ΚΟΣΜΟΣ

Για καφέ στο Μιλάνο: 5 στάσεις-εμπειρία στη γενέτειρα του εσπρέσο

Μυρωδάτα φλιτζάνια καφέ, διπλοφουρνιστά κρουασάν, μια φημισμένη Tarta Aurora και πανετόνε που ταξιδεύουν σε όλο τον κόσμο σε μια ιταλική πόλη όπου το παλιό συνυπάρχει επιτυχημένα με το καινούργιο.

09.04.2024
Φωτογραφία: Massimo Ripani/SIME/VISUALHELLAS.GR
Για καφέ στο Μιλάνο: 5 στάσεις-εμπειρία στη γενέτειρα του εσπρέσο

Οι περισσότεροι θεωρούν την πρωτεύουσα της Λομβαρδίας ως την γενέτειρα του καφέ εσπρέσο αφού εκεί ο Luigi Bezzera καταχώρησε, το 1901, το πρώτο δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για μηχανή παρασκευής του. Είχε προηγηθεί, το 1884, η πατέντα του Angelo Moriondo από το Τορίνο, για ένα όμως μάλλον πρωτόγονο σχέδιο. Το πού θα αποδώσει κανείς την πατρότητα της εφεύρεσης προφανώς δεν αλλάζει το γεγονός ότι το Μιλάνο αποτελεί, εδώ και περισσότερο από έναν αιώνα, έξοχο προορισμό για ένα εσπρεσάκι. Έναν απλό, απολαυστικό εσπρέσο «στο όρθιο», με κόστος κοντά στα 2 ευρώ, του οποίου η ποικιλία ή ακόμη περισσότερο η φάρμα και το εμπορικό fairness και αλληλεγγύη δεν διατυμπανίζονται και τον οποίο φτιάχνει, στα καλά μαγαζιά, ένας παραδοσιακός Ιταλός ντυμένος με απαστράπτουσα και φρεσκοσιδερωμένη στολή σερβιτόρου και όχι φουσκωτός μπαρίστα με τατουάζ και καφέ δερμάτινη ποδιά τσαγκάρη.

Επειδή όμως από το 1902 έχει χυθεί πολύ νερό (και ατμός στην περίπτωση της εσπρεσιέρας) στο αυλάκι και η παγκοσμιοποίηση έχει αφήσει ανεξίτηλο το ίχνος της, στο σημερινό Μιλάνο συνυπάρχουν αρμονικά το παλιό και το νέο, αμφότερα πολιορκούμενα καθημερινά από στίφη τουριστών. Τα καταστήματα που προσφέρουν εσπρέσο είναι αναρίθμητα και η επιλογή δύσκολη, αν και συχνά άνευ σημασίας, γιατί πολλοί ταξιδιώτες αντιμετωπίζουν το caffè σαν βενζινάδικο όπου πρέπει να «γεμίσουν», επιλέγοντας το εγγύτερο, ενώ οι ντόπιοι έχουν το στέκι της γειτονιάς τους, η επίσκεψη στο οποίο εντάσσεται στις καθημερινές τους συνήθειες.

Τα εσπρεσάδικα (αποκαλούνται «bar») στην Ιταλία μεταμορφώνονται κατά την διάρκεια της ημέρας αφού το πρωί σερβίρουν καφέ με κρουασάν και άλλα αρτοσκευάσματα, το μεσημέρι ένα ελαφρύ γεύμα –π.χ. μία σαλάτα ή ένα λαχταριστό σάντουιτς που αξιοποιεί τα μαγικά αλλαντικά της περιοχής– και το απόγευμα το περίφημο aperitivo, συνήθως συνοδεία Prosecco. Οι επιλογές είναι άπειρες και είναι δύσκολο να κακοπέσει κανείς, υπάρχουν ωστόσο ορισμένα μαγαζιά τα οποία αξίζει να επισκεφθείτε για την εμπειρία και όχι απλώς για «γέμισμα».

