Μεσαιωνικές καμάρες, πέτρινα δάπεδα, βαριά σκαλιστά «μόμπιλα» (έπιπλα), σκοτεινές γωνίες με σκουριασμένα ξίφη. Το «ιντρόιτο», η είσοδος κατά τη ζακυθινή διάλεκτο, του Αρχοντικού Ρώμα σού δίνει αμέσως μια εικόνα για το ύφος αλλά και την ηλικία του σπιτιού. Χτισμένο τη δεκαετία του 1660 για λογαριασμό του Άγγλου μεγαλεμπόρου και προξένου Robert John Geoffrey, πέρασε διαδοχικά σε αγγλικά χέρια, μεταξύ άλλων και του Άγγλου τοποτηρητή (Resident) την περίοδο της Αγγλικής Προστασίας, γι’ αυτό και ήταν γνωστό ως «Ρεζιντέντσα». Στα χέρια των Ρώμα περνά το 1880 και αποτελεί την έδρα της οικογένειας. Τον Αύγουστο του 1953, το νησί ισοπεδώνεται από τον τριπλό σεισμό και την πυρκαγιά που ακολούθησε. Το οίκημα είναι ένα από τα μετρημένα στα δάχτυλα του ενός χεριού κτίρια που έμεινε όρθιο, αν και με σοβαρότατες ζημιές. Σε αυτό πλέον συγκεντρώνεται ό,τι μπόρεσε να διασωθεί από τα σπάνια οικογενειακά και ιστορικά κειμήλια των υπόλοιπων σπιτιών της οικογένειας, τα οποία γκρεμίστηκαν από τον σεισμό. Αποτελεί, παράλληλα, το μοναδικό δείγμα μεγαλοαστικού αρχοντικού της Ζακύνθου. Το ισόγειο, το αυθεντικό κτίσμα του 1660, εκτός από το εντυπωσιακό ιντρόιτο, στεγάζει επίσης την κουζίνα, τη νέα τραπεζαρία, μία μεγάλη κρεβατοκάμαρα και τη βιβλιοθήκη. Η ατμόσφαιρα είναι υποβλητική, σαν ταξίδι στον χρόνο. Και μήπως δεν είναι; Ίσως φταίνε οι πλάκες του δαπέδου από πέτρα Μάλτας, η γερακόπετρα που πλαισιώνει τα καφασωτά στις πόρτες, οι βενετσιάνικες καμάρες, τα γιγάντια πορτρέτα των προγόνων και οι αυθεντικές τους στρατιωτικές στολές αλλά και οι πιστόλες τους στις προθήκες.

Στο ιντρόιτο, τα πορτρέτα, του Διονυσίου Ρώμα, και της συζύγου του Μαρίας Σπηλιωτάκη.

Σπάνια έγγραφα και χειρόγραφα στην αίθουσα της βιβλιοθήκης του Αρχοντικού.

Εκεί που νιώθεις όμως το ιστορικό βάρος τούτου του σπιτιού είναι η βιβλιοθήκη. Πάνω από 12.000 τίτλοι βιβλίων και συγγραμμάτων σε κάθε ευρωπαϊκή γλώσσα, ιστορικά αρχεία, όπως ολόκληρο το αρχείο του πολιτικού Διονυσίου δε Ρώμα (ένα μικρό μέρος βρίσκεται στο αρχείο του ΕΛΙΑ), χειρόγραφα του μουσουργού Παύλου Καρρέρ, του Νικολάου Κουτούζη, του Διονυσίου Σολωμού αλλά και του Γεωργίου Τερτσέτη (του μοναδικού δικαστή που αρνήθηκε να καταδικάσει τον Θεόδωρο Κολοκοτρώνη), σπανιότατα παλαιότυπα, δηλαδή βιβλία από τα πρώτα χρόνια της εφεύρεσης της τυπογραφίας (όπως μια μικροσκοπική σπάνια συλλογή από κωμωδίες του Αριστοφάνη, τυπωμένη το 1499), βιβλία φιλοσοφίας απαγορευμένα από την Ιερά Εξέταση! Πρόκειται για μία από τις πλουσιότερες ιδιωτικές βιβλιοθήκες στην Ελλάδα, ανεκτίμητης ιστορικής αξίας, στην οποία καταφεύγουν συχνά ερευνητές και μελετητές. Η καταγραφή των βιβλίων διήρκεσε 25 ολόκληρα χρόνια και πραγματοποιήθηκε από την πρώην διευθύντρια της Δημόσιας Ιστορικής Βιβλιοθήκης της Ζακύνθου, Ζωζώ Κόκλα-Παπαδάτου.

