Η Τζοάν Καρολίν ήρθε στη Μύκονο το 1991 από το Yorkshire της Αγγλίας. Ήξερε από την πρώτη στιγμή ότι θα μείνει και φρόντισε για αυτό. Ως σερβιτόρα ξεκίνησε, εδώ, στο ίδιο αυτό σημείο, στην άκρη της Μεγάλης Άμμου, κοντά στη Χώρα της Μυκόνου. Κυριολεκτικά επάνω στην άμμο, μοιάζει σαν να τοποθετήθηκε με photoshop το εστιατόριο, με δυτική κατεύθυνση και με το προνόμιο να είναι όλα τα τραπεζάκια ζηλευτά. Εδώ γνώρισε τον άντρα της, τον Νίκο Δακτυλίδη, ο οποίος λειτουργούσε την επιχείρηση αρκετά χρόνια πριν την άφιξή της. Η Τζοάν μου λέει πως είχε μια πολλά υποσχόμενη εργασία στην Αγγλία, σε μια μεγάλη αμερικανική τράπεζα, στην οποία, όταν ήρθε το τέλος μιας μεγάλης άδειας που είχε πάρει, δεν επέστρεψε ποτέ. Μετά από όλα αυτά τα χρόνια εξομολογείται πως η πρώτη της πατρίδα δεν της λείπει καθόλου. Το 1993 πήρε τα ηνία του καταστήματος και από τότε το λειτουργεί με μεγάλη επιτυχία.
Κυκλαδίτικη λιτότητα
Λιτό σε διακόσμηση, όμορφο, ταβερνιάρικο ύφος, απλά και καλοφτιαγμένα ψάθινα φωτιστικά, τα οποία ανάβουν όταν παύει να φωτίζει το μέρος ο ήλιος του Αρχιπελάγους. Η πιο όμορφη πρόσβαση είναι από την αμμουδιά, η οποία μπαίνει αβίαστα στα παπούτσια προκαλώντας την αφαίρεσή τους. Διάσπαρτα κάθονται στην ακτή οι παρέες που περιμένουν τη σειρά τους για το τραπέζι τους, πίνοντας κάτι, ακόμη και τσιμπώντας έναν απλό μεζέ, τσουγκρίζοντας ποτήρια και γνωρίζοντας η μία την άλλη, ό,τι πιο φυσιολογικό στο νησί της Μυκόνου.
Στο πλάι του κτίσματος βρίσκεται η ψησταριά, πιο φωτεινή, με πάγκους και αίσθηση μπαρ. Τα φρέσκα ψάρια και όλα τα θαλασσινά ετοιμάζονται εδώ, σκορπώντας τα αρώματά τους μέχρι πέρα, στα μισά της παραλίας καθώς ψήνονται στα κάρβουνα.
Η Τζοάν κάθεται απέναντί μου, με το φωτεινό της πρόσωπο και τα καταγάλανα, λαμπερά της μάτια να περιγράφουν περισσότερα από όσα λέει το στόμα της. Μιλάει για το μαγαζί της με μια αγάπη πρωτόγνωρη, ατόφια και δυνατή, σαν να γεννήθηκε για να είναι εδώ. Έχει διατηρήσει την εικόνα της ταβέρνας καθαρή, απλή και παραδοσιακά Μυκονιάτικη. Οι όποιες αλλαγές έκανε, όπως τη μεταφορά της κουζίνας από το πίσω μέρος μπροστά στην είσοδο, ήταν καθαρά για λόγους πρακτικούς.
Θάλασσα και στο μενού
Η Τζοάν προμηθεύεται τα υλικά από ντόπιους προμηθευτές και, όσο επιτρέπει η παραγωγή και η ζήτηση και από ντόπιους παραγωγούς. Ψωνίζει από όσο περισσότερους μπορεί, διατηρώντας μια νόστιμη ισορροπία. Το μενού της είναι πλούσιο σε θάλασσα και ιώδιο, σε λαχανικά και αλοιφές πεντανόστιμες. Κολοκυθοκεφτέδες και μαραθοκεφτέδες, λαχανικά στο τηγάνι αλλά και ψητά στη σχάρα, χωρίς να λείπει και το κρέας από την επιλογή. Η Τζοάν φροντίζει να έχει καθημερινά όλα όσα αναγράφονται στην κάρτα, χωρίς απουσίες. Το σουξέ του φετινού καλοκαιριού είναι πάντως τα μύδια, τα οποία είτε αχνιστά είτε σαγανάκι, καταναλώνονται σε ποσότητες πληθωρικές. Οι μερίδες δεν είναι καθόλου τσιγκούνικες και οι τιμές φυσιολογικότατες, για δεδομένα ελληνικά (και όχι Μυκονιάτικα). Τα κρασιά είναι αμιγώς ελληνικά και οι πελάτες τα τιμούν ιδιαιτέρως, προτιμώντας τα συγκριτικά με το ούζο ή το τσίπουρο.
Τη συζήτησή μας διακόπτει η κυρία Μαρία, μια γλυκιά, ηλικιωμένη κυρία, φορώντας ένα λιτό φόρεμα και το ψάθινό της καπελάκι, στέκεται πάνω από το τραπέζι μας, μοιραζόμενη έναν προβληματισμό της με την Τζοάν. Την οποία αποκαλεί, όπως σχεδόν όλοι πια, Ιωάννα.