Μπορεί να τα βρίσκουμε όλο το χρόνο, όμως τα ανοιξιάτικα παντζάρια είναι κατάτι καλύτερα: είναι πιο μεγάλα, πιο βαθυκόκκινα, πιο τραγανά, με γεμάτη γεύση και ασύγκριτη γλύκα. Αυτά τα χαρακτηριστικά αποκτούν στις χαμηλές θερμοκρασίες των χειμερινών μηνών – αυτά που βρίσκουμε τώρα στην αγορά έχουν σπαρθεί το Φεβρουάριο. Η σπορά για τα χειμερινά γίνεται τους καλοκαιρινούς μήνες. Σε αποθήκες-ψυγεία διατηρούνται χωρίς πρόβλημα για περίπου 2 μήνες. Τα συνηθίζουμε βραστά, όμως στο φούρνο η γεύση τους γίνεται πιο γλυκιά, πιο «στρογγυλή» και αποκτά την αίσθηση του ψητού. Τα τυλίγουμε ακαθάριστα σε αλουμινόχαρτο και τα ψήνουμε σε μέτριο φούρνο μέχρι να μαλακώσουν – τα τρυπάμε με λεπτό μαχαίρι για να το διαπιστώσουμε. Μετά το ψήσιμο, ξεφλουδίζονται πολύ εύκολα.
Δοκιμάστε τα με λαδόξιδο, σκέτο ή εμπλουτισμένο με μουστάρδα, με γιαούρτι ή με λευκά ξινοτύρια (π.χ. φέτα, κατσικίσια τυριά, ξινομυζήθρα), με σκόρδο και ξύσμα λεμονιού. Ο δροσερός δυόσμος δένει θαυμάσια με τη γλύκα τους, όμως τους ταιριάζουν και ο μαϊντανός, η ρίγανη, το θυμάρι και το δεντρολίβανο. Αφού τα βράσουμε ή τα ψήσουμε, μπορούμε, πέρα από σαλάτες, να τα χρησιμοποιήσουμε ποικιλοτρόπως, π.χ. να τα κάνουμε πουρέ ή σκορδαλιά, να τα βάλουμε σε πιλάφια (τα τελευταία λεπτά του μαγειρέματος), σε πίτες και τάρτες, σούπες, κ.λπ.
Τα φύλλα τους καταναλώνονται ωμά σε σαλάτες, αλλά και βραστά, τσιγαριαστά ή μέσα σε μείγματα για πίτες ή άλλες χορτομαγειρίες.