Η ανοιξιάτικη νύχτα πέφτει αργά πάνω από την Πόλη. Μπροστά στην εκκλησία της Αγίας Τριάδας, στην πλατεία Ταξίμ στο Σταυροδρόμι του Πέραν, το μεγάλο αναστάσιμο τραπέζι είναι σχεδόν έτοιμο. Το δείπνο λιτό, όπως πατροπαράδοτα συνηθίζεται τούτη τη νύχτα: κοτόσουπα, τσουρέκι, πικάντικο κασέρι, παστουρμάς, σουτζούκι και άλλα αλλαντικά, κόκκινα αυγά και ποτήρια με ζεστό γάλα. Τίποτε άλλο. Με αυτό το δείπνο λήγει η νηστεία της Σαρακοστής, η οποία τηρείται πιστά. Τα πιάτα μοιάζουν να αναδίδουν το δικό τους φως στην απαλή λάμψη από τα κρεμαστά χάρτινα φαναράκια που η νυχτερινή αύρα αναδεύει απαλά. Γυναικεία χέρια τακτοποιούν όμορφα στα πιάτα τα τυριά, τα αλλαντικά και τις φέτες από τσουρέκια που μοσχοβολάνε μαχλέπι, μαστίχα και άνοιξη. «Μεγαλοπρεπής απλότητα» είναι η φράση που μου έρχεται στο μυαλό καθώς παρατηρώ το τραπέζι που γεμίζει λεπτό το λεπτό, με τους καλεσμένους να καταφθάνουν. Οικογένειες, παρέες, μικροί και μεγάλοι, ντυμένοι με τα καλά τους, παίρνουν θέση στο τραπέζι.
Παρά το χαρούμενο περιβάλλον, τους εναγκαλισμούς και τις ζωηρές, εγκάρδιες υποδοχές, η ατμόσφαιρα είναι ήρεμη και αφήνει τη σιγαλιά της εαρινής νύχτας να απλωθεί στον κατάφυτο αυλόγυρο της εκκλησίας. Όλοι έχουν καθίσει γύρω από το στολισμένο τραπέζι και ξεκινούν τις ευχές και τα τσουγκρίσματα. Οι συζητήσεις και τα γέλια διακόπτονται πότε πότε από το μελαγχολικό κάλεσμα του μουεζίνη από το κοντινό τζαμί, που με κάποιον παράξενο τρόπο γίνεται μέρος της τελετουργίας του αναστάσιμου τραπεζιού. Ο μιναρές του ξεπροβάλλει φωτισμένος πλάι σε ένα από τα καμπαναριά της Αγίας Τριάδας. Η Κωνσταντινούπολη είναι γεμάτη από τέτοιες συναρπαστικές αντιθέσεις.
Καθώς ανάβουν ένα ένα τα φανάρια του αυλόγυρου, η κατάλευκη μαρμάρινη πρόσοψη της εκκλησίας φωτίζεται και γίνεται το σκηνικό του αναστάσιμου δείπνου μας. Αμάλγαμα βυζαντινού και γοτθικού σχεδιασμού, η Αγία Τριάδα είναι βασιλική με τρούλο, με τα δύο της χαρακτηριστικά καμπαναριά, τέμπλο εξ ολοκλήρου από λευκό σμιλεμένο μάρμαρο και παράθυρα σε σχήμα ρόδου με χρωματιστά βιτρό. Η ομορφιά της συμβαδίζει με τη σημασία της: είναι μία από τις μεγαλοπρεπέστερες ελληνορθόδοξες εκκλησίες που οικοδομήθηκαν μετά την Άλωση της Πόλης και χτιζόταν για 13 ολόκληρα χρόνια, πριν εγκαινιαστεί τον Σεπτέμβριο του 1880. Ήταν για γενιές και γενιές ένα κτίσμα που αντανακλούσε την οικονομική επιφάνεια των μεγαλοαστών Ρωμιών, μια επιβλητική παρουσία στο πυκνοχτισμένο αστικό τοπίο της περιοχής και σύμβολο της ακμαίας ρωμαίικης κοινότητας του Πέραν.