Πρόκειται για μία από τις πλουσιότερες ιδιωτικές βιβλιοθήκες στην Ελλάδα, ανεκτίμητης ιστορικής αξίας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣΈνα γιορτινό μενού στην οικία Μάνου Χατζιδάκι στην ΞάνθηΈνα γιορτινό μενού στην οικία Μάνου Χατζιδάκι στην Ξάνθη Τα βιβλία δεν είναι τα μόνα ιστορικά κειμήλια του Αρχοντικού Ρώμα. Κοιτάζει κανείς κάθε γωνιά και ανακαλύπτει σπάνια αντικείμενα και έργα τέχνης: ένα προεπαναστατικό προσωπικό σεκρετέρ με 100 κρύπτες, δώρο του Ιωάννη Καποδίστρια προς τον Διονύσιο δε Ρώμα, μια τεράστια βενετσιάνικη σκαλιστή νυφική κασέλα (την οποία θαύμαζε απεριόριστα ο αείμνηστος Άγγελος Δεληβορριάς, διευθυντής του Μουσείου Μπενάκη), μια ολόλευκη ξυλόσομπα από πορσελάνη, μια έντυπη αναγγελία θανάτου του Λόρδου Βύρωνα από εφημερίδα της εποχής, μια χειρόγραφη διαθήκη στην οποία υπογράφει ο Διονύσιος Σολωμός, ένα χειρόγραφο κείμενο του Ούγκο Φώσκολο (ο εθνικός ποιητής της Ιταλίας, ο οποίος γεννήθηκε στη Ζάκυνθο), αυθεντικές γκραβούρες, κάποιες σπάνιες, όπως μία από τις τρεις «Melencolia» (sic) του Albrecht Dürer, ένα αυτόγραφο στην οικογένεια από τη Σάρα Μπερνάρ, μία από τις τρεις αυθεντικές λεντίκες που υπάρχουν στην Ελλάδα (μία ακόμη υπάρχει στο Μουσείο Μπενάκη και άλλη μία στην Κέρκυρα), μια αυτοπροσωπογραφία του Νικολάου Κουτούζη, βασικού εκφραστή της Επτανησιακής Σχολής της ζωγραφικής, μια ροκοκό κομόντα του 18ου αιώνα, τρεις αυθεντικές και μπαρουτοκαπνισμένες στρατιωτικές στολές της οικογένειας, ηλικίας τουλάχιστον δύο αιώνων – ο κατάλογος είναι ατελείωτος. Μέσα σε αυτά, βρήκαμε σπάνια κρύσταλλα από οίκους όπως οι Cristofle και Baccarat, ειδικές παραγγελίες με το οικόσημο της οικογένειας, τα οποία ευγενικά παραχωρήθηκαν για τη φωτογράφιση του μενού, αλλά και πορσελάνες από τη Γερμανία και ασημικά, όλα σπάνια και παμπάλαια οικογενειακά κειμήλια.Η διάσωση όλων των σπάνιων αυτών ιστορικών αντικειμένων και βιβλίων αποτελεί άθλο, με δεδομένη την αδυσώπητη φθορά του χρόνου, αλλά και τις συχνές επισκέψεις του Εγκέλαδου.

Σεκρετέρ του 18ου αιώνα. Ανήκε στον Ιωάννη Καποδίστρια, που το έκανε δώρο στον Διονύσιο δε Ρώμα.

