Παλιά συνήθως, οικογενειακά μαγαζιά με παλιά πατώματα και πλακάκια, ταπεινή γενικώς εμφάνιση, ήτοι χωρίς αχρείαστα μαλάματα. Παλιά οικογενειακά μαγαζιά, με μια γοητευτική ιστορία για τη δημιουργία τους και τη διαδοχή. Λίγα τραπέζια ή και καθόλου, τα περισσότερα δεν κάνουν ντελίβερι. Σε αυτά τρώνε όσοι ξέρουν και γράφουν χιλιόμετρα στην πόλη για να φάνε τίμιο σουβλάκι. Προεχόντως, όμως, σε αυτά πηγαίνει αυτοπροσώπως η γειτονιά και όσοι εργάζονται εκεί κοντά, γραφεία και συνεργεία. Είπαμε, τα περισσότερα δεν κάνουν ντελίβερι. Ζουν από τη γειτονιά, με τη γειτονιά, σέβονται τη γειτονιά. Για να εξηγούμαστε: τίμιο = χειροποίητο, φρεσκοφτιαγμένο και ανόθευτο. Δεν ξεπαγώνουν πίτες και κρέατα, δεν παίρνουν βιομηχανικά σκευάσματα, δεν καρυκεύουν με ύποπτες νοστιμιές, δεν έχουν σος και αρτύματα από κουβάδες και συνήθως δεν βάζουν πατάτες και άλλα κουλά. Θα συνεχίσω τη λίστα μια επόμενη φορά:
Λευτέρης, Ομόνοια: Το καλύτερο πρωινό/δεκατιανό (και μεσημεριανό και απογευματινό) του κέντρου, προς Ομόνοια μεριά. Μικροσκοπικό, λιχούδικο, με ωραία, καλοψημένη, τόσο όσο λαδερή πίτα, κεμπάπ χειροποίητο, καρυκευμένο το όλον με πάμφρεσκο κοκκινοπίπερο που μοσχοβολά και ανάβει το στόμα. Ντομάτα και κρεμμυδομαϊντανά και that’s it. Κλασικό, ανυπέρβλητο. Τρεις λαίμαργες χαψιές όλο κι όλο. Ή δύο.
Τόμας, Νέος Κόσμος: Το κεμπάπ το σωστό, το τίμιο, το ανατολίτικο. Αρμένης ο Τόμας, ξέρει. Τυλιχτό, του ενός χεριού ή μερίδα με λίγα υλικά. Τις προάλλες, ένας μπογιατζής από τη γειτονιά μπήκε, έγνεψε «ένα», το πήρε, το έφαγε όρθιος έξω από το μαγαζί. Μπήκε-βγήκε άλλες δύο φορές, σύνολο τρία. Για να είναι τέλεια ζεστό κάθε φορά. Ξέρει.
Κώστας, Σύνταγμα: Το καλύτερο πρωινό/δεκατιανό (και μεσημεριανό) του κέντρου, προς Σύνταγμα μεριά. Καλαμάκι με χοιρινό άνευ λίπους – αν του φέρουν λιπαρό κομμάτι, το στέλνει πίσω. Μπιφτέκι μόνο με κιμά και αλατοπίπερο. Καψαλισμένη άλαδη πίτα, πάντα φρέσκια, κρεμμυδομαϊντανά, γιαούρτι και η πιο νόστιμη ντομάτα της πόλης. Καυτερό κατά το γούστο σας. Αν και σχετικώς άλιπο, είναι διαβολεμένα νόστιμο. Τρεις το μεσημέρι κλείνει, από τη μιάμιση συνήθως δεν έχει μπιφτέκι. Ουρές από τη γειτονιά, τα στενά του Συντάγματος και της Πλάκας, από εργαζομένους εκεί και τουρί- στες. Τον γράφουν όλοι οι οδηγοί. Δικαίως.
Γιώργος, Πειραιάς: Πίτα μικρή, μαλακιά, αν και καλοψημένη, με δύο μικρά μπιφτέκια από κιμά ζυμωμένο μόνο με αλατοπίπερο. Κοκκινοπίπερο γλυκό και μια ιδέα τσουχτερό. Καλή ντομάτα, κρεμμύδι, μαϊντανός και σάλτσα. Μια γλυκοπικάντικη σάλτσα ντομάτας που δένει τις γεύσεις. Τρέχουν ζουμιά, λερώνεσαι και δεν σε νοιάζει. Μόλις έχεις φάει ένα από τα καλύτερα τυλιχτά του Πειραιά. Ή δύο. Ή τρία. Στον πεζόδρομο της Νικήτα, γωνία με Γούναρη, στην αγορά του Πειραιά, ανοιχτά ώρες καταστημάτων.
Παναγιώτης, Κορυδαλλός: Πάνω στην τρελή Λαμπράκη, στον Κορυδαλλό, με τραπέζια έξω στη βουή της λεωφόρου. Σαλτσάτο τυλιχτό με μπιφτέκι παίρνουμε από τον Παναγιώτη, αυτό είναι το κλου. Παραγγείλαμε τηλεφωνικώς τις προάλλες, πήγαμε και τα πήραμε, τα φέραμε στο σπίτι στον Πειραιά, ανοίξαμε τη σακούλα και… Μόνο η μυρωδιά έφτανε για να μας πάει δεκαετίες πίσω, στα σουβλάκια των παιδικών μας χρόνων.