Δείπνο τελετουργικό, ιστορικό και διαχρονικό
Σε έναν επισκέπτη από την Ελλάδα, το κοινό αναστάσιμο δείπνο ή αντίστοιχα το πασχαλινό τραπέζι της επόμενης ημέρας, με δεκάδες ή και εκατοντάδες, άλλοτε, μέλη μιας κοινότητας, δείχνει σαν μια παράξενη συνήθεια. Και όμως, στην Κωνσταντινούπολη η συνήθεια αυτή είναι ένα έθιμο με σχεδόν τελετουργικό χαρακτήρα. «Στην Πόλη, τόπος συγκέντρωσης των ομογενών ήταν οι εκκλησίες και οι κοινότητές τους», εξηγεί ο κ. Αντώνης Παριζιάνος, εκπαιδευτικός και τέως πρόεδρος του ΣΥΡΚΊ (Σύνδεσμος Υποστήριξης Ρωμαίικων Κοινοτικών Ίδρυμάτων). «Υπάρχουν 65 κοινότητες στην Πόλη, εκ των οποίων σήμερα οι περισσότερες δεν έχουν ενορίτες. Τα παλαιά χρόνια, το αναστάσιμο και το πασχαλινό τραπέζι στήνονταν πρώτα στην κοινοτική αίθουσα και οι εκκλησιαζόμενοι δειπνούσαν ή γευμάτιζαν όλοι μαζί και τσούγκριζαν το πασχαλινό αυγό τους», προσθέτει.
Στις ημέρες μας, ορισμένες κεντρικές κοινότητες τηρούν το έθιμο και η Μεγαλώνυμος Κοινότης Σταυροδρομίου, η μεγαλύτερη όλων, το συνεχίζει σταθερά. Κάποια έθιμα της ημέρας έχουν χαθεί, όπως αυτό που περιγράφει ο κ. Γιάννης Δεμιρτζόγλου, διευθυντής στο Ζωγράφειο Λύκειο Κωνσταντινούπολης. «Ήταν ένα έθιμο που τελούνταν το πρωί του Μ. Σαββάτου, με τον μητροπολίτη να πετά προς κάθε κατεύθυνση τα βάγια και να βροντοφωνάζει “Ανάστα ο Θεός, κρίνων την γην ότι Συ κατακληρονομήσεις εν πάσι τοις έθνεσι!”. Άλλα έθιμα συνεχίζονται αυτούσια μέχρι τις μέρες μας, χάρη στην επιμονή των κοινοτήτων, που, παράλληλα, έπαιζαν και παίζουν ακόμα σπουδαίο κοινωνικό ρόλο. Καθεμία είχε σχολείο, κυρίως Δημοτικό, και διοργάνωνε συσσίτια όπου γευμάτιζαν οι άποροι μαθητές. Στη συγκεκριμένη κοινότητα τα συσσίτια εγκαινιάστηκαν τον Οκτώβριο του 1935, με πρωτοβουλία του τότε αρχιερατικού προϊσταμένου της κοινότητας, μητροπολίτη Ειρηνοπόλεως Κωνσταντίνου, σε συνεργασία με τον ιεροκήρυκα της Αγίας Τριάδας, Πολύευκτο Φινφίνη, και την Εκκλησιαστική Επιτροπή.
Με το συσσίτιο χορηγούνταν καθημερινά «επαρκής και ουσιαστική τροφή» στους άπορους μαθητές των σχολών της κοινότητας, δηλαδή του Ζωγραφείου, του Ζαππείου και άλλων. Και, όπως τότε, έτσι και σήμερα ο θεσμός συνεχίζεται χάρη στις εθελόντριες της κοινότητας, οι οποίες κάποτε προέρχονταν από τις πλουσιότερες και επιφανέστερες οικογένειές της. «Οι κοινότητες είχαν φιλόπτωχο αδελφότητα για την ενίσχυση των άπορων μελών της και μορφωτικούς συλλόγους για τη διοργάνωση πολλών δραστηριοτήτων και σχολικών ή άλλων εκδηλώσεων. Σήμερα, οι γονείς που έχουν τη δυνατότητα κάνουν τακτικά μια προσφορά στην κοινότητά τους», καταλήγει ο κ. Παριζιάνος.