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣΣ’ αυτά τα μαγαζιά της Αθήνας πίνουμε καφέ από ελληνικά microroasteriesΣ’ αυτά τα μαγαζιά της Αθήνας πίνουμε καφέ από ελληνικά microroasteries

Pasticceria Marchesi

Πηγή: Facebook

Πηγή: Facebook

Διάσημο για τα πανετόνε του είναι το ιδρυθέν το 1824 ζαχαροπλαστείο Marchesi που περικλείει την ιστορία του Μιλάνου, παρά το γεγονός ότι αγοράστηκε πριν από μία δεκαετία από τον όμιλο Prada και ανακαινίστηκε όπως θα περίμενε κανείς. Το κεντρικό κατάστημα –έχει συνολικά τρία– βρίσκεται σε ένα μοναδικό κτίριο του 18ου αιώνα στην Via Santa Maria alla Porta. Τα άλλα δύο είναι σε εξίσου ακριβά πόστα, στην Galleria Vittorio Emanuele II και στον αριθμό εννέα της οδού Monte Napoleone. Δυστυχώς η εξαγορά από ομίλους πολυτελών ειδών στρέφει αυτού του είδους τα καταστήματα σε λάθος κατεύθυνση αφού έτσι χάνουν την πατίνα τους και ακριβαίνουν, με χαρακτηριστικό παράδειγμα το συγκλονιστικό μπακάλικο Peck που αγοράστηκε από τον Marzotto. Αυτό δεν σημαίνει ότι τα γλυκά του Marchesi δεν παραμένουν υπέροχα, όπως για παράδειγμα η περίφημη Torta Aurora με κρέμα βανίλια και αφράτη σαντιγί ή η Fantasia al Pistacchio αλλά και η δική του, καλύτερη κατά την γνώμη μου από την αυθεντική, Sacher Τorte με μαρμελάδα βερίκοκο.

Pavé

Πηγή: Pavé

Πηγή: Pavé

Πηγή: Pavé

Μία από τις πρώτες εκδοχές του «νέου» ήταν το Pavé, το οποίο άνοιξαν τρεις συμμαθητές, ο Diego, o Giovanni & o Luca, πριν από περίπου μία δεκαετία, στην οδό Felice Casati, στην trendy πλέον περιοχή γύρω από την Porta Venezia. Εκείνη την εποχή η πλειονότητα των καφέ του Μιλάνου ήταν παραδοσιακά, πολλά με ιστορία ετών και έτσι το Pavé ήταν από τα πρώτα που προσέφεραν specialty και κρύας εκχύλισης (cold brew) καφέδες. Φτιάχνει καταπληκτικά κρουασάν καθώς και το εθνικό γλυκό της Βρετάννης, kouign-aman. Όπως και ο Marchesi κάνουν και αυτοί την δική τους εκδοχή της τούρτας Sacher (Sacher Pavé) καθώς και μία μαρέγκα με κρέμα λεμόνι και άσπρη σοκολάτα. Η επιτυχία του εγχειρήματος, που αριθμεί πλέον τέσσερα καταστήματα, δείχνει πως πάντα υπάρχει χώρος για το νέο δίπλα στο παλαιό.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣΤα μερκάτι είναι το αλατοπίπερο της ΡώμηςΡώμη: μια βόλτα στα μερκάτι της αιώνιας πόλης

