο Παγγαίο Καβάλας, πριν από το 1980, δεν γιορτάζαμε Χριστούγεννα χωρίς χιόνια και πάγους. Χιόνια, χιόνια, κρύσταλλα σαν λόγχες κρέμονταν από τις στέγες και οι δρόμοι, κυρίως καλντερίμια, παγωμένοι. Η μεγάλη μας χαρά, να παίζουμε με τα χιόνια. Αυτοσχέδιο σκι στους κατηφορικούς δρόμους, που το λέγαμε γλίστρα, ξεκινούσε ο πρώτος και παρέσυρε τους άλλους, και όλοι μαζί φεύγαμε σφαίρα κάτω ένα κουβάρι. Οι μανάδες μας δεν ήξεραν τι να μας κάνουν. Μας έντυναν σαν τα κρεμμύδια. Βγαίναμε έξω και χαλούσαμε τον κόσμο. Χιονοπόλεμο, χιονάνθρωπος, γλίστρα, χιονοστιβάδες. Ναι, χιονοστιβάδες. Σε κατηφορικό έδαφος, μαζεύαμε σε μπάλα χιόνι, όταν είναι μαλακό κολλάει και συμπαρασύρει κι άλλο. Την αμολούσαμε και κατρακυλώντας γινόταν μία μπάλα 1-1,5 μέτρο και έφτανε χαμηλά σαν χιονοστιβάδα. Κόκκινη μύτη, κόκκινα μάγουλα, τα μάτια ψιλοδακρυσμένα από την παγωνιά. Μούσκεμα στον ιδρώτα, γιατί φορούσαμε πολλά ρούχα, αλλά πού να φύγουμε. Το βράδυ πυρετό…
καβουρμά, κιμά ψιλοκομμένο με το μαχαίρι, για την πίτα και τους κεφτέδες.
Προπαραμονή και παραμονή δεν μας άφηναν να βγούμε από το σπίτι για να είμαστε καλά τα Χριστούγεννα και να βοηθήσουμε στο σπίτι, για το τραπέζι της γιορτής. Κουβαλούσαμε ξύλα για το τζάκι, σπάγαμε και καθαρίζαμε καρύδια για τον μπακλαβά. Προπάντων, κάναμε φασαρία. Καθόμαστε στο τζάκι, βλέπαμε τη φωτιά, γιατί τηλεόραση δεν υπήρχε, και ακούγαμε. Προπαραμονή, ο πατέρας μαζί με τον νονό μας σφάζανε το γουρούνι. Μετά κάναμε λουκάνικα και τεμάχιζαν το υπόλοιπο ζώο. Μετά έκανανΤο χριστουγεννιάτικο τραπέζι ήταν εντελώς διαφορετικό από τα σημερινά τραπέζια. Σούπα αυγολέμονο, κόκορας από το κοτέτσι μας. Κρεατόπιτα, μπομπάρι (έντερο γεμιστό με ρύζι), συκωτάκια, μυρωδικά βότανα κ.λπ. Χοιρινό τηγανιά, το κυρίως πιάτο ήταν το χοιρινό στον φούρνο με ελάχιστα πράσα για να γλυκάνει. Μπακλαβά, μελομακάρονα και κόκκινο γλυκό κρασί.
Συνήθως νοσταλγούμε τα παλιά. Άρα ήταν καλύτερα ή τώρα είναι πιο καλά με τόσες ανέσεις; Τι νοσταλγούμε άραγε; Καρδιά να φτερουγίζει, ελεύθερο το πνεύμα, χωρίς φόβο από κάθε απειλή. Η ψυχή να πετάει στα αστέρια, στη φάτνη του Χριστού, στις καμπάνες και στα αγγελικά μας όνειρα. Σήμερα τα έχουμε όλα, αλλά το βάρος μάς πλακώνει και δεν λέει να μας αφήσει. Φόβοι, απειλές, ανασφάλειες για το μέλλον…
Παλιά είχαμε πίστη στον νεογέννητο Χριστό, πίστη στον εαυτό μας και όνειρα.
Κόκορας, σούπα αυγολέμονο (για 6 μερίδες)
Υλικά
1 μέτριος κόκορας, ελευθέρας βοσκής
150 γρ. ρύζι γλασέ
3 αυγά
3 λεμόνια
ελάχιστο ελαιόλαδο
αλάτι, φρεσκοτριμμένο πιπέρι
Διαδικασία
Καθαρίζουμε πολύ καλά τον κόκορα και τον κόβουμε σε μεγάλα κομμάτια. Τον πλένουμε και βάζουμε τα κομμάτια στο τρυπητό. Σε μια βαθιά κατσαρόλα βάζουμε 2 λίτρα νερό και τη βάζουμε στη φωτιά. Όταν αρχίσει να κοχλάζει, ρίχνουμε τον κόκορα, το αλάτι και το ελαιόλαδο και μετριάζουμε τη φωτιά. Μαγειρεύουμε για περίπου 1 ώρα, ξαφρίζοντας όσο χρειάζεται, μέχρι να μαλακώσει ο κόκορας. Προσθέτουμε το ρύζι και το αφήνουμε να βράσει καλά για περίπου άλλα 30 λεπτά. Αποσύρουμε από τη φωτιά και περιμένουμε, αφενός να φουσκώσει το ρύζι και αφετέρου να κρυώσει λίγο η σούπα μας. Αν ρίξουμε αμέσως το αυγολέμονο, θα καεί και θα κόψει.
Αυγολέμονο
Σπάμε τα αυγά σε ένα μπολ και τα χτυπάμε δυνατά μέχρι να γίνει σφιχτός αφρός. Γυρίζουμε με το σύρμα το αυγό, προσθέτουμε το λεμόνι λίγο λίγο, συνεχίζοντας το χτύπημα. Μετά, με μια βαθιά κουτάλα, παίρνουμε ζωμό από τη σούπα και τον ρίχνουμε λίγο λίγο στο αυγό μέχρι να ζεσταθεί όλο το αυγολέμονο, ενώ συνεχίζουμε το ανακάτεμα. Ρίχνουμε το αυγολέμονο στη σούπα, ανακατεύοντας καλά. Πασπαλίζουμε με λίγο πιπέρι και σερβίρουμε.
«Στη γωνιά μας κόκκινο τ’ αναμμένο τζάκι, τούφες χιόνια πέφτουνε στο παραθυράκι. Όλο απόψε ξάγρυπνο μένει το χωριό και χτυπά Χριστούγεννα το καμπαναριό». -Στέλιος Σπεράντζας