Μελαχρινή, βελούδινη, γλυκιά (ακόμη και η πικρή), δυνατή μέχρι ανατριχίλας, η σοκολάτα, μια γεύση επική, μπήκε στη ζωή μας και μας κατέκτησε οριστικά. Στην Ελλάδα για πρώτη φορά παρασκευάστηκε «τσοκολάτα» το 1852 στο Γλυκισματοποιείον Παυλίδη, στο κέντρο της Αθήνας. Έκτοτε είχαμε και στη χώρα μας το κακάο, με το οποίο έφτιαχναν ρόφημα, και τη σοκολάτα, που τη χρησιμοποιούσαν σε διάφορα γλυκίσματα ή τρωγόταν σε κομμάτια. Έλληνα ζαχαροπλάστη έστειλε ο Παυλίδης στην Ευρώπη για να ειδικευτεί στην επεξεργασία της «τσοκολάτας» και εκείνος εκπαίδευσε στη συνέχεια όλο το προσωπικό. Ακολούθησαν κι άλλοι, άνοιξαν ζαχαροπλαστεία που δημιούργησαν όνομα και μερικά κράτησαν μέχρι το τέλος του 20ού αιώνα. Πολύ δημοφιλή ήταν τα σοκολατάκια, που διατίθεντο σε μεγάλη ποικιλία. Ένα κουτί από καλό ζαχαροπλαστείο ήταν ευπρόσδεκτο και τρυφερό δώρο για κυρίες κάθε ηλικίας.
Αν είσαι άμοιρος της λατινικής, σου χρειάζεται μια κούρα συνεχών sine qua non, όπως αν είσαι κουφός των γεύσεων, σου χρειάζεται δίαιτα με μουσική πικρής σοκολάτας.” Οδ. Ελύτης, Εκ του πλησίον (Ίκαρος)
Έψαξα τα παλιά βιβλία μαγειρικής – ζαχαροπλαστικής που έχω στη συλλογή μου και έχουν εκδοθεί από το 1880 μέχρι τις πρώτες δεκαετίες του 1900. Εκεί αναφέρονται πολύ λίγες συνταγές με «τσοκολάτα», όπου δίνονται εναλλακτικά οι δόσεις σε σοκολάτα και σε κακάο και προτρέπονται «αι κυρίαι» να προτιμούν το δεύτερο, γιατί είναι πιο σίγουρες για την ποιότητά του. Φαίνεται ότι από τότε είχε αρχίσει να νοθεύεται η σοκολάτα. Σε αυτά τα βιβλία η σοκολάτα μπαίνει προσθετικά σε κρέμες ψητές ή γεμίσματα τούρτας, που μέχρι τότε γίνονταν με φρούτα, γάλα, αυγά κ.λπ. Στα νεότερα βιβλία, που φτάνουν μέχρι το 1954, η χρήση της σοκολάτας έχει επεκταθεί. Πολλά γλυκίσματα γαλλικά ή κεντροευρωπαϊκά παρουσιάζονται με σοκολάτα πάντα, αλλά γίνεται πια αναφορά σε σοκολάτα γάλακτος ή κουβερτούρα και υπάρχουν οδηγίες πώς να φτιάξετε πραλίνα, λόγου χάρη, για να την αναμείξετε με τη σοκολάτα. Και συνταγές για σπιτικά σοκολατάκια δίνονται επίσης.
Όλα αυτά, βέβαια, είναι προνόμια των μεγάλων πόλεων. Στην επαρχία κυκλοφορούν πολύ οι σοκολατένιες ελίτσες και κάτι σοκολατάκια σε σχήμα μαργαρίτας, γάλακτος και όχι. Υπήρχαν και τα φοντάν, τυλιγμένα σε χρωματιστά χαρτάκια, που είχαν σοκολάτα εξωτερικά και το εσωτερικό τους ήταν ένα αφράτο ζαχαρωτό, πότε λευκό, πότε κιτρινωπό με άρωμα πορτοκάλι και, μερικές φορές, πρασινωπό, με άρωμα μέντας. Αυτά δεν χρειάζονταν ψυγείο. Έμεναν στη φοντανιέρα, ένα μπολ με ποδαράκια και καπάκι, κρυστάλλινο ή ιμιτασιόν, συνήθως κακόγουστο και σπανίως φίνο.
καρυδόπιτα, η αμυγδαλόπιτα κ.λπ. Τα παιδιά περίμεναν με αδημονία τους γονείς, τους θείους, τη νονά όταν επέστρεφαν από ταξίδι και τους έφερναν μεγάλες σοκολάτες με διάφορες γεύσεις, ακόμη και γεμιστές. Όσοι ταξίδευαν στην Ευρώπη έφερναν πάντα σοκολάτες Toblerone, που είχαν μέσα κομματάκια νουγκά (μαντολάτο) και έμοιαζαν τόσο εξωτικές τότε.
Ένα πολύ συνηθισμένο πρόχειρο σπιτικό γλύκισμα της εποχής με σοκολάτα κουβερτούρα είναι επίσης το σαλάμι ή κορμός, που άρχισε να εξαπλώνεται με την επικράτηση των ηλεκτρικών ψυγείων. Επίσης, έγινε συνήθεια να φτιάχνουν μια πηχτή κρέμα πιάτου με κακάο και να την απλώνουν σε γλυκά, όπως ηβραχάκια» που έφτιαχνε η μητέρα μου, αλλά και πολύς κόσμος. Ήταν αμύγδαλα ψημένα στο φούρνο, βουτηγμένα σε λιωμένη σοκολάτα 3 – 4 μαζί και ακουμπισμένα σε λαδόχαρτο μέχρι να στερεοποιηθεί η σοκολάτα. Υπάρχουν ακόμα σε μερικά καλά ζαχαροπλαστεία. Απαραίτητη είναι η πρώτης ποιότητας σοκολάτα και τα παλιά γνωστά μας αμύγδαλα, που ήταν κοντά και στρουμπουλά, και όχι αυτά από συστηματικές καλλιέργειες, που είναι μεγάλα και πλακέ, αλλά πολύ πιο άνοστα. Αν τα φτιάξετε, αξίζει να τηρήσετε τον κανόνα. Είναι απλά, αλλά υπέροχα.
Δεν θέλω να παραλείψω τα «