Η γειτονιά και η ιστορία της
Από τα μέσα του 17ου αιώνα (οθωμανική εποχή), στη δυτική εντός των τειχών περιοχή της Θεσσαλονίκης, σε εγγύτητα με τις αποβάθρες, τις λιμενικές εγκαταστάσεις και τις εμπορικές αποθήκες του Ιστιρά και του Μισιρί Τσαρσί, άρχισε να αναπτύσσεται η συνοικία που αργότερα καθιερώθηκε να ονομάζεται Φραγκομαχαλάς. Έμπορικές συναλλαγές, επιχειρηματικές κινήσεις και πολιτισμικές επαφές Θεσσαλονικέων με διάφορους Έυρωπαίους που επισκέπτονται, δραστηριοποιούνται και εγκαθίστανται στην περιοχή δημιούργησαν κατάλληλες συνθήκες για μια ετερόκλητη διαλεκτική επικοινωνία δύο εκ διαμέτρου διαφορετικών κόσμων. Η μέθεξη του ευρωπαϊκού τρόπου σκέψης και πράξης, έτσι όπως είχε διαμορφωθεί κυρίως μετά τη Γαλλική Έπανάσταση, με το μυστηριακό κισμέτ και την ανατολίτικη νοοτροπία της οθωμανικής πραγματικότητας πήρε σάρκα και οστά κι έγινε βίωμα στον Φραγκομαχαλά της Σαλονίκης.
Τα όρια του Φραγκομαχαλά, συνορεύοντας καθ’ όλο το μήκος με την περιοχή των Λαδάδικων, διατρέχουν την αφανή νοητή γραμμή των γκρεμισμένων τειχών, αρχίζοντας από την πρώην Πύλη του Γιαλού στη σημερινή πλατεία Έμπορίου και καταλήγοντας στο φρουριακό συγκρότημα του Τοπ Χανέ, εκεί που σήμερα βρίσκεται το δικαστικό μέγαρο Θεσσαλονίκης. Βόρεια βρίσκεται η συνοικία Ρεζή Βαρντάρ και μετά η οδός Έγνατία, το όριο, και προς τα δυτικά η περιοχή της Στοάς Σαούλ (Cité Saül) και του Αγίου Μηνά.
Η ευρωπαϊκή παρουσία είναι παλαιότατη στην πόλη, αλλά ενισχύεται από τα τέλη του 15ου αιώνα, μετά την άφιξη των εκδιωγμένων από την Ιβηρική χερσόνησο Σεφαραδιτών Έβραίων. Από το 1683 το γαλλικό προξενείο είναι το πρώτο που ιδρύεται από μια σειρά ευρωπαϊκών προξενείων σε αυτή την περιοχή, ενώ Γάλλοι, Ιταλοί, Ισπανοί, Βέλγοι, Ολλανδοί, Γερμανοί, Αυστριακοί, Ούγγροι, Άγγλοι και άλλοι τόσοι Έυρωπαίοι και ευρωπαΐζοντες Φραγκολεβαντίνοι άφησαν ανεξίτηλη την ανάσα της παρουσίας τους. Ο 19ος αιώνας έφερε τη Θεσσαλονίκη στο κέντρο των εξελίξεων με την οικονομική ανάπτυξη και την πρώιμη εκβιομηχάνιση. Η πόλη ευνοήθηκε επίσης από τα δημόσια έργα που έγιναν, επειδή ο εξευρωπαϊσμός της αποτέλεσε συνειδητή επιλογή της οθωμανικής διοίκησης. Οι ραγδαίες αλλαγές που συνέβησαν τον 20ό αιώνα άλλαξαν συθέμελα τη φυσιογνωμία του Φραγκομαχαλά, ενώ τον Αύγουστο του 1917 η φωτιά λάβωσε και αυτή τη συνοικία.
