Δεν έχει απ’ όλα. Δεν θα βρεις μπρικ, χαμόν ιμπέρικο, καπνιστό σολομό Σκωτίας. Ούτε τεράστια ποικιλία σε τυριά. Κατά 99,9% τα προϊόντα της είναι ελληνικά και από μικρούς παραγωγούς. Σε μια γωνιά του ψυγείου έχει στριμώξει ένα κεφαλάκι γκούντα, στα αλλαντικά φέρνει ένα-δυο κορμούς από μεγάλες εταιρείες. Σχεδόν κρυμμένα τα ’χει. Από ανάγκη, για τις ανάγκες της γειτονιάς.
Το μπακαλικάκι της Αναστασίας στην Αργυρούπολη –«Μανούτα» το ’χει βαφτίσει– δεν είναι λουσάτο. Δεν έχει μοντέρνες προθήκες ούτε είναι vintage, με καλογυαλισμένα μωσαϊκά, ταπετσαρία και αναπαλαιωμένα έπιπλα της γιαγιάς. Είναι όμως τίμιο, καθαρό. Η ίδια και η κόρη της ξέρουν το ποιος, το πού, το πώς των προϊόντων καλά. Την 5ετούς ωρίμασης γραβιέρα που φτιάχνει ο γιος της σε ένα μικρό τυροκομιό στα Χανιά θα σ’ την προτείνει για τις γιορτές, δεν είναι τυρί για κάθε μέρα. Και οι άλλες, οι νεαρότερες, μια χαρά είναι, θα σου πει. Θα σου πει επίσης ποιο παξιμάδι από όσα έχει συμφωνεί με το γούστο σου. Θα σου δώσει να δοκιμάσεις, θυμάται τι σου αρέσει. Σπουδαίο πράγμα κι αυτό.
Ηθικό εμπόριο λέγεται αυτό που κάνει η Αναστασία. Και κάμποσοι ακόμα μπακάληδες που αγαπούν τα καλά ελληνικά προϊόντα, όχι επειδή είναι της μόδας, αλλά επειδή είναι στο DNA τους και ξέρουν την αξία τους. Είναι αυτοί που τα αγαπούν αληθινά. Τα σούπερ μάρκετ δεν μπορούν να τα ανταγωνιστούν – πώς θα μπορούσαν άλλωστε; Οι τιμές τους είναι λίγο πιο ακριβές, μη φανταστείς, πενταροδεκάρες, όμως τα προϊόντα είναι όλα με ονοματεπώνυμο, η φροντίδα προσωπική. Εχει σημασία να στηρίζουμε αυτά τα μαγαζιά – επιστρέφει σε εμάς όλο αυτό. Είναι θέμα πολιτισμού, οικονομίας.
Και κάτι ακόμα: χωρίς εκπτώσεις στην ποιότητα, πρέπει να απλουστεύσουμε, να περικόψουμε, να διορθώσουμε τις αγοραστικές μας συνήθειες. Το γκουρμέ δεν είναι για χόρταση, ο αληθινός gourmand διαλέγει σωστά, συνετά, δεν πετάει τίποτα. Ενα τέταρτο γραβιέρα, 10 φέτες λούζα Συριανή, ένα μπουκάλι Ασύρτικο φτάνουν για να νοστιμίσει το τραπέζι μας.
Λίγα και καλά.