Από τη Ρώμη στη Ζάκυνθο

Οι ρίζες της οικογένειας ξεκινούν τον 14ο αιώνα στη Ρώμη, όταν ακόμη είχε το επίθετο De Regoli. Η οικογένεια μετοικεί στη Βιτσέντζα και, για να διαφοροποιηθεί από άλλες οικογένειες με το ίδιο επίθετο, προσθέτει το προσδιοριστικό «Da Roma», δηλαδή «εκ Ρώμης». Με την πάροδο των χρόνων, μένει μονάχα το «Da Roma» και τελικά το «Roma». Μια αιματηρή βεντέτα ανάμεσα στους Roma και σε μια άλλη οικογένεια της πόλης τούς αναγκάζει να καταφύγουν στην Κέρκυρα και μετά στην Κρήτη. Οι κλάδοι διασκορπίζονται, με γενάρχη του κλάδου της Ζακύνθου τον Κούρτιο Ρώμα, που φτάνει στο νησί το 1640. Η οικογένεια εγγράφεται στο τοπικό Libro d’Oro, τη Χρυσή Βίβλο των ευγενών, το 1621, ασπάζεται την ορθόδοξη χριστιανική πίστη και αλλάζει το οικόσημό της, από έναν περίτεχνο μονόκερο, στον δικέφαλο αετό με ένα στέμμα στην κορυφή. Η οικογένεια σχετίζεται με γάμους με άλλες αρχοντικές οικογένειες των Βαλκανίων και της Ευρώπης (όπως με την οικογένεια Μουρούζη της Ρουμανίας, αλλά και την οικογένεια των μεγαλοευεργετών Ζωγράφου από την Ήπειρο). Τα εξέχοντα μέλη των Ρώμα είναι αναρίθμητα, θα σταθούμε όμως στα πιο σημαντικά.

Προτομή της Όρσολας Βαλσάμου-Ρώμα, στο ball room.

Κορνίζα με μικροσκοπικά πορτρέτα της οικογένειας.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣΓιορτινό μενού στην οικία Κατακουζηνού, σημείο συνάντησης της γενιάς του ’30Γιορτινό μενού στην οικία Κατακουζηνού, σημείο συνάντησης της γενιάς του ’30 Ο Διονύσιος δε Ρώμας (1771-1857). Φιλικός, ιδρυτής της πρώτης τεκτονικής στοάς στην Ελλάδα και στενός φίλος του Θ. Κολοκοτρώνη. Έδωσε σχεδόν όλη την περιουσία του για τον Αγώνα και το Αρχοντικό έγινε τόπος μυστικών συναντήσεων των αγωνιστών της Επανάστασης. Ο Αλέξανδρος Ρώμας (1863-1914), το όνομα του οποίου έχει δοθεί στον κεντρικότερο δρόμο της πόλης της Ζακύνθου, διετέλεσε πρόεδρος της Βουλής των Ελλήνων, υπουργός Παιδείας και υπουργός Δικαιοσύνης και έλαβε μέρος στον Ελληνοτουρκικό Πόλεμο του 1912 με δικό του μισθοφορικό σώμα. Μία από τις σημαντικότερες μορφές της οικογένειας ήταν ο Διονύσιος Ρώμας (1906-1981), λόγιος, πολιτικός, μεταφραστής, συγγραφέας, θεατρικός συγγραφέας και μυθιστοριογράφος. Ίδρυσε το Τρίτο Πρόγραμμα της Ελληνικής Ραδιοφωνίας αλλά και το Άρμα Θέσπιδος του Εθνικού Θεάτρου, συνέγραψε το πολύτομο έργο «Περίπλους», ενώ πέντε από τα θεατρικά του έργα έχουν ανέβει στη σκηνή του Εθνικού. Η σύζυγός του, Μαρία Σπηλιωτάκη-Ρώμα, από το Ναύπλιο, αφιέρωσε τη ζωή της στη διατήρηση του Αρχοντικού, ενώ προσέφερε στους μελλοντικούς μελετητές σημαντικό ανέκδοτο υλικό του συζύγου της. Οι τελευταίοι απόγονοι της οικογένειας είναι τα αδέλφια Ντομινίκ και Διονύσης Ρώμας, τους οποίους ευχαριστούμε θερμά για τη φιλοξενία στο ιστορικό τους οίκημα και τις πολύτιμες πληροφορίες που μας έδωσαν.

Χριστούγεννα στη Ζάκυνθο: Κουλούρα, αυγολέμονο και μαγικοί ζωμοί που αλλάζουν χρώμα

Μια σπιτική μυρωδάτη κουλούρα, μια γαβάθα σούπα αυγολέμονο, κατακίτρινη από τους κρόκους και τον πλούσιο ζωμό της κότας, παραδίπλα ίσως ένα ροδοψημένο πουλερικό, οπωσδήποτε βραστή μπροκολίνα με το ζουμάκι της και κραμπία πικάντικα (γουλιά δηλαδή), τυρί «ντόπιο», χοιρο- μέρι και άφθονο κρασί. Με αυτά θα γιορτάσει τα Χριστούγεννα το ζακυνθινό σπίτι, αρχοντικό, αστικό ή αγροτικό. Γαστρονομικές σταθερές που παρέκαμψαν ταξικές και οικονομικές αποστάσεις, αποδείχθηκαν απίθανα διαχρονικές και είναι απόλυτα αποδεκτές από κάθε ζακυνθινή φαμίλια.