Με το νέο πολεοδομικό σχέδιο και την ίδρυση προσωρινών συνοικισμών για τους πυρόπληκτους εκτός του κέντρου της πόλης, με την αποχώρηση του μουσουλμανικού πληθυσμού, την έλευση πολυπληθών προσφύγων και την εξολοθρευτική καταδίωξη του εβραϊκού στοιχείου κατά τη διάρκεια της γερμανικής κατοχής, αλλάζει εκ νέου η ανθρωπογεωγραφία της περιοχής. Η μετά το 1955 ανοικοδόμηση με τσιμεντένια μεγαθήρια που στέγασαν βιοτεχνικές επιχειρήσεις έδωσαν άλλη τροπή και ζωντάνια, που κράτησε μέχρι τις αρχές της δεκαετίας του ’90. Όι φραγκοράπτες παρέδωσαν τη θέση τους σε κοπτοράπτριες, πλακοραφούδες, πατρονίστ και φασονατζήδες. Από τη δεκαετία του ’80 ήδη, άρχισαν στην περιοχή να δραστηριοποιούνται μουσικά συγκροτήματα, χορευτικά σχήματα και καλλιτεχνικές ομάδες και στις μέρες μας showrooms, εστιατόρια, μπαρ και πολιτιστικοί χώροι εξυπηρετούν ένα κοινό που διψά για αυθεντικές εμπειρίες, αναζητώντας μια νέα ταυτότητα προσαρμοσμένη στις ανάγκες της εποχής.
Τάσος Καραπαναγιωτίδης, πολιτιστικός σύμβουλος και ιστορικός ερευνητής
Ψώνια και φαγητό στον Φραγκομαχαλά
Το σημείο αναφοράς μου όταν περπατάω στον Φραγκομαχαλά είναι η οδός Φράγκων, που τον διασχίζει σχεδόν παράλληλα με την Εγναντία και την Τσιμισκή. Έχω μετανιώσει πολλές φορές που στη βόλτα μου στα δαιδαλώδη σοκάκια του δεν έχω μαζί μου καροτσάκι λαϊκής. Σε κάθε τρύπα και κάθε πασάζ (περάσματα μέσα από εμπορικές στοές) υπάρχει κι ένας επαγγελματίας. Θα βρεις τα πάντα εδώ, σε αυτή τη γειτονιά που είναι από τις πιο παλιές της πόλης. Οι δρόμοι έχουν μια γοητεία… εποχής, διάσπαρτοι καθώς είναι από διατηρητέα κτίρια γεμάτα σκαλιστά, περίτεχνα διακοσμητικά στοιχεία, φθαρμένα πια. Δεκάδες δημιουργικά και δικηγορικά γραφεία στεγάζονται στους επάνω ορόφους, ενώ στα εναπομείναντα εμπορικά μικρομάγαζα στα ισόγεια μπορεί να βρει κανείς ό,τι μπορεί και δεν μπορεί να φανταστεί, από μπακαλική μέχρι πατσουλί, σφραγίδες, ψαλιδάκια κοπτοραπτικής, ελαιόπανα, ράσα και κεντητά πετραχήλια.
Διασχίζοντας τη Βίκτωρος Ουγκώ, στον αριθμό 3 υπάρχει το πελώριο mural του εικαστικού Γιάννη Πέτρου από την ταινία Cinema Paradiso του Τζουζέπε Τορνατόρε, που απεικονίζει τον μικρό Σαλβατόρε να βαστάει στα χέρια του ένα κομμάτι φιλμ. Δύο μέτρα παρακάτω στον ίδιο δρόμο, θα βρούμε το παντοπωλείο Olicatessen (Βίκτωρος Ουγκώ 4, Τ/23130-30.286) του Αλέξη Στεφανίδη, έναν γαστρονομικό παράδεισο με εκατοντάδες προϊόντα από όλη την Ελλάδα, πολλά ξακουστά ντόπια καλούδια που ντεμπουτάρισαν στα ράφια του και μία από τις μεγαλύτερες συλλογές αγουρόλαδων.
2310- 533.375), ένα αυγουλάδικο που λειτουργεί από το ’55, πουλάει επίσης μπαχαρικά και καμαρώνει πως είναι το πρώτο κατάστημα στην πόλη που έφερε ιπποφαές από τη Ρωσία. Τέτοια παλιά μαγαζιά είναι και τα ξηροκαρπάδικα του Δόξα (Ολυμπίου Διαμαντή και Ερνέστου Εμπράρ, Τ/2310- 550.646) από το ’55, του Αβράμογλου (Εδέσσης 9, Τ/2310-513.094) από το ’72 και των αδερφών Μενεξόπουλων (Κατούνη 49, Τ/2310-532.743), που θεωρείται ίσως το μεγαλύτερο ξηροκαρπάδικο της χώρας, με ολόκληρο εργοστάσιο στη Σίνδο. Στο ρετρό τυροπωλείο Πολυχρονιάδη (Βασιλέως Ηρακλείου 3, Τ/2310-538.609), ψάχνοντας λίγο ανάμεσα στα μαζικής παραγωγής είδη σαλουμερίας, θα βρούμε και λιχουδιές όπως το ορεινό ανθότυρο Κύπρου, φέτα Γρεβενών, κωμό Σοχού κ.ά.
