Επτά τα συστατικά του Bloody Mary που ετοιμάζω: 60ml vodka, 250 ml τοματοχυμός, λίγη Worcestershire sauce, περισσότερο tabasco, 30 ml λεμονοχυμός, αλάτι σέλινου και μαύρο πιπέρι. Τα ανακατεύω όλα σε ψηλό ποτήρι με τριμμένο πάγο και μαζί με τις γουλιές που κατεβαίνουν η μία μετά την άλλη, ψάχνω λίγο την ονοματοδοσία του. «Blοody Mary» λοιπόν ήταν η διάσημη «ματωμένη» συνονόματη, βασίλισσα της Αγγλίας, που έκαψε στην πυρά περισσότερους από 300 αιρετικούς μέσα στα 5 χρόνια της βασιλείας της.

Γνωστή λοιπόν, διάσημη, που έγινε και το αγαπημένο μου κοκτέιλ.

Στα καθ’ ήμας, θυμάμαι το παραδοσιακό ηπειρώτικο τραγούδι και το σιγομουρμουρίζω, προσέχοντας για πρώτη φορά τους στίχους: «Στέλλα μωρ’ Στέλλα, κακιά κοπέλα δε το ‘πραξες καλά. Παράτησες τον άντρα σ’ μωρ’ Στέλλα κάτω στα Δολιανά, μια όμορφη βραδιά». Διάσημη και αυτή η Στέλλα που παράτησε παιδί και σύζυγο για τον έρωτα του δασοφύλακα. Το τραγούδι την εκθέτει δημοσίως. Αναφέρει και το όνομα και το επίθετο και το χωριό της ώστε όλοι οι συγγενείς της να ζουν με το στίγμα του σκανδάλου για πολλά πολλά χρόνια. Εκτός και αν την ξεχνούσαν για λίγο τραγουδώντας και χορεύοντας τη «Χάιδω». Άλλη διάσημη σκανδαλιάρα, που παντρεμένη με το ζόρι, με ηλικιωμένο μεγαλοτσιφλικά, τον απατούσε κατ ́εξακολούθηση με νέο από το διπλανό χωριό. «Και ποιος χτυπάει το μάνταλο; Το νάνι, το νανάκι. Απόψε ο άνδρας μου είναι εδώ. Το νάνι, το νανάκι. Έλα αύριο το βράδυ. Το νάνι, το νανάκι», μηνούσε στον εραστή της, μέσα από το έντεχνα δολοπλόκο νανούρισμά της.

Ηπειρώτισσα όμως ήταν και η γυναίκα του Μενούση. Αυτή, αλίμονο, δεν έχει όνομα, ούτε πρόλαβε να μεγαλώσει. «Ο Μενούσης μεθυσμένος πάει την έσφαξε. Το πρωί ξεμεθυσμένος πάει την έκλαψε. Σήκω χήνα μ’, σήκω πάπια μ’ , σήκω νερατζιά, σήκω λούσου κι αρματώσου κι έμπα στο χορό. Να σε δουν τα παλικάρια να μαραίνονται. Να σε δω και εγώ ο καημένος να σε χαίρομαι». «Καημένος» ο θύτης που ήταν και μεθυσμένος και όσο να πεις πολλοί θα τον συμπόνεσαν. Επαναλαμβάνω: τον θύτη.

Ανώνυμη επίσης ήταν και η άλλη όμορφη και λυγερή, αυτή του διάσημου γεφυριού της Άρτας, αυτή που θυσίασε ο πρωτομάστορας για να στεριώσει το γεφύρι. Ο θύτης και σε αυτό το παραδοσιακό τραγούδι θέλει να κερδίσει τη συμπάθειά μας, να τον συγχωρήσουμε, γιατί πώς να γίνει, δεν φταίει, είναι άντρας, πρωτομάστορας, έχει ευθύνες. Είναι καλός όμως και στεναχωριέται, δεν είναι και κανένας αναίσθητος: «Τ’ άκουσ’ ο πρωτομάστορας και του θανάτου πέφτει». «Την είδ’ ο πρωτομάστορας, ραγίζεται η καρδιά του». Ράγιζε η καρδιά του και όταν έριχνε τον μέγα λίθο: «Ένας πιχάει με το μυστρί, κι άλλος με τον ασβέστη, παίρνει κι ο πρωτομάστορας και ρίχνει μέγα λίθο».

Ας πιω ακόμα ένα «bloody Mary» γιατί πολλά μας τα έχω μαζεμένα.

Το άρθρο πρωτοδημοσιεύτηκε στο περιοδικό Γαστρονόμος, τεύχος 184.

Βραβεία Ποιότητας

Δες ανά κατηγορία τα βραβεία των προηγούμενων ετών