Το ξεκίνημα γίνεται με το τελετουργικό κόψιμο της χριστοπαραμονιάτικης κουλούρας, ένα ζωντανό απομεινάρι των αρχαιοελληνικών σπονδών. Η κουλούρα είναι ένα θαυμάσιο γλυκό ψωμί, γιορτινό, πλούσιο, καμωμένο με εκλεκτά υλικά, όπως ελαιόλαδο, κρασί, ξηρούς καρπούς, μπαχαρικά και ζάχαρη. Είναι δύσκολο και μπελαλίδικο, αλλά αξίζει τον κόπο να το δοκιμάσουμε. Στη Ζάκυνθο και σε ορισμένα μέρη στην Κεφαλονιά, το βράδυ της παραμονής των Χριστουγέννων τα μέλη της οικογένειας κρατούν την κουλούρα πάνω από τη φωτιά της «γωνιάς», του τζακιού δηλαδή, και μέσα από την τρύπα της κουλούρας ο πατέρας ρίχνει στις φλόγες λίγο κρασί και λίγο λάδι, ψάλλοντας χριστουγεννιάτικα τροπάρια. Έπειτα τραβά ο καθένας το κομμάτι του, αποκόβοντάς το από την κουλούρα, και αναζητά το «ηύρεμα», το φλουρί δηλαδή.

Ζακυθινά καλωσορίσματα: λαδοτύρι, λαδογραβιέρα, φέτες από ζυμωτό ψωμί, χοιρομέρι κι ελιές κλαστάδες (τσακιστές).
Βραστή μπροκολίνα με το κατοκόκκινο ζουμί της – κοκκινίζει με την προσθήκη λεμονιού – και στη μέση κραμπία (γουλιά) ελαφρώς βρασμένα, σερβιρισμένα με φέτες πορτοκαλιού.

Το ζακυνθινό αυγολέμονο είναι το χαρακτηριστικότερο πιάτο του χριστουγεννιάτικου τραπεζιού. Είναι μια πυκνή σούπα που το αυγολέμονό της το φτιάχνουν κυρίως με κρόκους (τα ασπράδια τα έδιναν παλιά στους μαντολατοποιούς) άφθονους, κι έτσι γίνεται πυκνό τόσο, ώστε το «κουτάλι στέκει ορθό», όπως λένε. Το μαγειρεύουν συνήθως με κριθαράκι (μανέστρα), αλλά και με ρύζι. Για τον ζωμό βράζουν είτε μια καλοθρεμμένη όρνιθα είτε ανάμεικτα κρεατικά: πουλερικό, χοιρινό και μοσχάρι, για έξτρα νοστιμιά. Η ιδιαιτερότητα; Σερβίρουν την πυκνή σούπα με μπόλικο τριμμένο πικάντικο λαδοτύρι ή λαδογραβιέρα, συχνά δε και με παρμεζάνα. Προσθήκη προαιρετική, αλλά άκρως επιθυμητή. Στο πλάι της σούπας σερβίρουν τα κρεατικά στραγγισμένα, με λάδι και λεμόνι. Η γαλοπούλα είναι ένας πολύ πρόσφατος νεωτερισμός, που ενσωματώθηκε εν μέρει στο γιορτινό τραπέζι. Στο μενού μας την ψήνουμε υπομονετικά μέχρι να ροδοκοκκινίσει και ετοιμάσαμε ξεχωριστά μια ωραία γέμιση με συκωτάκια και ζακυνθινό κρασί, σε ποσότητα αρκετή για όλους.