Loste

Πηγή: Facebook

Πηγή: Facebook

Μπορεί τα Loste (έχει δύο η πόλη) να είναι γενικώς μινιμαλιστικής αρχιτεκτονικής, δεν ισχύει όμως το ίδιο για τα κρουασάν τους, τα γλυκά τους κ.λπ, τα οποία είναι πλούσια, γευστικά και χορταστικά. Δοκιμάστε για πρωινό το διπλοφουρνιστό κρουασάν αμυγδάλου ή/και ρολό κανέλας με έναν καφέ που θα σας στοιχίσει μόλις 1,5 ευρώ (ο καφές). Το μεσημέρι σερβίρει ελαφριά πιάτα με υλικά εποχής και το βράδυ aperitivo. H όμορφη ατμόσφαιρα, οι προσιτές τιμές και τα εξαιρετικά γλυκά έχουν καταστήσει το κατάστημα ιδιαίτερα δημοφιλές με αποτέλεσμα, συχνά, να χρειάζεται να περιμένει κανείς στην ουρά. Μία αναμονή ο οποία, ωστόσο, ανταμείβεται.

Starbucks Reserve Roastery

Πηγή: Facebook

Πηγή: Facebook
Φωτογραφία: Βασίλης Μασσέλος

Στην εμπειρία επένδυσε και η Starbucks με το φαντασμαγορικό Reserve Roastery στην Piazza Cordusio, στο κέντρο του Μιλάνου. Εκεί βρέθηκε πρό σαράντα ενός ετών ο ιδρυτής της αλυσίδας Howard Schultz και σκέφτηκε τι ωραία που θα ήταν εάν έπιναν εσπρέσσο στην Αμερική, όπου τότε προτιμούσαν ένα νερουλό μαυροζούμι που δεν είχε τίποτε κοινό με τον καφέ πέραν του ονόματος. Εκείνη την εποχή είχε γυριστεί και η ταινία Baghdad Cafe με την γερμανίδα τουρίστρια – πρωταγωνίστρια να κουβαλάει πάντα μαζί της ένα θερμός με αληθινό καφέ. Έκτοτε η κορυφαία διεθνώς αλυσίδα καφενείων έκανε τον εσπρέσο γνωστό στην Αμερική μαζί με διάφορες άλλες παραλλαγές, όχι πάντα βελτιωτικές οργανοληπτικά. Επειδή σε πρώτη ανάγνωση το να πουλήσει η Starbucks εσπρέσο στο Μιλάνο είναι σαν να προσπαθήσει κανείς να δώσει μηχανή για παγάκια σε Εσκιμώο, η πολυεθνική πόνταρε στην εμπειρία. To Roastery καταλαμβάνει περί τα 2.500 τετραγωνικά μέτρα εκ των οποίων περίπου χίλια ο κυρίως χώρος του καταστήματος. Στο κέντρο του βρίσκεται ένα πλήρως αυτοματοποιημένο, εντυπωσιακό αισθητικά «εργοστάσιο» καβουρδίσματος και άλεσης και πίσω μία επίσης υπεραυτόματη μηχανή συσκευασίας η οποία στέλνει κάπου τα γεμάτα σακουλάκια μέσω ειδικού εναέριου συστήματος μεταφοράς. Το πολυτελέστατο κατάστημα δεν έχει καμία σχέση με τα Starbucks της γειτονιάς ακολουθώντας συνολικά άλλο concept, που θα μπορούσε να είναι σκηνικό του Ο γύρος του κόσμου σε 80 μέρες του Ιουλίου Βερν. Στην είσοδο, όπου τις περισσότερες φορές σχηματίζεται ουρά, υπάρχει εντεταλμένος υπάλληλος που ανοίγει την πόρτα στους πελάτες, όπως στα καλά ξενοδοχεία, χωρίς όμως να επιφυλάσσουν την ίδια μεταχείριση και κατά την έξοδο. Το λούστρο της πολυτέλειας καλύπτει και τις τιμές ενώ τόσο ο καφές όσο και τα εδώδιμα είναι καλά. Οι περισσότεροι ωστόσο επισκέπτες μάλλον ωθούνται από την ανάγκη να φωτογραφηθούν και να «ανεβάσουν» το αποτέλεσμα στα social media. Το Reserve Roastery παραμένει, έξι χρόνια από την ίδρυσή του, εξαιρετικά δημοφιλές –κυρίως στους τουρίστες– χάρη στο, ας πούμε, «instagramability» του.

