Αν έμενα σ’ αυτή τη γειτονιά, μάλλον θα είχα ξεχάσει να μαγειρεύω. Η κυρία Ελένη, η κόρη της Αφροδίτη και ο γιος της Ζήσιμος Δρακονταΐδης, οι Κεφαλονίτες ιδιοκτήτες, μαγειρεύουν σχεδόν σε εικοσιτετράωρη βάση, τακτοποιούν τους πελάτες, σερβίρουν γρήγορα, ετοιμάζουν και ταπεράκια για τους βιαστικούς. Είναι ένα θαυμάσιο υποκατάστατο οικογενειακού τραπεζιού, έχει πολλούς μόνιμους θαμώνες που ξέρουν τα κόλπα και τα χούγια του μαγαζιού. Έχει κι άλλους που έρχονται γιατί τους αρέσει η καλτίλα του, κι αυτούς που το έχουν κάνει στέκι έστω και για λίγο, στη σύντομη παραμονή τους για διακοπές στην πόλη – το Μετς έχει πλέον δεκάδες air bnb. Προσφέρει καλό ελληνικό φαγητό, ένα τσικ πιο ακριβά από τσάμπα.
Το μαγειρείο λειτουργεί καθημερινά εκτός Κυριακής, σερί από το 2001, όπου πήρε τη θέση ενός συνεργείου αυτοκινήτων. Ανοίγει πρωί πρωί, γύρω στις 7 για να σερβίρει και καφέ, πιο μετά προς τις 12 αρχίζουν τα ουζάκια με κάναν ψιλό μεζέ, κυρίως όμως το Ολύμπιον είναι ένα φαγάδικο που χορταίνει τον κοσμάκη, λαϊκά κι απλοϊκά. Ο κατάλογος, μια φθαρμένη κόλλα χαρτί, αλλάζει αρκετά συχνά, καταπώς προστάζει η εποχικότητα, όχι αυστηρά και επιτηδευμένα αλλά με την οικιακή λογική όπως σε ένα συνηθισμένο νοικοκυριό. Οι κεφτέδες του είναι από τους ωραίους, με ένα σκληρό και τραγανό, καφετί κέλυφος, στεγνοί, δίχως λάδια, χορταστικοί, ζουμεροί κι αρωματικοί με τον δυόσμο, τον μαϊντανό και το σκόρδο τους. Οι σπεσιαλιτέ της κυρίας Ελένης είναι οι μουσακάδες κι οι λαχανοντολμάδες, το ιμάμ και οι μελιτζάνες με τα ρεβύθια. Έχουν πάντα ψαράκι σχάρας, συκώτι και μπιφτέκι της ώρας, και κάποια σούπα που συνήθως εύχομαι από μέσα μου να είναι κοτόσουπα.
Πετυχαίνουν πάντα το λαχανόρυζο, τα γιουβαρλάκια και το λεμονάτο, για τα οποία ακούνε τα περισσότερα «γειά στα χέρια σας». Το κρασί είναι χύμα από τη Νεμέα. Έχει και γλυκάκια: τιραμισού, μπανόφι, εκμέκ κανταΐφι, πορτοκαλόπιτα, προφιτερόλ, κρέμα καραμελέ, όχι όλα κάθε φορά, κάποια λιγότερο κι άλλα περισσότερο πετυχημένα.