Παγωμένο, κρυστάλλινο, ψηλά σε αλκοολικούς βαθμούς, το Dry Μartini φέρνει στο μυαλό δεκάδες, αν όχι εκατοντάδες εικόνες. Από καλοραμμένα κοστούμια και το γκλάμουρ του παλιού Χόλιγουντ μέχρι τον Τζέιμς Μποντ και τον πλούσιο, κομψό παππού των Gilmore Girls που προσέφερε το κοκτέιλ κάθε, μα κάθε, φορά πριν το δείπνο. Πρόκειται στην ουσία για ένα μίξ από τζιν, ξηρό βερμούτ και ελιά, πίκλα κρεμμυδιού ή λεμονόφλουδα για γαρνιτούρα, αλλά και για το κλασικότερο των κλασικών κοκτέιλ. Παρότι διαχρονικό, τον τελευταίο καιρό το Dry Martini έχει έρθει και πάλι στο προσκήνιο αποκτώντας όλο και περισσότερους (και νεότερους) πιστούς ακολούθους.
Υπάρχουν διάφοροι μύθοι σχετικά με το ξεκίνημα της ιστορίας του. Ένας από αυτούς τοποθετεί τη δημιουργία του πρώτου Dry Martini κατά τη διάρκεια του Πυρετού του Χρυσού, στην πόλη Martinez της Καλιφόρνια. Λέγεται πως το 1848 ένας χρυσοθήρας που πέτυχε διάνα, ζήτησε σαμπάνια από το τοπικό μπαρ για να το γιορτάσει. Καθώς ο μπάρμπαν δεν είχε σαμπάνια χρησιμοποίησε ό,τι είχε -ενισχυμένο κρασί και τζιν- χρίζοντας στη στιγμή το δημιούργημά του σπεσιαλιτέ του Martinez. Μέσα στα χρόνια η συνταγή εξελίχθηκε στο Dry Μartini που γνωρίζουμε σήμερα. Μεσολάβησε εκείνη η απαιτητική παραγγελία του Ιαν Φλέμινγκ, διά στόματος του σέξι Βρετανού κατασκόπου του στο Casino Royal που έβαλε τη βότκα στην εξίσωση, αλλά και η δεκαετία του ‘90 με τα Appletini και τα Espresso Martini και άλλες παρόμοιες παρασκευές που έκαναν κάμποσους bartender της παλιάς σχολής να βράσουν στο ζουμί τους από αγανάκτηση. Η τάση για την αναβίωση των ορίτζιναλ κοκτέιλ επαναφέρει τώρα το κλασικό Dry Martini με τζιν στη θέση που του αξίζει.
Ψάχνοντας για τους κανόνες του σωστού Dry Μartini θα συναντήσεις ένα σωρό. Τα (πολύ) παγωμένα ποτήρια, η επιλογή ενός καλού τζιν και ενός ποιοτικού βερμούτ, ο φρέσκος, επίσης ποιοτικός πάγος είναι μερικοί από αυτούς. Ο βραβευμένος με Πούλιτζερ Αμερικανός ιστορικός Bernard DeVoto γράφει στο βιβλίο του «The Hour: A Cocktail Manifesto» πως το μοναδικό ποτό που μπορεί να πιει κανείς όταν το ρολόι δείξει έξι, είναι το Dry Μartini. Ο ίδιος υποστηρίζει πως το συγκεκριμένο κοκτέιλ πρέπει πάντα να φτιάχνεται φρέσκο. «Δεν μπορείς να κρατήσεις το Dry Martini στο ψυγείο περισσότερο απ’ ό,τι μπορείς να κρατήσεις ένα φιλί» λέει, συμβουλεύοντας παράλληλα τους αναγνώστες να μην το κάνουν πάρα πολύ δυνατό: το Μartini πρέπει να μας κάνει να πιστεύουμε πως «κάποια στιγμή θα δουμε τον μονόκερο. Αλλά δεν θα ήταν Martini αν μας έκανε να τον δούμε όντως». Ο Winston Churchill από την άλλη έπινε το Martini του τόσο dry που αρκούσε, όπως έλεγε ο ίδιος, να περάσει το μπουκάλι του βερμούτ πάνω από το σέικερ ή απλώς να κοιτάει προς την κατεύθυνση της Γαλλίας (το σωστό μαρτίνι γίνεται με γαλλικό βερμούτ Noilly Prat) την ώρα που το ανακάτευε. Πάνω απ’ όλους τους κανόνες όμως, η υπόθεση Dry Martini είναι προσωπική. Κάποιοι από τους πιο έμπειρους bartenders θα σου πουν ότι το καλύτερο είναι αυτό που φτιάχνεις σπίτι σου, συμβουλεύοντας να πειραματιστείς με διαφορετικά τζιν, βερμούτ, bitters και αναλογίες μέχρι να καταλήξεις στο δικό σου «άγιο δισκοπότηρο».
Ιδανικά, γράφει ο DeVoto, ο αριθμός των Dry Martini που πρέπει να πιει κανείς είναι δύο: «Πόσο κρύο είναι το δεύτερο Martini για τον ουρανίσκο, αλλά πόσο ζεστό για την καρδιά!». Αργότερα όμως δεν αποκλείει και το τρίτο: «Φυσικά θα πιω άλλο ένα… άλλο ένα, και μετά, με το πνεύμα αναπτερωμένο και πάλι, σε έναν εξαγνισμένο κόσμο, ώρα για δείπνο».