Στρίβοντας στη γωνία με την Ολυμπίου Διαμαντή, στο νούμερο 53 βρίσκεται το κατάστημα του Νίκου Σολαχίδη (Τ/2313 055.704) που εμπορεύεται βιολογικά καλλιεργημένα βότανα, τον Ορφέα (Κατούνη 45, Τ/2310-506.019), ένα κατάστημα που εξειδικεύεται σε γλυκά κουταλιού, φρουί γκλασέ, κυδωνόπαστα και μαστιχωτό χειροποίητο χαλβά Φαρσάλων, ενώ και το Παστελοποιίον (Δωδεκανήσου 3, Τ/2310- 552.352), που είναι ταυτόχρονα και χαλβαδοποιείο, φτιάχνει σχεδόν καθημερινά πάστες ξηρών καρπών σκέτες, χωρίς ζάχαρη –πολύ καλή η πάστα φιστικιού Αιγίνης–, τέλεια παστέλια και χειροποίητους ινώδεις, ταχινένιους χαλβάδες χωρίς φοινικέλαια και κραμβέλαια. Στον Φραγκομαχαλά βρήκα ένα από τα ωραιότερα κουλούρια Θεσσαλονίκης, που το φτιάχνουν στον αρμένικο φούρνο Ουζουνιάν (Λέοντος Σοφού 26, Τ/2310-538.854), και έξοχη μπουγάτσα παραδοσιακή, μόνο με φύλλο, αλλά και κλασική, που πουλάει το Νέον με δωρεάν κλασική μουσική υπόκρουση, μια και βρίσκεται ακριβώς απέναντι από το Κρατικό Ωδείο.
Στα γύρω στενάκια θα βρούμε επίσης το Adam Village (Ηρώδου Αττικού 6, Τ/2310-538.037). Αξίζει να τα δοκιμάσετε φρέσκα φρέσκα και ζεστά, όπως επίσης και τα μπισκότα oreshki με γέμιση ντούλτσε ντε λέτσε και την τούρτα μεντοβίκ με μέλι και σβετάνα, αμφότερα με προέλευση τις χώρες της πρώην Σοβιετικής Ένωσης. Πολύ καλοφτιαγμένο σάντουιτς (ή σουβλάκι κατά το αθηναϊκόν) δοκιμάσαμε στο Λαϊκόν (Πολυτεχνείου 24, Τ/2310- 523.433) με κεφτεδάκια και φρέσκες τηγανητές πατάτες. Εδώ στον Φραγκομαχαλά ξεκίνησε το πρώτο μπεργκεράδικο Tarantino (Ερνέστου Εμπράρ 5, Τ/2310- 530.020) –τώρα υπάρχει ένα στην Αθήνα κι άλλο ένα μέσα στη Στοά Μοδιάνο–, που φτιάχνει ωραίο μπέργκερ με χειροποίητα, δικά τους μπιφτέκια και αφράτα μπριοσένια ψωμιά, και για συνοδευτικό υπέροχες, τηγανητές γλυκοπατάτες.
Λίγους δρόμους παρακάτω θα βρούμε αφράτα ποντιακά πιροσκί με πλούσιες γεμίσεις από πατάτα, τυρί και κιμά, που ξεφουρνίζουν από νωρίς το πρωί στο Τεμέτερον (Δωδεκανήσου 13, Τ/2310-527.212), ενώ και στην πιο παλιά Pizza Pozeli (Βηλαρά 2, Τ/2314-019.687), στο πεζοδρόμιο κάτω από το σταματημένο ρολόι στη Στοά Μαλακοπή και στα λίγα τραπεζάκια στο βερολινέζικου στιλ εσωτερικό, σερβίρουν τέλειες πίτσες με φρέσκα, διαλεχτά υλικά και ωραία καψαλισμένα ζυμάρια με ναπολιτάνικο αλεύρι. Σε αυτή τη γειτονιά η πιο δημοφιλής ταβέρνα είναι τα Σουτζουκάκια του Λάμπρου (Ολυμπίου Διαμαντή 23, Τ/2310-533.249), που ξεκίνησε από μια παραγκούλα που άνοιγε ξημερώματα για να εξυπηρετεί τους χαμάληδες και τους εργάτες και σήμερα παραμένει λαϊκό μαγαζί και σερβίρει τα προφανή σουτζουκάκια στα κάρβουνα και άλλα κρεατικά μαζί με καλοφτιαγμένους μεζέδες, από ρώσικη με αυγό μέχρι παστουρμαδόπιτα.