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣosteria da zi umberto, εστιατόριοΟι αυθεντικές μακαρονάδες της Ρώμης: Η ιστορία τους και τα μυστικά τους

Grand Café e Tre Marie

Οι επισκέπτες που θα προτιμούσαν π.χ. να πάνε στην ίδια την Βενετία αντί του Venetian Hotel στο Las Vegas, μάλλον θα επιλέξουν ένα από τα κλασσικά ζαχαροπλαστεία-καφενεία, όπως το ιστορικό, ιδρυθέν το 1928, Gran Caffè (& Tre Marie) το οποίο δεν έχει αλλάξει εδώ και τουλάχιστον πέντε-έξι δεκαετίες. Δεν είναι trendy αλλά κάνει πολύ καλό καφέ και έχει υπέροχα γλυκά (απλό κρουασάν στο όρθιο, cannoli ή sfogliatelle, tiramisù ή μιλφέιγ εάν καθίσετε), σε τιμές που δεν θα ρίξουν έξω τον προϋπολογισμό σας. Φημίζεται για το ομώνυμο Pandoro, το Panettone ή την Colomba για το Πάσχα, τα οποία πωλούνται σε όλο το κόσμο. Σημειωτέον ότι στον περσινό διαγωνισμό της ενώσεως καταναλωτών Altroconsumo πρώτο βγήκε το πανετόνε «La Grazie» του σούπερ μάρκετ Esselunga, που πωλείται προς 5 ευρώ το κιλό και δεύτερο του Coop (επίσης σούπερ μάρκετ) που είναι κατά ένα ευρώ ακριβότερο. Τρίτο αυτό του Vergani παρά την διπλάσια τιμή του. Το Tre Marie πρώτευσε στα Pandori, τα οποία προσφέρει προς 13 ευρώ το κιλό, έναντι 4 ευρώ του αμέσως επόμενου της Conad.

Στο Μιλάνο αλλά και σε όλη την Ιταλία, το «bar» και ο espresso είναι στοιχείο πολιτισμού, μέρος μιας ευρύτερης γαστρονομικής, αλλά και όχι μόνο, κουλτούρας. Όπως, με διαφορετικό περιεχόμενο, ήταν και το παραδοσιακό ελληνικό καφενείο, αστικό, ημιορεινό ή ορεινό. Σε αντίθεση με εμάς, όπου το παλαιό συνήθως χάνεται ανεπιστρεπτί, στην γειτονική χώρα συνυπάρχει επιτυχώς με το νέο, ακόμη και στις περιπτώσεις όπου έχει αγοραστεί και «αξιοποιηθεί» από κάποια μεγάλη εταιρεία ειδών πολυτελείας. Γι’ αυτό εάν ο δρόμος σας φέρει στο Μιλάνο, αξίζει να ζήσετε την εμπειρία και των δύο.

 

Starbucks Reserve Roastery, P.za Cordusio, www.roastery.starbucks.it

Grand Café e Tre Marie, Viale Piave, 23, www.grandcafetremarie.it

Pasticceria Marchesi, Via Santa Maria alla Porta, 11/a, pasticceriamarchesi.com

Pavé: Via Felice Casati, 27 (και σε ακόμη τρία σημεία), pavemilano.com

Loste, Via Francesco Guicciardini, 3 Milano & Via Varesina, 204, lostecafe.com

ΔΙΑΒΑΣΤΕ ΕΠΙΣΗΣΒενετία σε 6 στάσεις: Τσικέτι και βόλτες, βόλτες και τσικέτιΒενετία σε 6 στάσεις: Τσικέτι και βόλτες, βόλτες και τσικέτι

Βραβεία Ποιότητας

Δες ανά κατηγορία τα βραβεία των προηγούμενων ετών