Όσες συνταγές φτιάχνει και όσες νέες γεύσεις δοκιμάζει τις καταγράφει και τις ανεβάζει καθημερινά στο μπλογκ της. Το διαμέρισμά της, που είναι και το δημιουργικό της στούντιο, είναι γεμάτο με φυτά εσωτερικού χώρου και πολύχρωμα μίνιμαλ κάδρα στους τοίχους. Εκεί μας καλωσόρισε η Μαριάννα, κεφάτη και χαμογελαστή μαζί με τον γάτο της Μπακαλιάρο και τον σκύλο της Τσούρο. Μας διηγήθηκε το στόρι της και μας έφτιαξε νόστιμα, δροσερά και καλοκαιρινά γλυκά με έμπνευση από την Κύπρο, τον τόπο καταγωγής της μαμάς της.
«Από μικρή με έλεγε ο μπαμπάς μου “σουρτούκω” και, όταν ξεκίνησα το μπλογκ, από εκεί πήρα την ιδέα», λέει η Μαριάννα. «Το surtuko είναι ένα χιουμοριστικό όνομα που μου αρέσει και με αντιπροσωπεύει. Δεν είμαι το κορίτσι που κάνει όλες τις συνταγές τέλεια. Έχω και άλλες προτεραιότητες στη ζωή μου. Μου άρεσε πάντα να μαγειρεύω, αλλά δεν είχα πολύ χρόνο λόγω της δουλειάς μου στον χώρο της διαφήμισης. Στην καραντίνα ξεκίνησα δυναμικά. Ήταν αυτό που με βοήθησε να ξεφεύγω από τη συνθήκη του εγκλεισμού. Ξεκούραζε το μυαλό μου και ταυτόχρονα με κρατούσε σε εγρήγορση. Σκεφτόμουν συνεχώς γεύσεις που ήθελα να δοκιμάσω και νοητά ταξίδευα σε άλλες χώρες.
Πέρασα διάφορες φάσεις στην καραντίνα, από fitness freak έγινα εξπέρ στο ψήσιμο. Το τι είχα ζυμώσει δεν περιγράφεται… Πέντε πέντε τα αγόραζα τα βούτυρα, δεν χωρούσαν στο ψυγείο!» λέει και γελάμε. «Νιώθω ότι ήμουν από τους ευνοημένους της καραντίνας γιατί μου βγήκε το δημιουργικό μου στοιχείο και έφτιαξα κάτι καινούργιο από το μηδέν. Είχα πολύ χρόνο για πειραματισμό. Τότε πήρα την απόφαση να φτιάξω τη Σουρτούκω. Με βοήθησε πολύ το background μου στη διαφήμιση. Έφτιαξα τη στρατηγική μου, το προφίλ μου. Όλα σωστά από την αρχή και άρχισα να ανεβάζω το περιεχόμενό μου στα social media. Δεν περίμενα ότι θα γίνει η κανονική μου δουλειά, σκοπός μου ήταν να μου δίνει ένα έξτρα εισόδημα. Αλλά είδα ότι υπάρχει χώρος για νέους παραγωγούς περιεχομένου. Το καλό είναι ότι ασχολούμαι συνέχεια με καινούργια πράγματα, είμαι ανεξάρτητη και κάνω αυτά που μου αρέσουν, αλλά από την άλλη δουλεύω και στον ύπνο μου. Πήγα και έκανα τα χόμπι μου δουλειά και τώρα πρέπει να βρω καινούργια!» λέει ενώ ετοιμάζει τα υλικά για να φτιάξει το μουχαλεμπί, ένα γλυκό που της έφτιαχνε η Κύπρια μαμά της όταν ήταν μικρή.