Έξοχη πίτσα Μαργαρίτα με βουβαλίσια μοτσαρέλα φτιάχνουν στην Pizza Hood (Ερνέστου Εμπράρ 2, Τ/2310- 557.513), μια ανατρεπτική γαστρονομική κολεκτίβα που λειτούργησε ως φυτώριο νέων μαγείρων και πυροδότησε τη μαγειρική άνοιξη της πόλης πριν από περίπου δέκα χρόνια. Από τις πιο πρόσφατες αφίξεις στη γειτονιά είναι το εστιατόριο Lineaire (Βασ. Ηρακλείου 7, Τ/2310-555.233) στο ισόγειο του μπαρ Le Cercle de Salonique, με ροπή προς τη γαλλική κουζίνα και με τον Νεοζηλανδό σεφ David Buchanan στο τιμόνι, και σε έναν από τους μικρότερους δρόμους της πόλης, στην οδό Πάικου, θα λειτουργήσει σύντομα με τη μαγειρική επιμέλεια του σεφ Βασίλη Χαμάμ το Poster της δημιουργικής ομάδας των Beetroot, ενός από τα πιο γνωστά και επιτυχημένα γραφεία οπτικής επικοινωνίας και δημιουργικού σχεδιασμού, οι οποίοι ακριβώς απέναντι, στο παλιό χάνι του Ίσμαήλ Πασά, λειτουργούν εδώ και μερικούς μήνες το πολύ όμορφο ομώνυμο καφέ-γκαλερί (Συγγρού 8, Τ/2310-801.409) και το παντοπωλείο Yiayia and friends με επιλεγμένα ελληνικά προϊόντα, όπως ελαιόλαδο και παξιμάδια, κλεισμένα σε φανταστικού ντιζάιν συσκευασίες που έχουν σχεδιάσει φυσικά οι ίδιοι.
Στα όρια του Φραγκομαχαλά βρίσκουμε δύο από τα hot spots της πόλης, το πάντα επίκαιρο εστιατόριο σύγχρονης ελληνικής κουζίνας Μαιτρ και Μαργαρίτα και το Σέμπρικο (Φράγκων 2, Τ/2310-530.480) σε ένα χάνι του 1870. Πρόκειται για ένα all-day μαγαζί που έκανε αίσθηση με το άνοιγμά του πριν από περίπου πέντε χρόνια. Στο Ύψιλον θα πιούμε και ποτά, νόστιμα κοκτέιλ και απεριτίβο, όπως επίσης και στα πέριξ, στα αρκετά μπαρ της περιοχής, όπως το Romantzo (Βεροίας 2, Τ/2310-541.373), ο διάσημος Γορίλας (Βεροίας 3, Τ/2313-086.274), το πολυσύχναστο La Doze (Βηλαρά 1, Τ/2310-532.986) και το Arcade (Βηλαρά 2, Τ/6971-859.573).
Αντίστοιχης λογικής είναι και ο πανέμορφος πολυχώρος Ύψιλον (Εδέσσης 5, Τ/Στα όρια του Φραγκομαχαλά υπάρχει το εργαστήρι Hakah Ceramics (Δαναΐδων 6, Τ/6936-990.052) όπου έχουν την έδρα τους οι κεραμίστες Γιώργος Βαβάτσης και Ίφιγένεια Τσίρου, που έγιναν αρχικά γνωστοί σμιλεύοντας tiki ποτήρια για κοκτέιλ. Ειδικεύονται σε χρηστικά αντικείμενα-έργα τέχνης εξαιρετικής αισθητικής και προμηθεύουν εστιατόρια όπως το Ble Vin, το ουζερί του Μήτσου και το Surfer Maya με ανθεκτικά κεραμικά με δικά τους υαλώματα, οργανικές φόρμες και αναγνωρίσιμα μοτίβα, εξαιρετικά ελαφριά και με λιτές γραμμές. Ανάμεσα σε γυαλιστερά μπουτίκ ξενοδοχεία, αλλά και ξενοδοχεία ημιδιαμονής, αντέχουν ακόμα μερικά παμπάλαια καταστήματα, κανονικά ταξίδια στο παρελθόν, όπως είναι το κατάστημα DMC του κυρίου Παύλου στην Ίωνος Δραγούμη 37, που πουλάει κλωστές και νήματα και υπάρχει από το 1922, όταν το ίδρυσε ο πατέρας του, Λέανδρος Βασιλόγλου, τα χρόνια που ξαναχτίστηκε η περιοχή μετά τη μεγάλη πυρκαγιά του ’17.