Το σουβλατζίδικο του Παναγιώτη, ένα μικρό μαγαζί που δύσκολα τραβάει την προσοχή, βρίσκεται στα σύνορα Κορυδαλλού-Νίκαιας, στη λεωφόρο Γρηγορίου Λαμπράκη, λίγο πιο πάνω από το γήπεδο της Προοδευτικής. Απλό το εξωτερικό του -λίγα τραπεζοκαθίσματα στο πεζοδρόμιο κλειστά με τζαμαρία-, ακόμα πιο λιτό το εσωτερικό, που αστράφτει από καθαριότητα. Όσο μικρό και διακριτικό είναι όμως, τόσο μεγάλη είναι η ιστορία του, που ξεκίνησε 52 χρόνια πριν, όπως αποκαλύπτει η πινακίδα του: «Παναγιώτης 1970».
Ελληνογαλλική συμμαχία
Ο Παναγιώτης Λαυκιώτης, ήρθε στην Αθήνα από ένα χωριό της ορεινής Κορινθίας λίγο πριν τα τέλη του ‘60. Τότε γνώρισε και τη Γαλλίδα σύζυγό του, η οποία έκανε διακοπές στην Ελλάδα μαζί με τις φίλες της. Ερωτεύτηκαν κεραυνοβόλα, αποφάσισαν να παντρευτούν, η νεαρή Γαλλίδα εγκατέλειψε την πατρίδα της και ήρθε να μείνει μόνιμα στην Αθήνα. Στην αρχή τα έβγαζαν πέρα δύσκολα. Ο Παναγιώτης δούλευε σε διάφορα σουβλατζίδικα της περιοχής για να συντηρήσει την οικογένειά του, και όταν σιγά-σιγά έμαθε τη δουλειά άνοιξαν μαζί το δικό τους μαγαζί. Ήταν το 1970 και μέχρι σήμερα το σουβλατζίδικο παραμένει ένα από τα πιο αγαπητά του Κορυδαλλού.
«Είχε μεγάλο μεράκι ο πατέρας μου για τη δουλειά», μας λέει η Σοφία, μία από τις κόρες του. «Τον χάσαμε το 2016 και αποφασίσαμε να συνεχίσουμε με την αδελφή μου Κατερίνα αυτό που έκανε εκείνος με τόση αγάπη. Ήταν όλη την ημέρα εδώ, έκανε μόνος του τα ψώνια και δούλευε ασταμάτητα. Μαζί με τη μητέρα μου έδωσαν τον εαυτό τους στο μαγαζί και αυτό έκανε το σουβλάκι τους να ξεχωρίζει. Κατάφεραν να το κρατήσουν ανοιχτό για τόσες δεκαετίες και να είναι αγαπητοί στη γειτονιά».
Συνταγή επιτυχίας
Στην αρχή ο Παναγιώτης σέρβιρε μόνο σουβλάκι με μπιφτέκι – ένα μπιφτέκι αρωματικό με γαλλικές επιρροές, συνταγή της συζύγου του που τη διατηρούν αυτούσια οι κόρες τους. Μεγαλωμένες κυριολεκτικά μέσα στο μαγαζί, έμαθαν από μικρές να φτιάχνουν τα μπιφτέκια, κάτι που συνεχίζουν να κάνουν καθημερινά. Ο κιμάς που χρησιμοποιούν είναι μοσχαρίσιος, αλλά προσθέτουν και λίγο αρνίσιο, για να γίνει το μπιφτέκι πιο ζουμερό. Μετά τυλίγεται σε στεγνή πίτα μαζί με ντομάτα, κρεμμύδι και τη μυστική κόκκινη σάλτσα του πατέρα τους, που την φτιάχνουν κάθε μέρα σε ένα εμαγιέ κατσαρολάκι, ενώ το τζατζίκι μπαίνει αφού ολοκληρωθεί το τύλιγμα, πάνω από τα υπόλοιπα υλικά, σαν καπάκι. Είναι ένας ιδιαίτερος τρόπος σερβιρίσματος που δεν συνηθίζεται σε άλλα σουβλατζίδικα, ενώ και το τζατζίκι είναι δροσερό και ελαφρύ, χωρίς πολύ σκόρδο, για να μην πνίγει τις γεύσεις των άλλων υλικών.
Ο Παναγιώτης μπορεί να έβαλε τα τελευταία χρόνια και χοιρινό στο μενού του, αλλά τις πατάτες δεν τις συμπάθησε ποτέ. Παρότι του τις ζητούσαν οι πελάτες του, αρνιόταν να το κάνει κι ας τους δυσαρεστούσε. «Του λέγαμε κι εμείς “μπαμπά βάλε πατάτες”, αλλά μας απαντούσε να κάνουμε ό,τι θέλουμε όταν δεν θα είναι πια στο μαγαζί», θυμάται η Σοφία. «Πέθανε ο μπαμπάς και βάλαμε πατάτες, αλλά απ’ ό,τι φαίνεται είχε δίκιο, γιατί δεν πρόσθεσαν και πολλά στο μαγαζί μας», τονίζει.
Στον Παναγιώτη θα φας καθαρό, πολύ γευστικό παραδοσιακό σουβλάκι με μια γαλλική γκουρμέ πινελιά και ιστορία πενήντα δύο χρόνων. Η σάλτσα είναι μοναδική και δίνει στο τυλιχτό ιδιαίτερη νοστιμιά.