Μια φορά κι έναν καιρό, κάπου στα τέλη του 19ου αιώνα, εντοπίζεται η πρώτη συνταγή για μαρτίνι και ονομάζεται μαρτίνεζ. Εκτός από τζιν και βερμούτ, περιέχει και κουαντρό. Μετά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο το μαρτίνεζ δίνει τη θέση του στο μαρτίνι. Η συνταγή, βέβαια, έχει ήδη αλλάξει. Το ποτό έχει εξελιχθεί πλέον σε ένα κοκτέιλ πολύ σοφιστικέ και τολμηρό, αφού συνδυάζει δύο βερμούτ – και γλυκό, και ξηρό.
Σε αντίθεση με τη γοητευτική «επιθετικότητα» του extra dry martini που πίνουμε σήμερα, εκείνη η συνταγή ήταν ιδιαίτερα ενδιαφέρουσα και σας προτείνω να τη δοκιμάσετε. Οι αναλογίες είναι: 1/2 μεζούρα γλυκό βερμούτ, 1/2 μεζούρα ξηρό βερμούτ, 1½ μεζούρα τζιν και 1 σταγόνα αγκοστούρα. «Δεν θα σου αρέσει· είναι γλυκό και υπέροχο!» έλεγε στον διάσημο Αμερικανό συγγραφέα Σκοτ Φιτζέραλντ η σύζυγός του Ζέλντα. «Θα μου αρέσει γιατί σου μοιάζει», απαντούσε εκείνος. Σιγά-σιγά η αγκοστούρα και το γλυκό βερμούτ εξαφανίστηκαν, ίσως γιατί εξαφανίστηκαν και οι άντρες τύπου Φιτζέραλντ. Όλοι το παίζουν σκληροί πια…
Το dry martini λατρεύτηκε από πολιτικούς, συγγραφείς και σκηνοθέτες. Ο Χεμινγουέι το συμπεριέλαβε στο μυθιστόρημά του «Αποχαιρετισμός στα όπλα». Ο Ιαν Φλέμιγκ, διά στόματος Τζέιμς Μποντ φυσικά, δηλώνει στο «Καζινό Ρουαγιάλ»: «Πίνω μόνο ένα ποτό πριν από το δείπνο, αλλά θέλω να είναι πολύ μεγάλο, πολύ δυνατό και πολύ καλά φτιαγμένο…». Και, οπωσδήποτε, shaken not stirred!
Ο πρόεδρος Ρούσβελτ ήταν εκείνος που έδωσε στον Στάλιν να δοκιμάσει το πρώτο martini της ζωής του, αλλά κατά κοινή ομολογία έφτιαχνε τα χειρότερα dry martini… Ο γερός πότης Ουίνστον Τσόρτσιλ το έπινε τόσο dry που αρκούσε, όπως έλεγε ο ίδιος, να περάσει την μπουκάλα του βερμούτ πάνω από το σέικερ ή απλώς να κοιτάει προς την κατεύθυνση της Γαλλίας (το σωστό μαρτίνι γίνεται με γαλλικό βερμούτ Noilly Prat) την ώρα που το ανακάτευε. Οσο για τον Ισπανό σκηνοθέτη Λουίς Μπουνιουέλ; «Για να προκαλέσεις ή να συντηρήσεις την έμπνευση, χρειάζεσαι εγγλέζικο τζιν, κατά προτίμηση με τη μορφή ενός dry martini», έγραψε στο βιβλίο του «Η τελευταία πνοή» (My last sigh, 1983)…