– Μαμά, μαμά… ο αρχιμάζιρας είπε θα μαζιρέψουμε ζεμιστά μακαρόνια. Μεζάααλα μακαρόνια!

– Μπράβο, περιστεράκι μου, να βάλετε παλιά ρούχα πριν αρχίσετε.

– Ο μπαμπάς είπε θα ’ρθει η Στέλλα.

– Ουάου… Τέλεια θα περάσετε. Θα φάμε πολύ νόστιμο φαγητό το μεσημέρι. Να στρώσετε

κι εφημερίδες στο πάτωμα.

– Θα ’ρθει κι ο Ζιάννης.

– Πολλές εφημερίδες… Να, αυτές τις μεγάλες! 

– Εσύ θα κάνεις μαζίρεμα μαζί;

– Εγώ, μελισσούλα μου, δεν θα έρθω μαζί σας

στο ρέμα σήμερα. Θα σας θαυμάζω απ’ την ακρορεματιά. Έλα να σου δώσω μια αγκαλιά…

– Μαμά, τι είναι ρέμα;

– Ρέμα είναι το ποταμάκι όπου τρέχει πολύ

νερό όταν βρέχει και μετά σταματάει, μέχρι… να ξαναβρέξει.

– Ο μπαμπάς είπε, τώρα που φοράμε μάσκα μαζί με τα παπούτσια… θα μαζιρεύουμε μαζί κάθε μέρα. Την άλλη μέρα θα κάνουμε μαζίρεμα χρωματιστά μανιτάρια του Αρκούδου με αυζά. Μαμά, πώς λένε στ’ αλήθεια τον Αρκούδο;

– Δεν το ζω αυτό που ζω! Τον λένε Θοδωρή. Φιλάκι; Πήγαινε ξύπνα τον μπαμπά.

Τρεις ώρες περπατούσαμε με τη μαμά της Στέλλας και τον μπαμπά του Γιάννη. Χαλαρό περπάτημα με κουβέντες πολλές. Το τελευταίο, βέβαια, σπριντ συζήτησης περί Εrtflix και καραντίνας διεκόπη απότομα, καθώς φτάσαμε στο σημείο παράδοσης-παραλαβής. Στην εξώθυρα. Εκεί όπου χέρια διστακτικά αλλάζουν τάπερ και αλουμινόχαρτα… Εκεί όπου δάχτυλα σφιχτά αγγίζουν μνήμες αγκαλιάς… εκεί στον καιρό του κορωνοϊού! Βαρέθηκα πια!

Ενθουσιασμός… χαμός… μαμά και μπαμπά… χαρές και γέλια… μαζίρεμα και ταπεράκια… να παίξουμε λίγο ακόμη… λίγο ακόμη… Ευχαριστούμε… περάσαμε υπέροχα… Γεια σου, Γιάννη… Στέλλα, φιλάκια! Να κάνουμε και χρωματιστά αυγά την επόμενη φορά! Στο καλό!

Του άρεσαν από παλιά τα κανελόνια, από παιδί. Η μάνα δεν έφτιαχνε συχνά, γιατί είχαν φασαρία στο γέμισμα – πόσα να προκάμει κι αυτή, αν και ο ίδιος ισχυρίζεται πως απλώς δεν έπαιζαν αρκετά! Καινούργιο φαγητό στη μακρινή και δύσκαμπτη επαρχία.

Γεμιστά μακαρόνια; Ποια νοικοκυρά θα έπαιρνε το ρίσκο, διαβάζοντας τις οδηγίες του κουτιού ή του «Ρομάντσου»; «Μια χαρά είναι κι η μακαρονάδα με κιμά!» Τα μακαρόνια με κιμά ήταν από τα πρώτα που μάθαιναν οι κόρες και από τα πρώτα που ξαναμάθαιναν οι νύφες στο καινούργιο σπιτικό. Ευκολάκι! Το πολύ πολύ να άλλαζε το νούμερο, αλλά αυτά τα κανελόνια… ούτε καν νούμερο… Και θέλουν και γέμισμα χωρίς να σπάσουν, και θέλουν και φούρνο, και θέλουν και τυρί πριν από το τέλος, και ωχ αμάν… «μια χαρά είναι κι η μακαρονάδα με κιμά!». Της γιαγιάς άρεσαν τα μακαρόνια νούμερο 10. Θυμάται να πηγαίνει στον Φούκα τον μπακάλη, για νούμερο 10.

Στην έκτη που πήρε 10, του αγόρασαν και ποδήλατο! Έπαιζε πολύ το 10 τότε!

