Άνοιξε για λίγο, δοκιμαστικά, το απόγευμα της περασμένης Πέμπτης. Περνώντας την Παρασκευή το μεσημέρι, την πρώτη επίσημη μέρα του στην Αθήνα, όλα σχεδόν τα τραπέζια στο πεζοδρόμιο της Περικλέους τα βρήκαμε γεμάτα. Το Thess Bao, που μετράει δύο καταστήματα στη γενέτειρά του, τη Θεσσαλονίκη και πολλούς φίλους, έπιασε πόστο σ’ ένα σημείο του κέντρου που αγαπάει ιδιαίτερα το φαγητό του δρόμου. Με την ίδια μαύρη πρόσοψη και το ίδιο μενού, όπου πρωταγωνιστούν τα bao buns σε πολλές διαφορετικές εκδοχές. Τα ασιατικά ψωμάκια ατμού, στη δική του παραλλαγή, που συνδυάζει αλεύρι λωτού και αλεύρι από τους Μύλους Χαλκιδικής, είναι αφράτα, μαλακά, αλλά λίγο πιο ψωμένια, πιο κυψελωτά. Είναι και μεγαλούτσικα. Τους πήρε καιρό για να τα φτιάξουν όπως τα ήθελαν. Αυτό όμως, που διαφοροποιεί το αυτό το σενάριο street food, σύμφωνα με τον Δημήτρη Παμπόρη, συνδημιουργό του μαζί με τον Γιάννη Πατέικα, επίσης σεφ, και τον Γιάννη Ζιάγκα, ιδιοκτήτη του θεσσαλονικιώτικου εστιατορίου Μανιτάρι, είναι οι ιδιαίτερες γεμίσεις. Όλα είναι χειροποίητα σ’ αυτή τη «μαγειρική», όπως την περιγράφει, προσέγγιση του φαγητού στο χέρι.
Για να τα γνωρίσει κανείς όλα θέλει πολλές… επαναλήψεις. Πορευτείτε σύμφωνα με τα γούστα σας. Εγώ από την μεριά μου θα πω ότι την πανσέτα αξίζει να την δοκιμάσετε. Είναι είναι από τις πιο δημοφιλείς προτάσεις και δικαίως. Τρυφερή, κανονικό λουκούμι, είναι πολύ νόστιμη, με αγγούρι κίμτσι και φρέσκο κρεμμύδι να κοντράρουν τη λιπαρότητα του χοιρινού και μια πλούσια σε γεύση καπνιστή μαγιονέζα με μαύρο σκόρδο και λίγο σουσάμι από πάνω. Για λίγο ασιατικό fusion ακόμη, υπάρχουν οι τραγανές «γαρίδες China Town», παναρισμένες με πάνκο -η μαγιονέζα με τη sriracha τους δίνει μια νότα κάψας και το daikon (ραπάνι), το iceberg και η αλοιφή από αβοκάντο μια ωραία δροσιά. Στην ίδια λογική κινείται κι η «πάπια Πεκίνου», πάπια κονφί, που στη συνέχεια καραμελώνει στην πλάκα και μπαίνει στο ψωμάκι παρέα με μια πολύ γευστική δική τους κέτσαπ (με σος BBQ, hoisin, sriracha και μέλι), αγγούρι και φρέσκο κρεμμυδάκι, πασπαλισμένη με φυστίκι και ινδοκάρυδο. Κι εδώ όλα τα επιμέρους στοιχεία ήταν ωραία. Έχασε μερικούς πόνους μόνο και μόνο λόγω κατανομής: το κρέας ήταν μπόλικο, οπότε ήθελε παραπάνω λαχανικά. Τους κολοκυθοκεφτέδες θα τους βάλω στα τοπ μου. Σε ψωμάκι ατμού κι αυτοί, ήταν καλοτηγανισμένοι, με μαλακό, μοσχομυριστό εσωτερικό. Ωραίο σκαλοπάτι για τα επόμενα, πιο ελληνικά, της παρέας.
Τα μπέργκερ τα αφήσαμε για την επόμενη φορά, πήραμε όμως hot dog. Όχι το βερολινέζικο, με το currywurst. Το σερραϊκό, με λουκάνικο Τζουμαγιάς, από την Ηράκλεια, που το σερβίσουν με coleslaw και κέτσαπ με πιπεριά Φλωρίνης. Ωραιότατο ήταν. Και μια που πιάσαμε τα βόρεια, το λήξαμε με ένα γλυκό bao bun που είναι συνδεδεμένο με ένα φημισμένο έδεσμα της Θεσσαλονίκης: τα ψωμάκια κόβονται, τηγανίζονται (μοιάζουν σαν λουκουμαδένιες φετούλες) και στη συνέχεια καλύπτονται με πλουσιοπάροχη κρέμα μπουγάτσας, αφρό κανέλας και ζάχαρη άχνη – ιδέα έξυπνη και λιχούδικη. Πριν φτάσετε εκεί, βάλτε στη μέση και τις γαλλικές baby πατάτες τις αχνίζουν τις τσακίζουν ακανόνιστα και τις συνοδεύουν με πολλά και διάφορα. Εκεί το πήγαμε αλά ιταλικά, με πράσινη μαγιονέζα με βασιλικό, grana padano και πούδρα ντομάτας.
Δεν θέλει και πολύ για να το πιάσεις. Το Τhess Bao άμα θέλει βάζει κέτσαπ κι άμα θέλει κρέμα μπουγιουρντί. Τα πολυπολιτισμικά αφράτα σαντουιτσάκια του, προσαρμοσμένα σε διάφορα γούστα και διαθέσεις, βρίσκουν χώρο να παίξουν με όσα τρώγονται κι όσα (κανονικά τουλάχιστον) δεν τρώγονται στο χέρι. Αν σταθμεύοντας σε κάποιο από τα τραπέζια του, είτε μεσημέρι, είτε απόγευμα, είτε βράδυ και ρωτήσετε και για τις προτάσεις ημέρας θα το δείτε ακόμη πιο έντονα. Εκεί που δεν το περιμένεις σου βγάζουν bao buns… μουσακά, bao buns με μπακαλιάρο με σκορδαλιά μαύρου σκόρδου και καπνιστό ταραμά, με γαρίδες με σαγανάκι ή με αραντσίνι με γεύση γεμιστών και σος φέτας. Μέχρι μπέργκερ Rossini έχουν κάνει. Με μπιφτέκι από Black Angus και φουαγκρά. Όλα τα αγκαλιάζει αυτό το ψωμάκι. Και τα δικά μας και των άλλων.