Το αναστάσιμο δείπνο στην Αγία Τριάδα είναι μια τελετουργία που διεξάγεται εδώ και γενιές και οργανώνεται κάθε χρόνο ως ένα πεισματικό τάμα της ολοένα συρρικνούμενης ελληνικής κοινότητας του Πέραν. Είναι η μεγαλύτερη ελληνική κοινότητα της Κωνσταντινούπολης, αριθμώντας περίπου 200 άτομα – αριθμός σπαρακτικά μικρός βέβαια σε σύγκριση με τις δεκάδες χιλιάδες του παρελθόντος– και παραμένει ολοζώντανη και σφύζουσα. «Οι παραδόσεις μας συνεχίζονται αυτούσιες όπως και έναν αιώνα πριν», μας λέει ο πρόεδρος της κοινότητας και πρόεδρος του ΣΥΡΚΊ (Σύνδεσμος Υποστήριξης Ρωμαίικων Κοινοτικών Ίδρυμάτων), κ. Γιώργος Παπαλιάρης. «Η τράπεζα που βλέπετε είναι μια παλιά παράδοση που πραγματοποιείται κάθε χρόνο αμέσως μετά την αναστάσιμη λειτουργία στην Αγία Τριάδα, και όσοι παρακάθονται σε αυτή θεωρούνται οι στυλοβάτες της κοινότητάς μας», τονίζει. Μετά το «Χριστός Ανέστη» στην κατάφωτη, μεγαλόπρεπη Αγία Τριάδα, μέσα στα βαθιά μεσάνυχτα του Μεγάλου Σαββάτου, ολόκληρη η κοινότητα, γυναίκες, άνδρες, παιδιά και ηλικιωμένοι, συγκεντρώνεται σε τούτο το φωτισμένο τραπέζι.
Και φυσικά, καθώς μιλάμε για την Πόλη, το τραπέζι δεν ξεστρώνεται παρά μόνο πολύ αργά τη νύχτα. Δεν υπάρχει βιάση γύρω από το πολίτικο τραπέζι, ιδιαίτερα το γιορτινό. Είναι μια αληθινή τελετουργία, μια ετήσια υπόσχεση για τη συνέχιση της συνοχής και της αλληλεγγύης της κοινότητας. Ένα δείπνο που μπολιάζει κάθε χρόνο τις σφιχτοδεμένες σχέσεις των μελών της. Η συγκεκριμένη κοινότητα παίζει ρόλο συνεκτικής ουσίας μεταξύ των μελών της, ωστόσο οι δράσεις της επεκτείνονται και έξω από αυτήν. Έχει ρόλο καθαρά κοινωνικό, με οικονομική στήριξη ευπαθών ομάδων Ρωμιών και Τούρκων μέσα από τακτικά και έκτακτα επιδόματα, συνεργασία με άλλες ελληνικές κοινότητες, διοργάνωση πλήθους πολιτιστικών δράσεων και – το σημαντικότερο όλων– ενίσχυση της παιδείας της ομογένειας της Πόλης. Η δράση της στηρίζεται σθεναρά από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, και μάλιστα από τον κ.κ. Βαρθολομαίο προσωπικώς. Όπως τονίζει εμφατικά ο κ. Παπαλιάρης, «μας δίνει δύναμη και κουράγιο να συνεχίσουμε το έργο μας, να συντηρούμε τις παραδόσεις μας, για να μπορεί να επιβιώσει η ρωμιοσύνη της Πόλης».