Με ελάχιστο έως και καθόλου κιμά τα κανελόνια του. Στις νηστείες έχουν μεγάλο σουξέ, αν και χωρίς το λιωμένο τυρί ανακατεμένο με τη φρυγανιά, η μπουκιά χάνει λίγη από την αίγλη της. Ιδανικός τρόπος να κρύψεις πάσης φύσεως λαχανικά από τις παραξενιές των παιδικών ματιών και ορέξεων. Καρότο, μανιτάρι, σπανάκι, πράσο, λάπαθο, μαϊντανό, λίγο μπρόκολο, κρεμμύδι… κι όσο καλοκαίριαζε, κολοκυθάκια, μελι- τζάνες, φρέσκια τομάτα κι άλλα τέτοια. Αποβραδίς το μαγείρεμα της γέμισης ή έστω πρωί πρωί, γιατί θέλει κάνα δυο ώρες κρύωμα πριν ξανανάψει η σπίθα της δημιουργίας!

Και με κουτάλι γεμίζουν τα κανελόνια… και με χωνί γεμίζουν… και με κορνέ, μα σαν τα χέρια των παιδιών… κανένα σύνεργο!

Και με κουτάλι γεμίζουν τα κανελόνια… και με χωνί γεμίζουν… και με κορνέ, μα σαν τα χέρια των παιδιών… κανένα σύνεργο!

Η ιεροτελεστία του… μαζιρέματος αρχίζει πάντα με έναν ομαδικό χορό πλυσίματος χεριών στον νεροχύτη της κουζίνας και συνεχίζεται με τα μελωδικά «μπλιαχ» και «μπλιαξ» των πρώτων γεμισμάτων, στην πρώτη αράδα του λαδωμένου ταψιού. Δυο τρεις επιδιορθώσεις στα λειψά, κάνα δυο βάζα αραιωμένη τομάτα από πάνω και… μέχρι να πεις κύμινο – έβαζε κι ένα τικ κύμινο, σπονδή στην Ανατολή– τέλος. Αυτό ήταν! Τέλειωσε κιόλας!

Τα πολλά χέρια –ας είναι και μικρά χεράκια– βγάζουν τη δουλειά στο πιτς φιτίλι. Το τρίψιμο του τυριού με εκείνον τον διαβολικό κυλινδρικό τρίφτη που δεν χωράει στα συρτάρια, κομβική attraction του event. Οι γεμιστάδες τρίβουν και κοπανίζουν με επιμέλεια και πάθος ζηλευτό μέχρι να εξαφανιστούν ο τρίφτης και το γουδί, μέχρι την ώρα του κολατσιού, την ώρα του σκουπίσματος της κατσαρόλας με φρέσκο ψωμάκι, ενώ τα άτριφτα του τρίφτη… μπόνους τρακ αντί βεβαίωσης συμμετοχής! Φρουτάκι, νεράκι και… καρτέρεμα του φούρνου με παραμύθι… «Μια φορά κι έναν καιρό… τα πολύ πολύ παλιά τα χρόνια, σε μια κοντινή πολιτεία ζούσαν κάτι άνθρωποι που είχαν μόνο τα βασικά της κουζίνας… αλεύρι και νερό… Μα πόσο να αντέξεις με τα βασικά, και έτσι έφτιαξαν για αρχή ένα μακαρόνι… το νούμερο 10, ίσα που να ξεγελάσουν τα βασικά τους δηλαδή… και μετά…»

Κι έτσι, τα κανελόνια έγιναν συνώνυμα του παιχνιδιού και το μαζίρεμα συνώνυμο του «παίζω με τον μπαμπά». Μετά ήρθαν τα εμβόλια και η ανοσία της αγέλης και ξέτρεξαν τα παπούτσια από τις μάσκες, και αναδιανεμήθηκαν τα οφίτσια της εστίας, και τσουπ… η νέα ισορροπία…

– Αρχιμάγειρα! Ο κιμάς είναι στο ψυγείο. Θα φτιάξετε κανελόνια αύριο;

– Μπα… έχω δουλειά. Δεν κάνεις μακαρόνια με κιμά; Μια χαρά είναι κι η μακαρονάδα με κιμά! Νούμερο 10 έχουμε;

Τρεις ανάσες και ένα χαμόγελο μετά…

– Μη με βρέξεις! Μη, μη! Το τσάι βάφει! Ναι, θα κάνουμε μαζίρεμα… γεμιστά μακαρόνια! Θα ’ρθει και η Στέλλα με τον Γιάννη. Φιλάκι; Μεθαύριο λέω να φτιάξουμε ομελέτα με τα μανιτάρια του Θοδωρή. Συνέχεια με ρωτάει για τις αρκούδες και το βουνό. Στον Γράμμο τα μάζεψε. Να πάμε μαζί του σε ένα μανιταρομάζεμα. Προϊστορικός τρόπος… και ιστορικός τόπος! Τι λες;

– Να πάμε κι εκεί… να πάμε! Μη βάλεις πολύ πράσο στη γέμιση. Όταν σου αρέσει κάτι, βάζε τη μισή δόση, αλλιώς το κάνεις υπερβολικά δραματικό!

Το κείμενο πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Γαστρονόμος, τεύχος 182.

Βραβεία Ποιότητας

Δες ανά κατηγορία τα βραβεία των προηγούμενων ετών