Δεν το ήξερα ότι ο Γρηγόρης Κίκης (κεντρική φωτογραφία) ο νεαρός σεφ και συνιδιοκτήτης του Hervé, του fine dining εστιατορίου με τη σφραγίδα του Ερβέ Προνζάτο, είναι Φαληριώτης. Τώρα το έμαθα, που μαζί με τους Δημήτρη Δημήτσα και Νίκο και Ηλία Μαυρέλη, φίλους του από το σχολείο, άνοιξαν το Upon, θέλοντας να αλλάξουν λίγο τα γευστικά δεδομένα της γειτονιάς όπου μεγάλωσαν. Με γνώμονα τα δικά τους θέλω και τις ανάγκες της περιοχής, μετέτρεψαν τρεις μικρούς χώρους (μια πρώην κάβα, ένα πρώην καφέ και μια αποθήκη) στην πλατεία Ντάβαρη σε έναν, με σκοπό να παρουσιάσουν μια πρόταση διαφορετική από τις υπόλοιπες στην ακτίνα της.
all-day στην Αθήνα… Καθισμένος όμως σε ένα από τα μικρά ή πιο μεγάλα τραπέζια που απλώνονται στον εξωτερικό του χώρο, εντός ή εκτός της τζαμαρίας που ανοιγοκλείνει αναλόγως καιρού –ένα Σάββατο μεσημέρι που πήγα ήταν όλα γεμάτα με κόσμο που έπινε φρέντο ή έτρωγε στη χειμωνιάτικη λιακάδα με μπιτάτες μουσικές και ήχους του δρόμου στα αυτιά– αρχίζεις να παρατηρείς επιμέρους στοιχεία που ξεφεύγουν από τη νόρμα.
Βλέποντας απ’ έξω αυτό το μαγαζί, που έκανε πρεμιέρα πριν από λίγο καιρό, μπορεί να σου δώσει την εντύπωση ότι είναι ένα ακόμη μοντέρνο καφέ με ολίγον από φαγητό, από αυτά που ξεφυτρώνουν συχνά-πυκνά σε διάφορα σημεία της πόλης. Κι αν υπάρχουνΤο μενού που σερβίρεται μεσημέρι και βράδυ έχει διεθνείς προσλαμβάνουσες, διασταυρώνει διάφορες ιδέες και υλικά και μαρτυράει τη διάθεση του σεφ για ένα φαγητό σύγχρονο, προσεγμένο, διαφορετικό μεν, με νότες οικείες δε. Η ωραία πράσινη σαλάτα με πίκλες καρότου, σταφίδες, γαλλικό κατσικίσιο τυρί, ντρέσινγκ με miso και καβουρδισμένο φουντούκι σε βάζει γλυκάλμυρα στο κλίμα. Στο vitello tonnato τη σάλτσα τόνου τη βρήκα λίγο… υποτονική (για κάποιο λόγο έχει επικρατήσει αυτό το στιλ τελευταία, ο τόνος να μην ακούγεται), αλλά τα καλοτηγανισμένα, καρυκευμένα με λίγο κύμινο κεφτεδάκια, που τα σερβίρουν με μια σάλτσα πατάτας-πράσου, μου άρεσαν πολύ. Είναι κρυμμένα κάτω από πιτάκια σε στιλ naan (χειροποίητα, όπως και το προζυμένιο ψωμί και το μπριός του smash burger, που με ένα σκανάρισμα τριγύρω βλέπεις ότι είναι από τις πιο δημοφιλείς επιλογές), σοταρισμένα σε στακοβούτυρο. Άλλα που δοκίμασα, το νόστιμο κριθαράκι με παρμεζάνα, guanciale και αυγό ποσέ που το σπας και το ανακατεύεις με τα υπόλοιπα, το οποίο παίζει με τα συστατικά της καρμπονάρας, και το flatbread με ξεψαχνισμένο χοιρινό, κρέμα γραβιέρας Κρήτης και πιπεριά, που είναι καλή ιδέα για τη μέση. Αν είχε λίγη ένταση, λίγο «γκάζι» παραπάνω (παραπάνω κίμτσι στη μαγιονέζα π.χ.) θα κέρδιζε έξτρα πόντους.
Και στο κρασί έχουν δώσει ιδιαίτερη βάση. Η γυάλινη κάβα απέναντι από το μπαρ, που καταλαμβάνει μαζί με την κουζίνα τον εσωτερικό χώρο, φιλοξενεί στα ράφια της ετικέτες από160 ελληνικά και ξένα οινοποιεία, όπερ σημαίνει γύρω στις 300 σε σύνολο, αριθμός εντυπωσιακός για all-day χώρο. Τα κρασιά που σερβίρουν σε ποτήρι είναι γύρω στα 30 και καθώς ο επικοινωνιακός σομελιέ του Upon Τάκης Βασιλάκης ανοίγει σε καθημερινή βάση κάποια/κάποιες έξτρα φιάλες, οι επιλογές πληθαίνουν κι άλλο. Προσθέτοντας στην εξίσωση τα κοκτέιλ που υπογράφει ο μπαρτέντερ Γιάννης Νάτσης και τα καλοφτιαγμένα, με ισορροπημένη γλυκύτητα επιδόρπια, όπως η κρέμα σοκολάτας με παγωτό καφέ (φτιαγμένο κι αυτό εκεί, με τον καφέ που αλέθουν οι ίδιοι) ή η σπιρτόζικη κρέμα λεμονιού με παγωτό βανίλια, λάδι βασιλικού και παστέλι φιστικιού, το συνολικό σκορ ανεβαίνει κι άλλο. Για να τσιμπήσεις κάτι το μεσημέρι, για έξοδο το βράδυ, το Upon είναι μια καλοδεχούμενη προσθήκη στο γευστικό μωσαϊκό της περιοχής. Τσεκάρει πολλά κουτάκια. Ο κόσμος ζητάει ένα πιο ποιοτικό, πιο «προχωρημένο» καθημερινό. Κι είναι aκόμη πιο ωραίο αυτό να το βρίσκει και στα μέρη του.