Πού πίνουμε περιποιημένο Dry Martini στην Αθήνα:
Έπρεπε
Στο αβανταδόρικο μπαρ της Κυψέλης, ο bartender Νικόλας Μοσχονάς -ο οποίος έχει επιμεληθεί τον κατάλογο- φτιάχνει ένα εξαιρετικά νόστιμο Dry Martini που εκ πρώτης όψεως μοιάζει κλασικό. Περιέχει νερό από μανταρίνι, αλατούχο διάλειμμα που εντείνει την αίσθηση του ξηρού, λίγες σταγόνες καπνιστό ουίσκι, φυσικά τζιν και ένα extra dry βερμούτ Cocchi, με έντονο χαρακτήρα από εσπεριδοειδή. Το κοκτέιλ φτιάχνεται σε μεγάλες ποσότητες, εμφιαλώνεται, μπαίνει στην κατάψυξη και σερβίρεται πολύ κρύο. Η γαρνιτούρα είναι διακριτικά παρούσα – αλλά κατά κύριο λόγο απούσα! Μόλις το σερβίρουν, ψεκάζουν το ποτήρι με αιθέριo έλαιo από φλούδα πορτοκαλιού, χωρίς όμως να τη χρησιμοποιούν ως στολίδι. Στη γεύση έχουμε ένα εξαιρετικά πυκνό στόμα, με διακριτική εσάνς από ανοιξιάτικα ξινά, όπως δηλαδή και στην κλασική εκδοχή του Dry Martini με λεμόνι. Όπως όλα τα ποτά του καταλόγου, έτσι κι αυτό είναι παραλλαγή της αυθεντικής συνταγής, χωρίς ωστόσο οι παρεμβάσεις του επιδέξιου bartender να γίνονται αισθητές. N.Δ.
Αγίας Ζώνης 1, Κυψέλη, Τ/ 210-86.44.910
Zebra
O Ηλίας Μαρινάκης -με τις συνταγές του Χρήστου Χουσέα- φτιάχνει όχι ένα, αλλά δύο από τα καλύτερα Dry Martini της πόλης. Για την κλασική εκδοχή του κοκτέιλ χρησιμοποιεί τζιν και γαλλικό ξηρό βερμούτ Noilly Prat, σε αναλογία 6/1, μαζί με Οrange Βitters. Το προτείνει σερβιρισμένο με φλούδα λεμονιού, χωρίς αφορισμούς για όσους προτιμήσουν πίκλα κρεμμυδιού ή ελιά. Στον κατάλογο βρίσκουμε και μια εκλεπτυσμένη παραλλαγή του dry, με το όνομα Start Me Up, ένα blend από τζιν, καθώς και από διαφορετικά βερμούτ. Για να δώσει νέα διάσταση και «αλμύρα» προσθέτει αλλά δύο συστατικά: λίγο Νυχτέρι του Σιγάλα και Sherry Fino. Το δημιούργημα ολοκληρώνει και πάλι ένα twist λεμονιού. Γ.Π.
Περικλέους 7, Νέο Ψυχικό, Τ/ 693-40.80.904
Odori Vermuteria
Στο στέκι της πλατείας Αγίων Θεοδώρων, που μοιάζει με βοτανικό κήπο, κάθε ποτό με βερμούτ έχει ξεχωριστό χαρακτήρα. To Dry Martini 2.0 Version αποκτά μια απίθανη πληθωρικότητα χάρη στο δικό τους «σπιτικό» βερμούτ και στην ευρηματικότητα του συνιδιοκτήτη bartender, Μανώλη Λυκιαρδόπουλου. Εδώ το κλασικό συναντά το classy. Στο mixing glass μπαίνει πρώτα τζιν, έπειτα το εν λόγω βερμούτ με βάση ελληνικό λευκό κρασί aρωματισμένο με 16 διαφορετικά βότανα. Ανακατεύουν με πάγο και προσθέτουν επιπλέον τζιν, κατευθείαν από την κατάψυξη, που δίνει έντονα πλούσιο στόμα. Σερβίρουν σε παγωμένο ποτήρι Nick & Nora και γαρνίρουν με μια μεγάλη πράσινη ελιά, καλής ποιότητας, με το κουκούτσι της. Αξίζει να δοκιμάσετε όλο το νέο μενού, αφού ξεφυλλίσετε τον φροντισμένο κατάλογο για να επιλέξετε το ποτό της αρεσκείας σας. Ν.Δ.
Σκουλενίου 2, πλ. Αγίων Θεοδώρων, Αθήνα, Τ/ 210-33.14.674
Barreldier
Δείτε αυτή τη δημοσίευση στο Instagram.
Ο Ελληνο-ιταλός Mario Basso εκτός από head bartender και συνιδιοκτήτης του Barreldier είναι και ειδικός στην παρασκευή βερμούτ. Τον συνδυασμό του τελευταίου με το τζιν τον χαρακτηρίζει ως «τον πιο πετυχημένο γάμο που έγινε ποτέ» και φτιάχνει το κοκτέιλ ακολουθώντας τον πιο κλασικό δρόμο, παντρεύοντας ένα London dry με Noilly Prat. Αν η τάση με το twist λεμονιού σας έχει κάνει να πεθυμήσετε τις ελιές, εδώ θα τις βρείτε και μάλιστα με έξτρα περιποίηση. Μέχρι να μπουν στο ποτήρι – ένα vintage Nick & Nora στην περίπτωσή μας- παγώνουν από πριν μέσα σε ένα βάζο με έτοιμο Dry Martini, έξτρα αρωματισμένο με φασκόμηλο και κάρδαμο. Γ.Π.
Βουλής 7, Στοά Μπολάνη, Σύνταγμα, T/ 210-32.54.711