Πέρασαν περίπου 13 χρόνια από τότε που ξεκίνησε στο νησί μια μικρή οινική επανάσταση από το –τότε νεοϊδρυθέν– Οινοποιείο Σύρου του οινολόγου Νίκου Χατζάκη.
Μέρος πρώτο: Το καλοκαίρι του 2010 ήταν μια σημαντική χρονιά κρίσιμων αποφάσεων. Στο νησί υπήρχε για κάποια χρόνια στην περιοχή Λαγκάδα, στα Τάλαντα, ένα πολύ μικρό οινοποιείο με στοιχειώδη, οικιακού επιπέδου οινοποιητικό εξοπλισμό, το οποίο παρήγε δύο-τρεις χιλιάδες εμφιαλωμένα κρασιά από Μονεμβασιά με την επωνυμία Συρίη. Εξαιρετικά σπάνια, διετίθεντο κυρίως για προσωπική τους κατανάλωση και μόνο ελάχιστα από αυτά έβρισκαν μια θέση στα ράφια του παντοπωλείου του Κώστα Πρέκα στην Ερμούπολη. Για τον Αυστριακό Χάραλντ Ρίχτερ, οινοποιό και γιατρό, είχε έρθει το πλήρωμα του χρόνου για να εγκαταλείψει το νησί και έτσι ο παλιός στάβλος της οικογένειας Βακονδίου, τον οποίο χρησιμοποιούσε ως χώρο παραγωγής των κρασιών, βρέθηκε προς πώληση-ενοικίαση. Την ίδια ακριβώς στιγμή –σε ένα παράλληλο σύμπαν– ο οινολόγος Νίκος Χατζάκης και του λόγου μου είχαμε αρχίσει να βλέπουμε ζεστά το ενδεχόμενο της αποκέντρωσης από την Αθήνα και η Σύρος, τόπος καταγωγής των παππούδων μου, ήταν ο νούμερο ένα προορισμός στη λίστα μας.
Το deal έγινε με συνοπτικές διαδικασίες, έτσι που το επόμενο καλοκαίρι, του 2011, ο Νίκος βρέθηκε στον τόπο μου με τον στοιχειώδη οινοποιητικό εξοπλισμό, τη μικρή του επαγγελματική εμπειρία, το γαμήλιο δώρο μας ως μοναδικό κομπόδεμα και έχοντας να διαχειριστεί ένα παρθένο, αξιόλογο αμπελοτόπι με ελάχιστους όμως καλλιεργητές χωρίς σπουδαίο know how. Μέσα στην επόμενη δεκαετία διαδραματίστηκε ένα one man show με μεγάλη επιτυχία, κατά την ταπεινή μου (και προφανώς όχι εντελώς αμερόληπτη) άποψη. Προσωπικά δέχομαι έναν κάποιο έπαινο για το κόλλημα των ετικετών (λίγο στραβά κάποιες φορές όταν χαλούσε η παλαιού τύπου ετικετέζα), μια εργασία που έκανα εν είδει ψυχοθεραπείας στα διαλείμματα των επαγγελματικών μου δραστηριοτήτων, ενώ όλη η υπόλοιπη δουλειά, δημιουργική και χαμαλοδουλειά, πιστώνεται εξ ολοκλήρου στον Νίκο. Φτάσαμε κάπως έτσι στο 2021, με το οινοποιείο να στηρίζεται αποκλειστικά και μόνο στις φαρδιές πλάτες του κ. Χατζάκη, με 5 στάνταρ (και μερικές one of) ετικέτες κρασιών από τις τοπικές ποικιλίες Σεριφιώτικο, Μονεμβασιά, Ασύρτικο, Λευκή Κουντούρα και Μανδηλαριά και με τα περίπου 15 στρέμματα δικής του καλλιέργειας αμπελώνες.
Μέρος δεύτερο: Στις αρχές του χειμώνα του 2022 πάρθηκε η αμέσως επόμενη, πιο κρίσιμη απόφαση στη σύντομη ιστορία του οινοποιείου και τα τέλη του Απριλίου ορίστηκαν ως το deadline για να παραδώσει ο Νίκος τον χώρο του παλιού οινοποιείου στους νέους ιδιοκτήτες του, κάποιους Γάλλους που θα το εκμεταλλευτούν ως οικία. Ένα καραβάνι φορτωμένο με τον παλιό και τον νέο οινοποιητικό εξοπλισμό του –η μερικής απασχόλησης θέση μου καλύφθηκε από μια ολοκαίνουργια ετικετέζα– διέσχισε το νησί με κατεύθυνση ένα πρώην εστιατόριο στην είσοδο του οικισμού του Σαν Μιχάλη, στην Απάνω Μεριά της Σύρου, μπροστά στο ξωκλήσι του Αγίου Βενέδικτου. Πολύ πιο ώριμος, έμπειρος, με γνώση και αυτοπεποίθηση, με θέα το απέραντο γαλάζιο, με κάδρο όλες τις Δυτικές Κυκλάδες, με την αγριάδα της ορεινής κυκλαδίτικης φύσης και ένα αμπελάκι αυτόρριζου Σεριφιώτικου να τον περιβάλλει, είναι σχεδόν έτοιμος (γιατί ποτέ δεν είσαι εντελώς έτοιμος) να μοιραστεί την εμπειρία του. Στην αυλή του καινούργιου οινοποιείου έχει την ευκαιρία να οργανώνει γευσιγνωσίες κρασιών, στη σκιά μιας απότιστης, σκληραγωγημένης συκιάς, που είναι έτοιμη να καρποφορήσει όπως κάνει κάθε αποκαλόκαιρο.