Κολυμπάω για ώρα σε αυτή την ωραία συμπυκνωμένη λιτότητα, σε μια σπάνια ηρεμία, απέξω κάποια στιγμή περνά ένα απορριμματοφόρο του δήμου, σχεδόν κλείνει το μικρό στενό, δυο βήματα πιο πέρα η… σφαγή του Δράμαλη στο Σύνταγμα. Το κέντρο της τουριστικής μας πόλης βοά και το Sushimou είναι ένα καταφύγιο, μια αγκύλη στον θόρυβο, όαση. Και μια σταθερά πια στην Αθήνα: ίδιο και απαράλλαχτο, με λίγους ήσυχους πελάτες, με ωραίο φαγητό, τολμώ να πω διαχρονικό πια. Νιώθεις ασφαλής εδώ, μικρό, αλλά όλοι και όλα σε σωστές αποστάσεις, επιτυγχάνεται αστραπιαία αποσύνδεση από την ταλαίπωρη καθημερινότητα. Η ζωή μοιάζει να κυλά lento, σαν να μη συνέβη τίποτα το συνταρακτικό τον τελευταίο χρόνο. Μου αρέσουν αυτά τα μαγαζιά-σταθερές, σε ποιον δεν αρέσουν.
Το περιβάλλον, όπως το θυμόμουν πριν από χρόνια, ήσυχο αισθητικώς, λιτό, κοφτό, χωρίς φρου φρου και χρώματα. Σοφόν. Τα χρώματα τα προσθέτουν τα μαλλιά, το δέρμα, τα ρούχα των ανθρώπων. Τα ποτά και τα φαγητά: τα ροζ, τα κόκκινα, τα μπεζ των ωμών ψαριών. Το καφέ της σόγιας και της πόνζου.
Το φαγητό καλύτερο από ποτέ. Nigiri και ωμά ψάρια καλής ποιότητας, δεν έχουν maki rolls. Το ρύζι καλομαγειρεμένο και καλοαρτυμένο. Θα σας πουν να μην πνίξετε την μπουκιά σας στη σόγια, για να χαρείτε τη γεύση των πρώτων υλών.
τσιπούρες και λαβράκια εννοείται, τόνο και σολομό ως είθισται, αλλά και ντάσκες και σαφρίδια και παλαμίδες, αναλόγως την εποχή. Δείτε τι νόστιμα που είναι αυτά τα ταπεινά. Τι νόστιμη που είναι η γαρίδα ή η καραβίδα που σερβίρεται μαλακά καψαλισμένη. Η σαρδέλα, κορυφαία! Δείτε τη νοστιμιά που έχει το nigiri με χτένι, η τσιπούρα nose to tail: ωμά τα φιλέτα, λίγο σχοινόπρασο, λίγο γουασάμπι στο πλάι, τηγανητή η ραχοκοκαλιά και το κεφάλι, που τρώγονται με τα χέρια. Ωραίο μάθημα. Δείτε τι θα αρτύσει με την ωραία πίκλα κεράσι που φτιάχνει. Δείτε αν έχει μπαρμπούνι επίσης. Ή μη δείτε, θα σας βγάλει ό,τι έχει ο Αντώνης Δρακουλαράκος, ο μάγειρας-ιδιοκτήτης, ιδίως αν πάρετε το συναρπαστικό μενού omakase, όπερ σημαίνει ότι αφήνεστε στα χέρια του. Τα χέρια του, αυτή η γλυκιά χορογραφία του πλασίματος του ρυζιού, της ετοιμασίας των ψαριών και των μικρών μπουκιών που θα καταλήξουν στα πιάτα στον πάγκο μπροστά στα μάτια σας, είναι ηρεμιστικό και ψυχαγωγικό θέαμα. Μαζί με το ιδιότροπο χιούμορ του, τις σιγαλόφωνες κουβέντες που θα ανταλλάξετε με τον ίδιο ή με τους διπλανούς σας, θα σας φτιάξουν τη βραδιά. Γι’ αυτό σας συστήνω ανεπιφύλακτα να επιδιώξετε να καθίσετε μέσα, γύρω γύρω στον δωδεκαθέσιο πάγκο – έχει πλέον τραπέζια και εκτός, στο πεζοδρόμιο.
Ό,τι δοκιμάσαμε ήταν έξοχο, ψάρια και θαλασσινά πολύ ελαφρά αρτυμένα (λίγο λεμόνι, λίγο άλας, μια πίκλα), η γεύση κάθε είδους διακριτή. Θα βρείτεΠοτά: σάκε, ουίσκι γιαπωνέζικα, ταιριαστά και ωραία, αλλά και μια sui generis λίστα κρασιών που έχουν πολύ ενδιαφέρον και ταιριάζουν με το σούσι. Με την επίμονη καθοδήγηση του Δρακουλαράκου (έχει ένα ωραίο πάθος με αυτό το κρασί), πήραμε το Hoof and Lur του εξαίρετου Τρουπή, ένα orange Μοσχοφίλερο, πολυσχιδές και πονηρό.
Χρειαζόμαστε τέτοια ήσυχα μαγαζιά, που δεν σου παίρνουν τα αυτιά, που δουλεύουν ποιοτικά χωρίς να «φωνάζουν». Οι κινήσεις του Δρακουλαράκου, τα χέρια του, το πλάσιμο του ρυζιού, η ίδια του η όψη, η μικρή αυτή παράσταση σου καθαρίζει το μυαλό.