Η Μαριάννα φτιάχνει το μουχαλεμπί με τον μεσανατολίτικο τρόπο με γάλα, ενώ στην Κύπρο παραδοσιακά το κάνουν με νερό και το σερβίρουν σε κομμάτια βουτηγμένα σε ένα μπολ με νερό και πάγο, από όπου ο καθένας μπορεί να πάρει το γλυκό του. Δεν βάζει πολλή ζάχαρη, γιατί έτσι έχει συνηθίσει από την οικογένειά της. «Στο σπίτι δεν τρώγαμε πολλά γλυκά, και αυτά τα κρεμώδη και κάπως άγλυκα μας ικανοποιούσαν όλους», λέει η Μαριάννα. «Όταν ήμουν μικρή, το μουχαλεμπί το έφτιαχνε η μαμά μου. Ήταν ό,τι έπρεπε για τις απογευματινές λιγούρες ή για το γλυκό μετά το φαγητό. Μου άρεσε τόσο που καμιά φορά δεν μπορούσα να περιμένω και το έτρωγα ζεστό», διηγείται. Η Μαριάννα στολίζει το μουχαλεμπί με φυστίκια Αιγίνης που τα σπάει στο γουδοχέρι για να βγάλουν τη γεύση τους. Βάζει και πεταλάκια από μικρά βρώσιμα τριαντάφυλλα που δίνουν στο γλυκό μια ωραία, τριανταφυλλένια γεύση. «Μπορούμε να βάλουμε μαρμελάδα από τριαντάφυλλο ή ροδόνερο, που βάζουν παραδοσιακά στη συνταγή».
Παρατηρώ την κουζίνα της, τα ντουλάπια ξεχειλίζουν και τα ράφια είναι γεμάτα με βαζάκια και ένα σωρό μπαχαρικά. «Απολαμβάνω να ψωνίζω από την Ευριπίδου διάφορα μπαχαρικά και να τα χρησιμοποιώ στα γλυκά, αλλά και στα φαγητά που φτιάχνω. Στο ρυζόγαλο για παράδειγμα, το δεύτερο γλυκό που θα σας φτιάξω, βάζω κάρδαμο», λέει ενώ βάζει το γάλα στη φωτιά για να ξεκινήσει την παρασκευή. «Το ρυζόγαλο για μένα είναι το τέλειο πρωινό. Παίρνω όλα τα θρεπτικά συστατικά που χρειάζομαι για να ξεκινήσει η μέρα μου και είναι και πεντανόστιμο. Απολαμβάνω να το φτιάχνω, και ας παίρνει πολλή ώρα. Βάζω την κατσαρόλα στο μάτι, βράζω το γάλα σε πολύ χαμηλή φωτιά και στη συνέχεια ανακατεύω το ρύζι για να μη μου κολλήσει. Είναι χρονοβόρα διαδικασία, αλλά είναι και χαλαρωτική. Ένας μίνι διαλογισμός.
Υπάρχουν και οι μέρες που βαριέμαι να μαγειρέψω, είμαι με τα κέφια μου. Τότε ή θα βγω έξω να φάω με τους φίλους μου ή πιο σπάνια θα παραγγείλω». Τη ρωτάω ποια είναι τα αγαπημένα της στέκια για φαγητό και ποτό στην πόλη. «Στηρίζω τα συνοικιακά μαγαζιά, που βρίσκονται κοντά μου. Θα σταματήσω στο Black Salami να πάρω ένα σάντουιτς με προσούτο και γκοργκοντζόλα, ή στο Miss Neapolis για μπάο μπαν και μετά θα περάσω να πιω τα φυσικά κρασιά στο “Τανίνη Αγάπη μου”. Σταματάω και στο Polyamorous για να πάρω λουλούδια και να στολίσω το σπίτι μου.
Στην “Κοπριά” παίρνω τα φυτά μου και δεν παραλείπω ποτέ τη λαϊκή της γειτονιάς μου στη Λάμπρου Κατσώνη. Έχω γνωρίσει τους παραγωγούς και μαθαίνω από εκείνους ό,τι είναι εποχικό και υπαίθριο. Τώρα που είναι καλοκαίρι τα φρούτα είναι υπέροχα, τόσο νόστιμα και ζουμερά, που τα τρώω συνέχεια. Τα κεράσια, τα σύκα, τα βερίκοκα, τα ροδάκινα και οι φράουλες ταιριάζουν απίστευτα με μια συνταγή που φτιάχνω τελευταία και μου έχει λύσει τα χέρια. Είναι πανεύκολη και πολύ δροσιστική. Το yogurt bark, παγωμένες μπάρες γιαουρτιού με φρούτα, δημητριακά και ξηρούς καρπούς. Προσθέτω πάντα και λίγο δυόσμο, γιατί είναι φουλ καλοκαιρινό. Η μυρωδιά του με πάει στην παιδική μου ηλικία και στο σπίτι της μαμάς μου, που ήταν πάντα γεμάτο με γλάστρες με δυόσμους».