Άλλο ένα κλασικό σερβίρισμα του ζακυνθινού χριστουγεννιάτικου τραπεζιού είναι η μπροκολίνα, μια τοπική ποικιλία μπρόκολου που δεν σχηματίζει ενιαίο κεφάλι, αλλά πολλά μικρά παραπούλια με μικροσκοπικό κεφάλι και λεπτό μακρύ κοτσάνι με άφθονα τρυφερά φύλλα– είδος παμπάλαιο, με πιθανή βενετσιάνικη καταγωγή. Το βράδυ της παραμονής, βράζουν τις μπροκολίνες σε αλατισμένο νερό μέχρι να μαλακώσουν, αλλά να μείνουν αλ ντέντε, τις στραγγίζουν και κρατούν στην άκρη το ζουμί τους. Τη μεν μπροκολίνα τη σερβίρουν με αλάτι, ελαιόλαδο και λίγο λεμόνι, ενώ το ζουμί, που έχει έντονο φωτεινό πράσινο χρώμα (όπως το ζουμί όλων των λαχανικών με άφθονο σίδηρο), το σουρώνουν και το μοιράζουν σε ποτηράκια, στα οποία στάζουν μερικές σταγόνες χυμό λεμονιού: η αντίδραση του σιδήρου με τα οξέα του λεμονιού μετατρέπει ακαριαία τον καταπράσινο ζωμό σε κατακόκκινο! Τον πίνουν όπως είναι ή προσθέτουν λίγο αλάτι.

Η σεφ Κρύστη Καραγεωργού, που ετοίμασε το μενού, και ο σομελιέ Γιώργος Καμπίτσης, ιδιοκτήτες του εστιατορίου Προσήλιο στην πόλη της Ζακύνθου.

Μαγειρεύουμε ένα μενού αστέρων στο τετρακοσίων ετών επιβλητικό αρχοντικό μιας από τις παλαιότερες οικογένειες του νησιού, υπό το αυστηρό βλέμμα διακεκριμένων προγόνων.

Τα κραμπιά (κραμπία στη ζακυθινή ντοπιολαλιά) ή γουλιά έχουν σφαιρικό σχήμα, λευκή, νόστιμη, ελαφρά πικάντικη και ζουμερή σάρκα και μοβ φλούδα. Στη Ζάκυνθο δεν λείπουν ποτέ από το γιορτινό τραπέζι. Τα βράζουν και τα σερβίρουν σε λεπτές φέτες, με ελαιόλαδο και ξίδι ή λεμόνι. Είναι πολύ νόστιμα και ωμά, καθαρισμένα και περασμένα από τη χοντρή πλευρά του τρίφτη, μέσα σε λαχανοσαλάτα, μαζί με επίσης ωμή και τριμμένη σελινόριζα. Εδώ η σεφ τα έβρασε αλ ντέντε, ώστε να παραμείνουν ελαφρά τραγανά στο δόντι, τα έκοψε σε φέτες και τα σέρβιρε με φέτες πορτοκαλιού, σχολαστικά καθαρισμένες από τις μεμβράνες και τις ίνες τους (φιλέτα), πασπαλισμένες με αλάτι, ξύσμα πορτοκαλιού, ψιλοκομμένο σχοινόπρασο και ραντισμένες με ελαιόλαδο.

Τα αρχοντόσπιτα, αλλά και τα μεγαλοαστικά σπίτια της πόλης, της Χώρας, συνήθως έφερναν στο τραπέζι τους νοστιμιές από μακρινές γωνιές της Ελλάδας ή του κόσμου. Στις γιορτές συχνά σέρβιραν ιταλικά τυριά και αλλαντικά, χαβιάρι από την Κασπία, αλλά και ελληνικό αυγοτάραχο από τις κοντινές ακτές της Ηλείας και της Αιτωλοακαρνανίας. Σε ένα πιάτο θα υπάρχουν οπωσδήποτε ελιές κλαστάδες (πράσινες τσακιστές δηλαδή), που εδώ η σεφ τις προτείνει ραντισμένες με λίγο λάδι και πασπαλισμένες με ξύσμα πορτοκαλιού και λεμονιού. Τέλος, από κανένα γιορτινό τραπέζι του νησιού δεν έλειπε η κασάμπα, δηλαδή το χειμωνιάτικο πεπόνι, που είναι ιδιαίτερα γλυκό. Το συγκομίζουν στις αρχές του φθινοπώρου και το διατηρούν στις αποθήκες ή κρεμασμένο από το δοκάρι του σπιτιού για καιρό, ώστε να το έχουν στο χριστουγεννιάτικο τραπέζι.

Το βράδυ της παραμονής, βράζουν τις μπροκολίνες σε αλατισμένο νερό μέχρι να μαλακώσουν, αλλά να μείνουν αλ ντέντε.

Η αντίδραση του σιδήρου με τα οξέα του λεμονιού μετατρέπει ακαριαία τον καταπράσινο ζωμό σε κατακόκκινο.

