Πικρόγλυκα ποτά που ανοίγουν την όρεξη. Μπουκίτσες και σνακ που κάνουν το ίδιο. Σε αυτά ειδικεύεται το Felicita, το νέο μπαρ που άνοιξε πριν λίγες εβδομάδες στο Ρουφ. Η απρόσμενη επιλογή γειτονιάς είναι, εν μέρει, το ατού του. Ένα τετράγωνο πίσω από το Μουσείο Μπενάκη της Πειραιώς, βρίσκεται σε μια σεβαστή απόσταση από το κέντρο και την πολλή βαβούρα του, αλλά αρκετά κοντά του για να δώσεις εκεί ραντεβού χωρίς δεύτερη σκέψη. Η ειδίκευση στο απεριτίβο είναι ο άλλος λόγος που το κάνει ελκυστικό – η ιταλική συνήθεια που σηματοδοτεί το τέλος του πρώτου μισού της ημέρας και το ξεκίνημα της πιο διασκεδαστικής, ανάλαφρης πλευράς της έχει πια αποκτήσει φαν σε όλο τον κόσμο.
Εκείνη την ώρα, γύρω στις 6, όταν οι περισσότεροι αρχίζουν να σχολάνε από τις δουλειές, να κλείνουν υπολογιστές και να αρχίζουν τα σταυρωτά φιλιά και τις κουβέντες με τις παρέες τους, ανοίγει το καινούργιο μπαρ. Πριν δύσει ο ήλιος και πριν αρχίσει κανείς να σκέφτεται το βραδινό φαγητό, στο Felicita θα δοκιμάσει απεριτίβο πέρα από τα συνηθισμένα. Όπως για παράδειγμα ένα ελαφριά ντοματένιο spritz με το όνομα Tosca. Εκτός από μπουρμπουληθρέ κρασί και σόδα έχει λικέρ περγαμόντο, βερμούτ, κόρντιαλ κεράσι και μια ιδέα από ντομάτα που το κάνει ενδιαφέρον. Είναι αρκετά ελαφρύ για να πιεις και άλλο ένα ή να συνεχίσεις με ένα φρεσκάτο Amarcord (λευκό κρασί, λικέρ αφροξυλιάς, κόρντιαλ κουμ κουάτ και τόνικ).
Έχουν και άλλες, πιο τολμηρές επιλογές –μια από αυτές συνδυάζει το Campari με γάλα βρώμης, σόδα περγαμόντο και λίγη καπνιστή πάπρικα– αλλά θα ετοιμάσουν και τα κλασικά για όποιον τα ζητήσει. Δροσερά κρασιά [κυρίως ελληνικά, αλλά και κάποια ιταλικά και γαλλικά, επιλεγμένα από την Μαρούλα Μαυρογιανοπούλου (Οινοχόος, NotAnExpert)] καταλαμβάνουν μεγάλο μέρος του μενού ενώ δημοφιλή κοκτέιλ σερβίρονται λίγο παραλλαγμένα (βλ. ένα Dry Martini με κάπαρη ή μια Paloma με φλισκούνι και καπνιστό αλάτι).
Negroni έχει ενδιαφέρον.
Στον δροσερό χώρο που θυμίζει εσωτερική αυλή (βοηθάει σε αυτό και το στεγασμένο αίθριο) μπορείς να πιάσεις θέση είτε σε κάποιο από τα τραπέζια είτε στην 8μετρη μπάρα. Πίσω από αυτήν οι bartenders συνδυάζουν τα ποτά που στολίζουν τα ράφια με σπιτικές παρασκευές (δεν χρησιμοποιούν έτοιμα σιρόπια, μαρμελάδες και τα σχετικά). Αξίζει να σημειώσουμε ότι τη λίστα έχει επιμεληθεί ο Μάριος Ηλιόπουλος (Six Dogs, Architects of Time κ.α), δίνοντας σε όσα εμπνεύστηκε ονόματα από ταινίες γυρισμένες στα στούντιο της Cinecitta. Ο ίδιος έχει δείξει φροντίδα και στις χωρίς αλκοόλ προτάσεις. Ειδικά το MaybeΕπειδή απεριτίβο χωρίς τσιμπολόγημα δεν γίνεται, ο Νίκος Ντιναπόγιας (Materia Prima, The Clumsies, Black Duck κ.α) έχει φροντίσει για όσα βγαίνουν από την κουζίνα. Τα cicchetti (τσικέτι), όπως λένε στη Βενετία τα μικρά αλμυρά σνακ που συνοδεύουν το απογευματινό ποτό ανοίγοντας την όρεξη για δείπνο, εμφανίζονται σε διάφορες εκδοχές. Μας άρεσαν εκείνα με τα καπνιστά μύδια και τα μυρωδικά, όπως και τα άλλα με την κρέμα λαχανικών και την αγκινάρα πάνω σε ψωμάκι. Δοκιμάσαμε επίσης ζουμερές πολπέτες (κεφτεδάκια) σε σάλτσα γκασπάτσο και μοσχαρίσιο καρπάτσιο με τηγανητή, τραγανή κάπαρη. Τα χειροποίητα νιόκι γλυκοπατάτας με πέστο μυρωδικών ήταν νόστιμα, αν και λίγο πιο συμπαγή απ’ ότι θα τα θέλαμε. Η μορταδέλα με μπουράτα και φιστίκι Αιγίνης και η φοκάτσια με καπονάτα και τσαλαφούτι είναι μερικά ακόμα από τα πιάτα που προσφέρονται για μοιρασιά. Και όλα αυτά ενώ από τα ηχεία ακούγονται indie κομμάτια από την Ιταλία μέχρι την Ισπανία, τη Γαλλία και την υπόλοιπη Μεσόγειο.