Για το καλωσόρισμα, αλλά και για τη γιορτινή οινοποσία

Τα σερβίρουμε ξεχωριστά ή σε πλατό, μαζί με ανοιχτόχρωμες μαρμελάδες (κυδώνι, λεμόνι, πορτοκάλι κ.λπ.). Το λαδοτύρι Ζακύνθου ή «ντόπιο» είναι ένα σκληρό, εξαιρετικά πικάντικο κιτρινωπό τυρί από αιγοπρόβειο γάλα, που ωριμάζει μέσα σε δοχεία με ντόπιο ελαιόλαδο. Το τυρί της τάβλας είναι το λαδοτύρι που όμως δεν έχει ωριμάσει σε ελαιόλαδο, αλλά σε ξύλινες τάβλες. Έχει θαυμάσια γεύση, απαλή, και συχνά είναι μαλακό σαν αλοιφωτό και μοιάζει με βούτυρο. Ίσως ένα από τα πιο θαυμάσια ελληνικά τυριά. Η λαδογραβιέρα είναι αιγοπρόβεια ή πρόβεια γραβιέρα που ωριμάζει σε ελαιόλαδο και αποκτά αρκετά πικάντικη γεύση, διατηρεί όμως τη μαλακή και βουτυράτη υφή της γραβιέρας. Τέλος, η πρέντζα είναι ένα φρέσκο λευκό τυρί που παράγεται με ιδιαίτερο τρόπο: μετά την παραγωγή βαρελίσιας «φέτας» μαζεύουν από τα τοιχώματα του βαρελιού τα υπολείμματα του τυριού και τα ανακατεύουν με εξαιρετικό παρθένο ελαιόλαδο και θρούμπι ή θυμάρι. Νόστιμο τυρί, με πολύ δροσερή και φρέσκια γεύση.

Το ζακυθινό χοιρομέρι είναι αλλαντικό ιδιαίτερα πικάντικο, ξηρής ωρίμανσης, από μπούτι χοίρου. Συντηρείται σε αλάτι και περιέχει άφθονο πιπέρι, αλλά και φύλλα φρέσκιας δάφνης ή δεντρολίβανου. Δεν το βρίσκουμε εκτός Ζακύνθου. Στο πλατό μας θα βγάλουμε κάποιο άλλο καλό χοιρομέρι, καπνιστό, βραστό ή αέρος (προσούτο), ό,τι προτιμάμε.

Μια φρέσκια ματιά στην παραδοσιακή ζακυθινή κουζίνα

Το μενού που προτείνουμε είναι εμπνευσμένο από τα παραδοσιακά ζακυθινά πιάτα της γιορτής. Οι εμπνεύσεις της Κρύστης Καραγεωργού, της σεφ του εστιατορίου Προσήλιο, έχουν όλο το μεράκι της και μας δίνουν μια νέα, φρέσκια, μοντέρνα εικόνα της τοπικής κουζίνας. Με τα παραδοσιακά υλικά της ντόπιας μαγειρικής, τόσο στο εστιατόριο όσο και για το μενού μας, σκαρφίζεται πεντανόστιμα πιάτα, άλλοτε οικείες παρασκευές με τα «εξωτικά» προϊόντα του νησιού, κι άλλοτε με έμπνευση γνωστά μας υλικά χρησιμοποιεί ζακυθινές τεχνικές για νέες γευστικές εμπειρίες.

*Ευχαριστούμε θερμά την κληρονόμο της οικογένειας Ρώμα, κ. Ντομινίκ Ρώμα, τον Γιώργο Καμπίτση και το εστιατόριο «Προσήλιο» (Αγίων Πάντων 15, Ζάκυνθος, Τ/26950-22.040), την κ. Μαρία Σιδηροκαστρίτη-Κοντονή, τη δημοσιογράφο Μαριλένα Παπαδάτου, το Επιμελητήριο Ζακύνθου, το ξενοδοχείο Palatino για την ευγενική φιλοξενία, το οινοποιείο «Κλήμα Γράμψα», το τυροκομείο «Αγρόκτημα της Κορίνας» και τον φούρνο «Αρτογωνιά» για την προσφορά των προϊόντων τους.

Δείτε πώς να φτιάξετε τα πιάτα του ζακυθινού χριστουγεννιάτικου μενού:

Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Γαστρονόμος, τεύχος 176.

Βραβεία Ποιότητας

Δες ανά κατηγορία τα βραβεία των προηγούμενων ετών